Κείμενα   Ανησυχίας

 

 

ἔπεα πτερόεντα,

 

 

Γράφει η Μαρία Σκουλαρίκου –  Πανούτσου.

 

L’enfer, c’est les autres

Jean-Paul Sartre 

 

Τα Κείμενα Ανησυχίας είναι επικοινωνία με τους άλλους καλλιτέχνες και το έργο τους. Κείμενα που γράφτηκαν μετά τον ερεθισμό που μου προξένησε η δουλειά τους. Είναι η ματιά μου στο έργο των άλλων. Αλλά πως μπορείς να μιλήσεις για το έργο των άλλων, χωρίς να μιλήσεις και για σένα;
Τα Κείμενα Ανησυχίας είναι προσεγγίσεις ‘στο έργο’ στην δράση, των ανθρώπων. Απλοί εργάτες, τεχνίτες, επιστήμονες, καλλιτέχνες. Μια ματιά στο έργο τους, δηλαδή στην ζωή τους. Γιατί όμως η ανησυχία; Η ανησυχία είναι η αμφιβολία για ό, τι βλέπω και για τον τρόπο που το βλέπω. Είναι για την ματιά μου και το στοίχημα για μια ισορροπία μεταξύ της υποκειμενικής και αντικειμενικής θεώρησης, για μια αλήθεια που είναι κινούμενη άμμος. Για ένα σύννεφο που είναι η ζωή μας, για το πουλί που σπαρταρά στο στήθος μου και καταλαγιάζει μόνο για λίγο στην αγκαλιά του αγαπημένου, ή στο τέλος μια σημαντικής προσπάθειας.
Οι άλλοι, ο άλλος, αυτή η μάχη με την αποδοχή του εαυτού μας ουσιαστικά. Αναγνωρίζω τον άλλον σημαίνει ότι έχω βάλει κάποια όρια  σε μένα και εκεί που λιώνουν – τελειώνουν -τα όρια μου, μπορώ να δεχτώ την εφαπτομένη ενέργεια των άλλων. Μια μάθηση που ξεκινά από την παιδική ηλικία.
Η ανησυχία εμφανίζεται στην πρώτη επαφή μου με κάτι νέο. Μια πόρτα ανοίγεται ένας καθαρός αέρας φυσάει, έστω και για λίγο, όσο κρατήσει αυτός ο ερεθισμός, που σε κάποιες περιπτώσεις κρατά μια ζωή όπως η περιέργεια μου για τον Πικάσο και το έργο του.
Ζωγράφοι, μουσικοί, συγγραφείς, ποιητές, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, δάσκαλοι, κτίστες, μαραγκοί, απλοί άνθρωποι, που με εντυπωσίασαν και με κέρδισαν με την γνησιότητά τους.
Τα κείμενα αυτά θα εκφράζουν αισθήματα ανησυχίας για μένα και για τους άλλους με πληθώρα ερωτημάτων που προκύπτουν αφού ή επαφή με έναν άνθρωπο ή το έργο του είναι ένα ταξίδι που ποτέ δεν ξέρεις που θα σε οδηγήσει.
Το κοινό σε όλα τα κείμενα αυτά, είναι ότι όλα θα αφορούν τους άλλους, μια αέναη προσπάθεια για την ουσία της ζωής μας, που είναι οι άλλοι, ο άλλος

Παράδεισος και η κόλαση η σχέση μας με τους άλλους και πως απομονώνουμε μέσα από την διεργασία αυτή και προφυλάσσουμε, την δική μας πνευματικότητα.

Το να γνωρίσεις τα όρια σου και να τα αποδεχθείς, κάπως ημερεύει. Σε όλη σου την ζωή σε γαργαλάει ένα πέταγμα κάτι το ατελές, που μοιάζει σαν να έχεις αργήσει σε ένα ραντεβού  και είσαι βιαστικός γιατί κάτι σε περιμένει, αλλά δεν ξέρεις τι ακριβώς. Κάτι αυτό το κάτι σε σπρώχνει να χαρείς την ύπαρξη σου χωρίς εκπτώσεις, να μετράς τον χρόνο που σου δόθηκε, για να ολοκληρώσεις την διεργασία αυτή, με ανυπομονησία, με την χαρά παιδιού που γνωρίζει έναν νέο φίλο.

Τα κείμενα αυτά είναι κείμενα αγάπης και εκτίμησης στο έργο των άλλων και όταν ακόμη  δεν έχω εκφραστεί πάντα με κολακευτικά λόγια.

