Τη Δευτέρα, 3 Αυγούστου του 2020 είχα την χαρά να παρακολουθήσω την παράσταση «Αχ, Έρωτα», του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης, στο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης.
Η παράσταση ήταν, στην ουσία, ένα αφιέρωμα στον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Ισπανού ποιητή και δραματουργού, που άνηκε στη «γενιά του ‘27», ομάδα συγγραφέων που έκανε το πρώτο μισό του 20ου αιώνα την «αργυρή εποχή» της Ισπανικής Λογοτεχνίας. Παρόλο που υπάρχουν παραπάνω από δέκα έργα του μεταφρασμένα και στα ελληνικά, το «Αχ, Έρωτα», επιλέγει μονάχα τέσσερα από αυτά: τη τριλογία της υπαίθρου, δηλαδή τα έργα «Γέρμα» (1934), «Ο Ματωμένος Γάμος» και «Το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα» (1936) καθώς και τη λαϊκή κωμωδία «Η Θαυμαστή Μπαλωματού» (1930). Σε σκηνοθεσία της Νανάς Νικολάου, τα έργα είναι διασκευασμένα σε μισάωρες «περιλήψεις», οι οποίες περιέχουν την αφήγηση της εκάστοτε ιστορίας και ύστερα την δραματοποίηση των πιο συναισθηματικά δυνατών σκηνών της.
«Πρωταγωνιστές», αν μπορούμε να τους αποκαλέσουμε έτσι, της παράστασης, ήταν ο Παναγιώτης Πετράκης και η Νάντια Μπουλέ. Οι δυο τους λειτουργούν ως αφηγητές αλλά και ως κεντρικοί χαρακτήρες του εκάστοτε έργου. Συμμετέχουν και στα τραγούδια, τα οποία σε συνδυασμό με τις σκηνές των θεατρικών, μπορούν να κάνουν κάποιον να ανατριχιάσει.
Ακόμη, συμμετείχαν οι Γιάννης Καλατζόπουλος, Δήμητρα Στογιάννη, Χρήστος Ντόβας, Πελαγία Αγγελίδου, Έφη Σισμανίδου, Δημήτρης Συνδουκάς. Το πιάνο που συνοδεύει την παράσταση και τα τραγούδια της, παίζει ο Κωνσταντίνος Κωτούλας.
Η παράσταση-σύνθεση των έργων του Λόρκα ξεκινά με ένα τραγούδι και την αφήγηση των γεγονότων του έργου «Γέρμα». Μια νεαρή γυναίκα θρηνεί το γεγονός πως δεν έχει καταφέρει ακόμη να μείνει έγκυος, καθώς αρνείται την αγάπη της για έναν άλλον άνδρα από εκείνον που παντρεύτηκε, τον Βίκτωρ. Ο σύζυγός της, Χουάν, παραμελεί και εκείνη ως παρουσία αλλά και την επιθυμία της για παιδί. Η καλή της φίλη μένει έγκυος και ο Βίκτωρ φεύγει από το χωριό, αφήνοντάς τη Γέρμα περισσότερο συντετριμμένη. Παρόλες τις ψυχολογικές δυσκολίες, η γυναίκα προσπαθεί να παραμείνει θετική. Η κοινωνία του χωριού όπου διαμένει η Γέρμα, κρίνει το κάθε τι διαφορετικό, και σε αυτό κατατάσσεται και η στειρότητα της γυναίκας. Όταν μια από της μεγαλύτερες γυναίκες του χωριού προσπαθεί να την κάνει να αφήσει τον σύζυγό της για να παντρευτεί τον γιό της, ο Χουάν το μαθαίνει. Η αντίδραση του άνδρα και η κοινωνική πίεση που δεχόταν η Γέρμα, την οδήγησε στη δολοφονία του Χουάν.
Η διασκευή του «Αχ, Έρωτα», ξεκινά τη δραματοποίηση από το σημείο όπου η καλή φίλη της Γέρμα, της ανακοινώνει πως έχει μείνει έγκυος. Όλοι οι συντελεστές έχουν πιάσει την αίσθηση και την βαρύτητα του έργου χωρίς καμία ατέλεια, καθώς η μουσική και τα ήρεμα τραγούδια βυθίζουν τον θεατή στα γεγονότα, σαν να τα ζει ο ίδιος.
