Ο συνθέτης που έχει «ντύσει» μουσικά θεατρική παράσταση στο Λονδίνο, αλλά και ένα επεισόδιο ταξιδιωτικής θεματολογίας σε ιαπωνικό κανάλι. Τώρα με αφορμή τον δίσκο «Τον Κήπο που Έσβησε και Εχάθη» όπου μελοποιεί την ποίηση του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη μας μιλά για αυτή την “συνάντηση”.
“Μέσω της μουσικής νιώθω να επικοινωνώ σε άλλες συχνότητες, πιο μύχιες”.
Συνέντευξη στην Αλεξία Κατσαβού.
Πως ξεκίνησε η επαφή σας με την μουσική; Πείτε μας για τις σπουδές σας στη μουσική και για την παρουσία σας σε αυτή έως σήμερα.
Ξεκίνησε με μαθήματα πιάνου. Προφανώς με την παρότρυνση των γονέων μου, που είχαν αγάπη προς την μουσική· η μητέρα μου μάλιστα είχε σπουδάσει κλασσικό τραγούδι ενώ ο πατέρας μου είχε ασχοληθεί περισσότερο με το θεωρητικό σκέλος της μουσικής στα εφηβικά του χρόνια. Σπούδασα στο Ωδείο Μουσικής Εταιρείας Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Μπήκα στον χώρο της δισκογραφίας το 2009 και προχωράω με αργούς, θα έλεγα -πλην σταθερούς- ρυθμούς.
Γιατί επιλέξατε να μελοποιήσετε το έργο του Λαπαθιώτη; Τι σας προσέφερε η επαφή με τα ποιήματά του;
Ο Λαπαθιώτης ήρθε κάπως τυχαία στο προσκήνιο. Ίσως να αποδίδω το ότι γραπώθηκα από την ποίησή του στα τέλη του 2014 σε κάποιες οριακές και ψυχοφθόρες καταστάσεις που βίωσα εκείνο τον καιρό. Στον Λαπαθιώτη αισθάνθηκα το επόμενο στάδιο αυτών των καταστάσεων μέσα από το φίλτρο της μελαγχολίας και ενός προαναγγελθέντος θρήνου. Μελοποίησα πολλά ποιήματα εκ των οποίων μόνο τρία έχω παρουσιάσει, πέρσι, στο δίσκο μικρής διάρκειας «Τον Κήπο που Έσβησε κι Εχάθη», με τον Αλέξανδρο Βαλκανά στο τραγούδι, ενώ σταδιακά δουλεύω τον επόμενο δίσκο σε ποίησή του. Πέρα από την ποίησή του αυτή καθ’ εαυτήν, νιώθω ότι η συγκυρία της ενασχόλησής μου με αυτήν με έχει οδηγήσει σε μουσικούς δρόμους πολύ ευρύτερους και ενδιαφέροντες.
Ποια αρετή πρέπει να διακρίνει έναν μουσικό;
Θα έλεγα ότι στην τέχνη που επιλέγει ο καθένας είναι ιδανική η αφοσίωση, είτε είναι μουσικός, είτε εικαστικός, είτε ηθοποιός, κ.λ.π. Και όταν σκέφτεται την τέχνη του, να σκέφτεται πρώτα απ’ όλα αυτήν.
Πως πιστεύετε πως απαντά ένας καλλιτέχνης στις δυσκολίες της εποχής;
Με το να μην ευτελίσει αυτό που έχει επιλέξει. Αν είναι να το ευτελίσει, καλύτερα να το αφήσει. Βέβαια, αυτό ισχύει πάντοτε.
Πόσο επίπονη είναι η διαδικασία της δημιουργίας για έναν μουσικό; Πως γλιτώνει από το σκοτάδι και φτάνει στο φως;
Ίσως να είναι προσωπική υπόθεση για τον καθένα, διότι ο κάθε άνθρωπος έχει την δική του ψυχοσύνθεση. Αν πετυχαίνεις κάποιες φορές αυτό που πραγματικά θέλεις στην τέχνη -χωρίς να αγγίζουμε την κοινωνική του εμβέλεια- τότε αυτό σε πηγαίνει στο φως. Αν όχι, τότε είσαι στο σκοτάδι ακόμη και αν δείχνεις περίλαμπρος.
Πόσο σημαντικό είναι να αναγνωρίζουμε τους γκρεμούς μας οι άνθρωποι; Οφείλουμε να τους αναζητάμε ή να τους αποφεύγουμε;
Όταν αναζητάς μπορείς να ανεβείς προς το βουνό ή να πέσεις από αυτό. Είναι απαραίτητοι οι γκρεμοί για μια πορεία που θέλει να αφήσει γερές μνήμες, αλλά είναι και κάτι που δημιουργεί σκεπτικισμό, φοβίες.