Εξάλλου «ο λόγος» των άλλων είναι για μας βάλσαμο ακόμη και πικρόχολος αν είναι, έτσι  το αντιλαμβάνομαι εγώ. Ζυγιαζόμαστε σαν τα πουλιά στον αέρα.

Ίσως η προσέγγιση μου να είναι κάποιες φορές παιδική ή εφηβική, αλλά και αυτό δεν με τρομάζει – όχι ότι δεν τρομάζω γενικά -αλλά να, τίποτα δεν κρατά αιώνια, ούτε ο τρόμος.

 

Μαρία    Σκουλαρίκου – Πανούτσου.

 

 

 

Αφιέρωμα σε δύο μέρη

 

     ΔΙΟΝΎΣΗΣ  ΠΆΛΜΑΣ

 

Α΄ μέρος

Ο Διονύσης Πάλμας είναι ζωγράφος, γλύπτης, αγιογράφος, συντηρητής έργων. Δεν έχω γνωρίσει στην ζωή μου άνθρωπο τόσο ταλαντούχο, δεξιοτέχνη, μάστορα  εργατικό, δοτικό, έτοιμο να δοκιμάσει νέες εμπειρίες και συγχρόνως αφοσιωμένο στην τέχνη του. Πολυτεχνίτης με  μια κοσμοθεωρία που μέσα της χωρούσε χρονικά και τοπικά όλος ο κόσμος. Το ανήσυχο μυαλό του δεν τον κράτησε μακριά από το να δοκιμάσει ό, τι είχε σχέση με την τέχνη του. Γνωριστήκαμε και  η φιλία έγινε μια σχέση που κράτησε και τους δυό μας δημιουργικά, μια ολόκληρη δεκαετία, πολύ κοντά, πολύ δεμένοι ο ένας με τον άλλον. Ήταν και τα πρώτα δικά μου επαγγελματικά ανοίγματα  και η πρώτη πυκνή δραστηριότητα στην ποίηση και στο θέατρο.

1980 – 1990 Η ελληνική περίοδος. Η αναζήτηση της ταυτότητας με την γνωριμία της ελληνική γης και του ελληνικού σύγχρονου πνεύματος.

Η γνωριμία με σημαντικούς ανθρώπους της εποχής εκείνης, με συναντήσεις που προέκυπταν από το πουθενά. Και όλο πλούτιζαν τις αρχικές τάσεις και επιθυμίες για μια ζωή δημιουργική, με τις αρχές που είχα κληρονομήσει από την οικογένεια και  τα διαβάσματα μου.

Μόλις είχα γυρίσει από Πολωνία. Είχα ήδη δείξει σημάδια της πορείας που θα ακολουθούσα. Με τον Διονύση αν και διαφορετικοί άνθρωποι είχαμε πολλά κοινά σημεία. Ήμασταν εργατικοί, δημιουργικοί, ανήσυχοι και αγαπούσαμε την μελέτη την έρευνα και την λεπτομέρεια στην τέχνη και στην ζωή. Για μένα ήταν αποκάλυψη η ζωγραφική στην πράξη. Το άδειο τελάρο που ξαφνικά  φέρνει στα μάτια σου ένα νέο ολόκληρο κόσμο. Στο σχολείο είχα  κλίση, καλά πήγαινα  στο μάθημα των τεχνικών. Αγαπούσα την ζωγραφική, και μελετούσα την ζωή και το έργο των ζωγράφων αλλά ότι θα ζωγράφιζα εγώ η ίδια  δεν  περνούσε σαν σκέψη από το μυαλό μου. Ο Διονύσης  έγινε δάσκαλός μου στην τέχνη της ζωγραφικής. Δεν μας έφτανε που ο καθένας είχε την αφοσίωση του, αλλά και μεταξύ μας  ανταλλάσσαμε ιδέες και γνώσεις. Σε αυτήν την πλευρά  της σχέσης μας – στην καλλιτεχνική –  θα μείνω, αφού θέλω να μιλήσω μόνο για τον καλλιτέχνη Διονύση Πάλμα. Τα της ζωής  του και τα της ζωής μας ανήκουν στις μνήμες μας και μόνο.

Ο Διονύσης Πάλμας γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1949.

