Μέρα παράξενη, μα όχι θαυμάσια μέρα. Και οι προηγούμενες μέρες το ίδιο. Μέρες παράξενες, μα όχι θαυμάσιες μέρες. Και οι προηγούμενες εβδομάδες το ίδιο. Εβδομάδες παράξενες, μα όχι θαυμάσιες εβδομάδες. Και οι προηγούμενοι μήνες το ίδιο. Μήνες παράξενοι, μα όχι θαυμάσιοι μήνες. Και τελικά και ο χρόνος που περνά είναι χρόνος παράξενος, μα όχι θαυμάσιος χρόνος. Οι ειδήσεις για ακόμη μια εβδομάδα ήταν βαριές. Ήταν δυσοίωνες. Ήταν ψυχοφθόρες. Όταν μάλιστα έρχονται να προστεθούν στα προσωπικά φορτία που κουβαλά ο καθένας, οι ειδήσεις γίνονται ακόμη πιο ψυχοφθόρες, ακόμη πιο δυσοίωνες, ακόμη πιο βαριές. Ωστόσο, σε κάθε σκοτάδι κρύβεται και ένα φως και, είτε το πιστεύω είτε όχι, θα αξιοποιήσω αυτή τη φράση για να φτάσω στο θέμα μας. Το θέμα μας λοιπόν είναι πως το δικό μου τρίλεπτο φως για σήμερα το βρήκα με αφορμή την παρακάτω ιστορία, την οποία επιτρέψτε μου και να σας διηγηθώ.
Είναι αργά το απόγευμα και εκείνη αναρωτιέται τι ρούχα να φορέσει, καθώς βάφεται και βουρτσίζει τα μακριά και ξανθά της μαλλιά. Γυρνά και με ρωτά αν μου φαίνεται εντάξει και της απαντώ πως απόψε μου φαίνεται υπέροχη. Πηγαίνουμε σε ένα πάρτι και όλοι γυρνούν και κοιτούν αυτή την όμορφη δεσποινίδα που περιπλανιέται μαζί μου στον χώρο. Τότε εκείνη με ρωτά αν αισθάνομαι εντάξει. Της απαντώ πως ναι, πως αισθάνομαι υπέροχα απόψε. Και αισθάνομαι υπέροχα, διότι βλέπω το φως της αγάπης στα μάτια της και το πιο αξιοπερίεργο είναι ότι εκείνη δεν συνειδητοποιεί πόσο πολύ την αγαπώ. Είναι όμως ώρα να γυρίσουμε σπίτι και έχω πονοκέφαλο. Έτσι, της δίνω τα κλειδιά του αμαξιού και με βοηθά να ξαπλώσω. Τότε, καθώς σβήνω το φως, της λέω <<Αγάπη μου, ήσουν υπέροχη απόψε.>>
Για όσους δεν το έχουν ήδη αντιληφθεί ή για όσους δεν το γνωρίζουν, η παραπάνω μικρή ιστορία είναι ουσιαστικά οι στίχοι του τρίλεπτου καταπραϋντικού τραγουδιού που άκουγα στο repeat σήμερα. Πρόκειται για το τραγούδι του Έρικ Κλάπτον με τίτλο << Wonderful tonight>>. Μάλιστα, μπήκα στη διαδικασία να ψάξω την ιστορία πίσω από αυτό το τραγούδι και είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, οπότε λέω και να σας την παραθέσω. Ο Κλάπτον λοιπόν, είχε τρελό έρωτα για την γυναίκα που είχε παντρευτεί ο φίλος του, Τζόρτζ Χάρισον και η οποία άκουγε στο όνομα Πάτυ. Ο γάμος τους ωστόσο βρισκόταν σε μια διαρκή κρίση και ο διάσημος κιθαρίστας είχε κάνει αρκετές αποτυχημένες απόπειρες να την κάνει δική του. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτής του της προσπάθειας την είχε απειλήσει πως αν δεν τον ακολουθούσε θα έπεφτε στα βαριά ναρκωτικά, όπως και έγινε κατά τα επόμενα χρόνια , ενώ για την ίδια, μετά από μια αποτυχημένη ερωτική εξομολόγηση, έγραψε και το τραγούδι <<Layla>>. Τα χρόνια πέρασαν, ο Κλάπτον απεξαρτήθηκε και ήταν σε θέση να την διεκδικήσει εκ νέου μιας και ο γάμος της είχε λήξει οριστικά. Αυτό και έγινε. Οι κατά το παρελθόν άκαρπες προσπάθειές του καρποφόρησαν και μετά από πέντε χρόνια σχέσης, Έρικ και Πάτυ, παντρεύτηκαν. ‘Έτσι, κατά την προετοιμασία μιας κοινής τους εξόδου, η Πάτυ ρωτά τον τραγουδιστή πώς του φαίνεται, με τον ίδιο να της απαντά πως του μοιάζει υπέροχη.