Το τέλος της παράστασης αφήνει το κοινό συγκινημένο, και καθώς προετοιμαζόμαστε για το δεύτερο έντονο έργο, εκπλησσόμαστε με την «Θαυμαστή Μπαλωματού», μια παράσταση χαρωπή και ανάλαφρη, που περιγράφεται ως λαϊκή κωμωδία.
Διαδραματίζεται στο σπίτι του μπαλωματή (τσαγκάρη) του χωριού, ο οποίος, στα 50 του χρόνια, έχει παντρευτεί μια κατά πολύ νεότερή του γυναίκα, που με την απαιτητικότητα και την ενεργητικότητά της, βάζει σε κίνδυνο την συζυγική ζωή τους, η οποία δοκιμάζεται και από τις ζήλιες και τα κουτσομπολιά της μικρής κοινωνίας του χωριού. Ο μπαλωματής, μπουχτισμένος από τα καμώματα της γυναίκας του, αποφασίζει να αφήσει εκείνη και το χωριό πίσω του και να εξαφανιστεί. Η σύζυγός του γίνεται θύμα των φημών της κλειστής κοινωνίας και πασχίζει να τα βγάλει πέρα μέχρι να εμφανιστεί ξανά ο μπαλωματής στο χωρίο, μεταμφιεσμένος ως παίκτης κουκλοθεάτρου και αφότου βλέπει πως η γυναίκα ομολογεί την αγάπη του για εκείνον, πετά την μεταμφίεσή του και ακολουθεί την κίνησή της, λέγοντάς της πόσο την αγαπά.
Σίγουρα περισσότερο «χαλαρή» από την προηγούμενη, αλλά το ίδιο διασκεδαστική και καλοφτιαγμένη, η δεύτερη διασκευή που δραματοποίησε το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης ήταν ένα ευχάριστο διάλειμμα μετά από το σκληρό πρώτο έργο και πριν το συνταρακτικό τρίτο.
Ο «Ματωμένος Γάμος», το δεύτερο μέρος της «τριλογίας της Ισπανικής Υπαίθρου», δεν χάνει σε σκληρότητα από το πρώτο. Οι χαρακτήρες, εδώ, δεν έχουν ονόματα, παρά ρόλους. Εκτός, από έναν, τον Λεονάρντο, που είναι ο άντρας της ξαδέρφης της Νύφης. Η Νύφη ήταν παλαιότερα αρραβωνιασμένη με τον Λεονάρντο, και δεν μπορεί να αρνηθεί τα συναισθήματα που έχει ακόμη για εκείνον, παρόλο που πλησιάζει ο γάμος της με τον Γαμπρό. Η Υπηρέτρια μένει τη νύχτα πριν τον γάμο μόνη της με τη Νύφη και της λέει πως ο Λεονάρντο έρχεται τα βράδια κάτω από το παράθυρό της. Εκείνο το βράδυ, ο Λεονάρντο τη συναντά και της εκμυστηρεύεται τον πόθο του. Η υπηρέτρια τον διώχνει. Όλοι κατευθύνονται προς την εκκλησία. Μετά το γάμο, όλος ο κόσμος γυρίζει στο σπίτι της Νύφης για το γαμήλιο γλέντι. Εκεί, αναζητούν τη Νύφη και το Λεονάρντο, αλλά ανακαλύπτουν ότι το έσκασαν. Ο Γαμπρός εξοργισμένος βγαίνει να κυνηγήσει και να σκοτώσει το Λεονάρντο, ενώ η Μάνα της Νύφης διατάζει όλους τους καλεσμένους να χωριστούν σε ομάδες και να ψάξουν το ζευγάρι. Στο δάσος, όπου βρίσκονται ο Λεονάρντο και η Νύφη, εμφανίζονται τρεις Ξυλοκόποι που συζητούν τα γεγονότα, λέγοντας ότι το ζευγάρι θα ανακαλυφθεί με το πρώτο φως του φεγγαριού. Ο Γαμπρός μαζί με μια κοπέλα ψάχνουν στο σκοτεινό δάσος. Ο Λεονάρντο και η Νύφη ακούν βήματα: πλησιάζει ο Γαμπρός. Δυο κραυγές ακούγονται μες στο σκοτάδι. Το έργο τελειώνει εκεί.