Η μουσική εξευγενίζει τελικά τους ανθρώπους; Ποια είναι η άποψή σας;
Θέλω να πιστεύω πως ναι. Δεν έχω, όμως, πειστεί ότι η μουσική ή η τέχνη γενικότερα εξευγενίζει. Ίσως να συγκινεί η τέχνη κάποιον που έχει εξοικειωθεί από μικρή ηλικία. Όμως, έχω αρχίσει να πιστεύω ότι η τέχνη είναι ένα κλειστό σύστημα. Ο κόσμος ανοίγει τα παράθυρά του, μπαίνει λίγο τέχνη, και τα ξανακλείνει. Ίσως μοιάζει λίγο σαν την θρησκεία. Λες δέκα-είκοσι ευχές τον χρόνο, πηγαίνεις δυο-τρεις φορές στην εκκλησία ή σε κάποιο Μυστήριο, ακολουθείς κάποια έθιμα, και νιώθεις μια διάδραση, μια επαφή. Το να ακούς τραγούδια όταν κάνεις δουλειές ή όταν κάνεις μπάνιο ή όταν πίνεις καφέ με έναν φίλο δεν νομίζω ότι έχει σχέση με την τέχνη αλλά με την κατανάλωση και μία αποζητούμενη ή επιβαλλόμενη συντροφιά. Αν με ρωτάτε με το ρήμα «εξευγενίζω», θα πρέπει η τέχνη να έχει δράσει καταλυτικά μέσα στον άνθρωπο, σε βάθος και σε διάρκεια, για να εξευγενίσει. Αλλά και στους ίδιους τους μουσικούς ή εικαστικούς δεν ξέρω αν συναντώ πιο εξευγενισμένους ανθρώπους από άλλους μη καλλιτέχνες. Πιο πολύ, μπορούμε να συνεννοηθούμε πάνω σε ένα αντικείμενο που αγαπάμε (όσοι το αγαπάμε) και να συγκινηθούμε από αυτό. Ίσως πρέπει να βάλουμε κάτω το ρήμα «εξευγενίζω» για να δούμε τι ακριβώς εννοούμε.
Ποιο είναι το κέρδος περπατώντας στο μονοπάτι της Τέχνης; Τι σας έχει προσφέρει η άμεση επαφή σας με την μουσική;
Το να μπορεί να με συνεπάρει κάτι που έφτιαξε ο άνθρωπος και δεν είναι η φύση είναι σημαντικό για μένα. Και να μπορώ ταυτόχρονα να το ασκώ ο ίδιος. Επίσης, μέσω της μουσικής νιώθω να επικοινωνώ σε άλλες συχνότητες, πιο μύχιες. Την ώρα που «σκάει» μία συγχορδία από την «Θάλασσα» του Ντεμπυσσί μπορεί και να ακούω τον παλμό του την ώρα που την συνέλαβε.
Για εσάς ευτυχία σημαίνει…
Ίσως να είναι η εξοικείωση με τον εαυτό μου, όταν αυτός με αφήνει ήσυχο. Και μια πιο εικαστική τοποθέτηση: όταν μπορώ να αντικρίσω πεντακάθαρα ένα ηλιοβασίλεμα μέσα σε μια ήσυχη πόλη· πολύ παραπάνω δε, αν το ηλιοβασίλεμα το αντικρίσω από μια έρημη ακτή.
Τι επιθυμείτε για την καλλιτεχνική σας συνέχεια;
Επιθυμώ να παρουσιάσω σύντομα τον νέο μου δίσκο, «Υποβρύχια Θέα», για σόλο πιάνο, που θα κυκλοφορήσει με καθυστέρηση το Φθινόπωρο, και την δεύτερη σειρά μελοποιήσεων σε ποίηση Λαπαθιώτη.
Για το τέλος θα ήθελα να μοιραστείτε με τους αναγνώστες μας ένα αγαπημένο απόσπασμα από κάποιο βιβλίο ή τραγούδι που κρατάτε πάντα στο μυαλό σας…
Θα ήθελα να παραθέσω ολόκληρο ένα εκπληκτικό ποίημα του Λαπαθιώτη, το οποίο, ευτυχώς, κατάφερα να μελοποιήσω, κάνοντάς το και λίγο δικό μου.
Ποιητής
Πόσο βαθύ κι ασήμαντο, συνάμα,
της Ζωής σου και της Τέχνης σου το δράμα,
σ’ ένα παιχνίδι μάταιο και γελοίο,
του Νου σου να σκορπάς το μεγαλείο!
Μέρα-νύχτα να παίζεις με τις λέξεις,
πώς, πρέπει, μεταξύ των, να τις πλέξεις
και πώς, μαζί, να σμίξεις κάποιους ήχους,
ώστε να κλείσεις τ’ Όνειρο σε στίχους!
Πόσος κόπος και πόνος κι αγωνία,
να πλάσεις απ’ τη θλίψη σου αρμονία,
–και να την πλάσεις μ’ όλους σου τους τρόπους,
για να την ξαναδώσεις στους ανθρώπους!
Μήτε κι αληθινά που ξέρω πράμα
πιο θλιβερό, απ’ του πόνου σου το δράμα,
του Πόνου αυτού, που στέργει για κλουβί του,
το χώρο ενός ανθρώπινου αλφαβήτου!
… Κι αφού, σαν τα μικρά παιδάκια, παίξεις,
τόσο καιρό, με ρίμες και με λέξεις
κι όλες σου τις ελπίδες αφανίσεις,
χαμένος, όλος, μες στις αναμνήσεις,
μόλις φανούν οι πρώτες μαύρες τύψεις,
κι έρθ’ η στιγμή να σκύψεις, να μη σκύψεις,
μα παίρνοντας μαζί, το θησαυρό σου,
το Γολγοθά σου ανέβα, και σταυρώσου!

Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Κατέχει πιστοποίηση στο σύστημα γραφής Braille και παρακολουθεί σεμινάρια στον τομέα της Συμβουλευτικής Ψυχικής Υγείας.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία και το ραδιόφωνο. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τους περίπατους, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του ελληνικού καφέ από την κούπα της μαμάς της.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την πηγαία ευγένεια, τις ευχές, τις πράξεις που έχουν ένα τεκμήριο αγάπης μέσα τους, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό, τα βλέμματα που δεν έχουν ανάγκη από φίλτρα φωτογραφικά για να δείξουν την λάμψη τους.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.