Η ζωγραφική του έχει επιρροές από την ζακυνθινή και επτανησιακή σχολή τόσο στην ζωγραφική του όσο και στην Αγιογραφία. Φαίνεται επίσης καθαρά στο έργο του, οι επιρροές από τον Σουρεαλισμό να παντρεύονται με τις πνευματικές ανησυχίες της Ορθοδοξίας. Όμως τα στοιχεία της ζωγραφικής του μας οδηγούν πολύ μακριά. Έτσι όλη η ελληνική παράδοση από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τα χρόνια του μεσοπολέμου και λίγο αργότερα στις αρχές του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Θα έλεγε κανείς ότι δεν τον ενδιέφερε τόσο ο σύγχρονος  κόσμος – ο κόσμος που τον περιβάλλει αλλά ο κόσμος που αγάπησε μέσα από διηγήσεις, μελέτη, την προσωπική του έρευνα και την ιστορία της ζωγραφικής.

Η καταγωγή του από του Έλληνες της Μικράς Ασίας έχει αφήσει μέσα του, τα σημάδια μιας απώλειας και μια ανεκπλήρωτη επιθυμία σχεδόν ιερή για ενότητα με τους προγόνους. Η γυναικεία φιγούρα στο έργο του ποτέ σε απόλυτο ρεαλισμό. Εδώ έχουμε μια αναζήτηση με εξπρεσιονιστική διάθεση, στο πρόσωπο και σώμα της γυναίκας.

Η αναζήτηση της ψυχής της γυναίκας που απεικόνιζε, έχει ενδιαφέρον για τον ίδιο καθότι δεν του αρκεί το στοιχείο το ερωτικό, ή η ομορφιά και φρεσκάδα στο πρόσωπο και στο σώμα, αλλά αναζητά με αγωνία αυτό που αντιπροσωπεύει η γυναικεία φύση.  Εντυπωσιασμένος από τον κόσμο δεν αφήνεται σε αυτήν την πρώτη εντύπωση, και προχωρά γοργά στις εσώτερες ανάγκες του ανθρώπου και τα μυστήρια της φύσης.

Γέννηση -έρως -θάνατος και στο ενδιάμεσο, μια ατέρμονη αγωνία. Δεν πρέπει να αμελήσω να αναφέρω για το γκροτέσκο στοιχείο που υπάρχει σε πολλά του έργα, άλλοτε φανερά άλλοτε να υποβόσκει και εκτονώνει με αυτό τον τρόπο, μια σαρκαστική και κυνική του διάθεση.

Το έργο του αποτελείται από τις μελέτες με μολύβια και κάρβουνο, την ενότητα των ρεαλιστικών πορτρέτων με συχνά αγιογραφική διάθεση και τεχνοτροπία, τα μεγάλα με  λάδια συμβολικά του έργα, καθώς και η αγιογραφία και τοιχογραφία που τόσο πιστά υπηρέτησε.

Καθώς ανατρέχω στο έργο του, τόσο διαφορετικό τόσο ποικίλο σε Σχολές, τεχνοτροπίες  και επιρροές, διαπιστώνω συγχρόνως τα δακτυλικά προσωπικά χαρακτηριστικά του αποτυπώματα, γι’ αυτό και το έργο του, τόσο ιδιαίτερο και μοναδικό.

Με τον Διονύση Πάλμα ξεκινήσαμε μαζί το ΘΈΑΤΡΟ ΤΟΜΉ το 1980 αμέσως με την επιστροφή μου από την Πολωνία μέχρι το 1989 που με βοήθησε να δημιουργήσω τον προσωπικού μου χώρο διδασκαλίας και σκηνοθεσίας, στο Παγκράτι το Εργαστήρι εκφραστικών τεχνών,

Κάπου εκεί και μετά από το ταξίδι μας στο Βερολίνο το 1990 κοντά στο τέλος του τείχους της ντροπής  –  εκεί  χρονικά, αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στην φιλία, μια φιλία  που  συνεχίζει ακόμη και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές.

Η περίοδος 1980 – 1990 ήταν για μένα μια από τις δυο σημαντικές περιόδους της ζωής μου. Τον ευχαριστώ για αυτήν την διαδρομή.

 

Στο επόμενο το δεύτερο μέρος του αφιερώματος.

 

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΘυμήσου τον Σεπτέμβρη / Αu Revoir
Επόμενο άρθροΣοφοί και Άγιοι, Περικλής Κοροβέσης
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού. Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Σπούδασε στο Open University of London Humanities - Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London. Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ». Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London. Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.