Άκρως ανατριχιαστικό -μόνο με εκείνες τις δυο λέξεις μπορούσα να το περιγράψω εκείνη τη στιγμή. Οι δυο πρωταγωνιστές έδειξαν τον έρωτά τους λες κι εκείνος κρατούσε από αιώνες πριν. Παρόλα αυτά, τίποτε σε αυτή την παράσταση δεν ήταν πιο συγκλονιστικό από το τέταρτο και τελευταίο έργο -συγκεκριμένα, απ’ το τέλος του.
«Το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα» είναι το τρίτο μέρος της «Τριλογίας της Ισπανικής Υπαίθρου». Ο σύζυγος της Μπερνάντα Άλμπα πεθαίνει, και η γυναίκα με αφορμή αυτό, επιβάλλει πένθος 8 χρόνων και απαγορεύει στις κόρες της, Αγκούστιας, Μαγκνταλένα, Αμέλια, Μαρτίριο και Αδέλα, να βγουν από το σπίτι για όσο κρατήσει το πένθος. Η μεγαλύτερη κόρη, κερδίζει το ενδιαφέρον του Πέπε Ρομάνο, ενός από τους πιο όμορφους νεαρούς του χωριού, για τον οποίο όμως τρέφουν αισθήματα και άλλες δυο από τις αδερφές της, η Μαρτίριο και η Αδέλα. Η Μαρτίριο δεν μπορεί να έχει τον Πέπε λόγω της «ασχήμιας» της και ζηλεύει δίχως τέλος την Αδέλα, που είναι και η μόνη που αρνείται να υποταχτεί στο καθεστώς της μητέρας της. Η Μαρτίριο, από τη ζήλια της, λέει ένα ψέμα στην Αδέλα, γεγονός που την οδηγεί στο να αυτοκτονήσει.
Το τέλος με άφησε να χειροκροτώ μηχανικά, με ανοιχτό το στόμα και ταχυκαρδία. Δεν μπόρεσα να δώσω σημασία στις υποκλίσεις των ηθοποιών, γιατί η ερμηνεία τους έπαιζε διαρκώς στο μυαλό μου. Τόσο η σκληρότητα της ιστορία όσο και το πάθος των συντελεστών, με είχαν αφήσει άφωνη.
Ανάμεσα στα μισάωρα έργα, ο Παναγιώτης Πετράκης και η Νάντια Μπουλέ εναλλάσσονται σε αφηγήσεις σχετικά με τη ζωή του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, από την πρώιμη ηλικία του ως τον θάνατό του, από τα πυρά ανθρώπων του πολιτικού κινήματος CEDA, εξαιτίας των αριστερών του φρονημάτων.
Στο τέλος της βραδιάς, δεν μπορούσα να σκεφτώ ούτε μια ατέλεια του συνολικού έργου. Η διάρκεια και τα κομμάτια που είχε επιλέξει το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κοζάνης έδεναν μεταξύ τους μέσω της αφήγησης και των τραγουδιών, που ήταν όλα τους πανέμορφα. Η Τριλογία της Ισπανικής Υπαίθρου, έχει ως σκοπό να τονίσει την υποταγή των γυναικών που το μόνο που θέλουν πραγματικά είναι ελευθερία για εκείνες και τις αποφάσεις τους στην συντηρητική κοινωνία, η οποία τους αρνείται την κοινωνική ή ερωτική ισότητα. Και αυτό πραγματικά αποτυπώθηκε στις παραστάσεις του Λόρκα, και ενισχύθηκε περαιτέρω από το αψεγάδιαστο παίξιμο των ηθοποιών.
*Γράφει η Αναστασία Σκούλη.

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 2000 και εκεί διαμένει και σπουδάζει δημοσιογραφία. Αγαπά την λογοτεχνία, τις ταινίες, τη μουσική κι ό,τι έχει να πει μια ιστορία. Ζούσε σε δικούς της φανταστικούς κόσμους από παιδί, και μεγαλώνοντας ανακάλυψε πως μπορεί να εξωτερικεύσει τα όσα έβλεπε, μέσω της ζωγραφικής και της εξιστόρησης. Εξασκώντας αυτά, έχει εκδώσει ένα βιβλίο και ελπίζει να βγάλει προς τα έξω και άλλα από αυτά που έχει γράψει.