Απόρροια του παραπάνω διαλόγου αποτέλεσε λοιπόν, ένα πολύ όμορφο τραγούδι με μουσική που χαϊδεύει την ψυχή και στίχους που μέσα από την απλότητά τους ξεχειλίζει μια πολύ ειδυλλιακή ατμόσφαιρα. Ίσως ακριβώς εκεί να βρήκα κι εγώ το δικό μου φως για το οποίο σας μίλησα πριν. Στην ελπίδα, δηλαδή, πως θα έρθει ξανά ο καιρός που ο χρόνος θα κυλά απαλά, θα πηγαίνουμε σε όμορφα μέρη με ωραίες παρέες και όταν επιστρέφουμε στο σπίτι το αγόρι μας ή το κορίτσι μας θα μας λέει πως απόψε μας βρίσκει υπέροχους. Και εμείς θα κοιμόμαστε ανάλαφροι, γνωρίζοντας πως όταν ανοίξουμε το πρωί τα μάτια μας, δεν θα χρειαστεί να έρθουμε ξανά αντιμέτωποι με μια συνεχόμενα φρικτή επικαιρότητα.
Να ακούσετε το τραγούδι και να ταξιδέψετε όπως εσείς θέλετε μαζί του!
Καλές γιορτές!

Γεννήθηκα στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1995 και μεγάλωσα σε επαρχιακή πόλη της Βοιωτίας, με καταγωγή από ορεινό χωριό της Καρδίτσας. Το 2018 αποφοίτησα από το τμήμα της Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από μικρή θυμάμαι τον εαυτό μου μπροστά σε έναν καθρέφτη να μιλάω σε ένα αόρατο κοινό εκφράζοντας τις απόψεις και τις σκέψεις μου. Αυτή μου η ανάγκη ενσαρκώθηκε πριν κάποια χρόνια με τη δημιουργία του προσωπικού μου blog στο διαδίκτυο.
Μου αρέσει η μυρωδιά του γιασεμιού, οι παφλασμοί των κυμάτων, τα μικρά κυκλαδονήσια και τα πεφταστέρια, ενώ παράλληλα φλερτάρω με την ιδέα της προσωρινής διαμονής σε κάποιο ήσυχο νησί. Με τρομάζουν η απώλεια, τα κενά βλέμματα, η συνήθεια και ότι τα δεδομένα κάποια στιγμή θα γίνουν ζητούμενα. Απεχθάνομαι το δήθεν, την αδικία και την υπεροψία. Αγαπώ τα ζουμερά μαγουλάκια των μωρών, τον εθελοντισμό, τα καθαρά βλέμματα και τους διαλλακτικούς ανθρώπους με κοινωνικές ανησυχίες. Θαυμάζω τους μαχητικούς ανθρώπους με όραμα και πίστη στα όνειρά τους. Προσπαθώ να εμπιστεύομαι την ροή των πραγμάτων και να γίνω ο άνθρωπος που ο μικρός μου εαυτός θα θαύμαζε. Τέλος, όταν η σκέψη ψάχνει καταφύγιο, ανασύρει την εξής εικόνα: καλοκαίρι στο χωριό, να τρώω τα γεμιστά της μαμάς κάτω από τον έλατο στην αυλή, με θέα το δάσος.
Τάσσομαι υπέρ της φιλοσοφικής αρχής πως ο άνθρωπος γεννιέται ως “λευκός πίνακας” και διαμορφώνεται από τα βιώματα και τις εμπειρίες κατά τη διάρκεια της ζωής του για αυτό και η ενότητά μου ακούει στο όνομα “Tabula Rasa”.