Χάρης Κοντοσφύρης_Γιώργος Πανταζής

Αν παρατηρήσουμε τον δρόμο, οι θόρυβοι φτάνουν εξασθενημένοι, οι κινήσεις του μοιάζουν φαντάσματα και ο ίδιος ο δρόμος, εξαιτίας του τζαμιού που είναι διαφανές μεν αλλά σκληρό και άκαμπτο, μοιάζει μ’ ένα ον απομονωμένο που πάλλει κάπου στο «υπερπέραν», αναφέρει ο Καντίνσκι στο βιβλίο του Σημείο-Γραμμή-Επίπεδο.

Αν επιχειρήσουμε να βγούμε από την πόρτα ή να εκπαραθυρωθούμε, θα μετάσχουμε στη νοητή συνέχεια μας, που είναι το πέραν, το κοντινό υπερπέραν και εκεί ένα παιχνίδι χρωματιστών κηλίδων συσσωρεύει και διασκορπίζει ένα υπέροχο γκρι. Γραμμές κατακόρυφες και οριζόντιες, εύκαμπτες και ελικοειδείς μας αγκαλιάζουν και παραλύουμε από τον ερεθισμό των αισθήσεων. Ο Γιώργος Πανταζής οργιάζει μέσα σε μια λαϊκή αγορά φρούτων και λαχανικών. «Είναι λιακάδες που πρέπει να σωθούν» (Γιάννης Στίγκας, Η όραση θα αρχίσει ξανά, εκδ. Κέδρος 2006). Ο Χάρης Κοντοσφύρης χάνεται μέσα στα κλαδιά μιας καρυδιάς και στις αντηχήσεις πουλιών και φυλλωμάτων, στον «βοτανισμό του ορίζοντα και τα ονειρόδεντρα» (Νίκος Καρούζος, «Κατέβηκε τη φύση κι ανέβηκε την πράξη», Τα ποιήματα, δεύτερος τόμος, 1979-1991, εκδ. Ίκαρος).

Ενώ η πραγματικότητα για τους δύο καλλιτέχνες είναι ένα μυστήριο, στρεφόμενοι στον υπαινιγμό και την αμφισημία αντί για τη νοηματοδότηση, στην επιθυμία αντί για το επιχείρημα, προσπαθούν να μην την αναπαραστήσουν απλώς. Όπως σημειώνει ο Paul Klee, «Η Τέχνη δεν αναπαριστά το ορατό. Καθιστά κάτι ορατό». Στο παιχνίδι της παρατήρησης (ντοκιμαντέρ της Εύας Στεφανή), το κοντινό υπερπέραν «…είναι πιο κοντά σε μια έννοια της πραγματικότητας που περιλαμβάνει τον φόβο, το όνειρο, τον ύπνο, την έκσταση», αυτό που ο Nietzsche ονομάζει  «υγιή ζωώδη λογική».

Το υπερπέραν βρίσκεται ενεργητικά γύρω μας. Η έκθεση των δύο εικαστικών είναι μια συναρπαγή των πέραν κόσμων. Ζωγραφική σε γυαλί, μουσαμά και ξύλο με το πιο πολύχρωμο υγιές γκρι του Χάρη Κοντοσφύρη και το πιο ζωώδες καθαρό χρώμα του Γιώργου Πανταζή. Η έκθεση παρουσιάζει τη μνημονική συνέχεια του καλοκαιριού, γεμάτη νοσταλγία για το χρώμα που κατατρώει ο ξέφωτος ήλιος και αποκαλύπτει το σχεδόν πηγμένο φως του  φθινοπώρου.

 

 

Χάρης Κοντοσφύρης/ Γιώργος Πανταζής

Σεπτέμβριος 2019

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροMadebygrey: «Εγώ νιώθω πάντα γυμνός στη σκηνή»
Επόμενο άρθροΓιὰ τὴ ζωή, Ναζίμ Χικμέτ
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017. Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ. Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό. Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια... Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων. Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία… Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή… Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.