Μου αρέσει να χτίζω όνειρα σε μια μικρή γωνιά του μυαλού μου και να επιστρέφω σε αυτά όταν το καταφύγιο της πραγματικότητας δεν είναι πια ασφαλές.
Έτσι, τις στιγμές που η καρδιά μου σκοτεινιάζει, ανοίγω την πόρτα της λιακάδας που με περιμένει στην άλλη πλευρά.
Προσπέρασα κάθε λογής συναίσθημα καλό ή κακό, όμορφο ή άσχημο κι αν κάποιο από αυτά σημάδεψε για λίγο το χαμόγελό μου το άφησα κι εκείνο πίσω.
Έχασα τον εαυτό μου… Τον είδα να μάχεται με σκέψεις φαντάσματα, εμπόδια που του έβαζαν τρικλοποδιά, μα πριν τον αποχαιρετήσω, βρήκα ξανά τη δύναμη να τον πλησιάσω ξανά.
Υιοθέτησα συνήθειες που μου επέτρεπαν να μένω στάσιμη, μα η παραμονή μου σε αυτές καθόρισαν τα όριά μου.
Δέχτηκα να κλειστώ έξω από πόρτες στις οποίες η ίδια είχα αφήσει από μέσα το κλειδί απλά και μόνο για να αλλάξω καινούρια κλειδαριά.
Σκόρπισα σκέψεις σε μια κόλλα χαρτί, τις έκρυψα μέσα σε λέξεις γεμάτες νόημα. Πίστεψα πως εκπληρώνονται όταν κάποιος τις διαβάσει, όμως το μόνο που κατάφερα είναι να παραμείνουν αθάνατες στον χρόνο.
Έμεινα πίσω να κοιτάζω πόσοι με ακολούθησαν μέχρι εδώ κι εκείνοι έγιναν αγαπημένα κι αναπόσπαστα κομμάτια της ζωής μου.
Γκρέμισα και έχτισα ξανά απ’ την αρχή. Κι αυτό γιατί κατάφερνα πάντα να βλέπω προορισμούς σε μπερδεμένους χάρτες ακόμα και τις στιγμές που δεν είχα πυξίδα.
Έμαθα πως οι κρυμμένοι θησαυροί θάφτηκαν από σπουδαίους συνοδοιπόρους που ταξίδεψαν με σημαία την ελπίδα να βρουν την αγάπη κι όταν την βρήκαν, όλος ο χρυσός δεν είχε αξία πια.
Γέλασα ξανά, ξέρω πως θα υπάρξουν φορές που θα κυλήσουν πάλι δάκρυα, όμως δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς εκείνα γιατί μου δείχνουν πως είμαι ζωντανή.
Και κάπως έτσι θα ζωγραφίσω πάλι λιακάδες όσο ο ουρανός κι αν συννεφιάζει.
Θα είμαι εδώ για την στιγμή που θα αντικρίσω την πρώτη φωτεινή ακτίνα που δειλά τρυπάει το σύννεφο ώσπου να δω πως το διαπερνά.
*Γράφει η Μαίρη Νταουξή.

Εγώ δεν είμαι ό,τι γνωρίζεις.. Η φορά του ανέμου δεν με παρέσυρε ποτέ. Ακούω μονάχα στην αγάπη. Μια λέξη γνώριμη, γεννημένη από τα βάθη τρυφερών και άσπιλων συναισθημάτων. Μονάχα εκείνα άφησα να με καθορίσουν και να πλάσουν μέσα μου κόσμους ολόκληρους. Αν ζωγραφίσεις με τα πινέλα της ενσυναίσθησης μια αγκαλιά αληθινή, ξέχασέ με εκεί μέσα να κουρνιάσω. Μη με ξυπνήσεις αν θες να γράψω για σένα την πιο όμορφη ιστορία. Ένα παραμύθι σ’ ένα βιβλίο ανοιχτό που καθώς διαβάζεις ίσως δεις τον εαυτό σου μέσα στις ατσαλάκωτες σελίδες του.