«Ιστορίες Μνήμης»

Της Μαρίας Πανούτσου

 

 

Φώτο. Hanaa Malallah

Ο Al Aayan, ήταν ένας άνθρωπος πιστός

Αφήγημα

 

 
Even if the religions 
are separate, 
the road is one
Ismail Emre 

 

Ο πατέρας μου, αρέσκετε να ψωνίζει στα παζάρια. Του ήταν το αγαπημένο του στέκι. Όχι ένα καθορισμένο σημείο, αλλά όλη η αγορά. Του άρεσε  να χάνεται μέσα στο πλήθος να συναναστρέφεται κόσμο, να αγγίζει με τα μάτια και με τα χέρια τα καλούδια, να γεύεται μυρωδιές και γεύσεις. Να μιλάει με τους εμπόρους και πραματευτές, να επικοινωνεί σε γλώσσες άλλες. Ταξιδεμένος. Ήξερε λίγο, από πολλές γλώσσες. Εξ άλλου μαθήτευσε καλά την γλώσσα των ήχων μια και ήταν μουσικός και την γλώσσα του σώματος, αφού ήταν εραστής. Οι άνδρες δεν είναι όλοι εραστές. Ο πατέρας μου ήταν. Με καταγωγή από την Μακρινή  Ισπανία, από τους μαυριδερούς πειρατές της Ιβηρικής χερσονήσου, με το σκουλαρίκι στο αριστερό αυτί ή στο δεξί ανάλογα με τις προτιμήσεις των ανδρών, δεν υπήρχε κανόνας, με τα μαύρα μάτια σαν κάρβουνο, τα εβένινα μαλλιά το λιγνό κορμί και το διαμαντένιο χαμόγελο. Αυτός ήταν ο πατέρας μου. Κάποτε βρεθήκαμε σε ένα μακρινό τόπο.  

 

Κάποτε, βρεθήκαμε σε ένα μακρινό τόπο. Θυμάμαι για μέρες, φυσούσε και έβρισκα την άμμο θαμπά χρυσή και σκληρή, βαθειά μέσα μου, στα ρουθούνια, στο στόμα, στις πτυχές του σώματος. Τέτοιες μέρες κυκλοφορούσαμε- αν κυκλοφορούσαμε- με προστασία και δυσκολία. Τα υφάσματα λεπτά, δροσερά, κάλυπταν το πρόσωπο. Περίεργο, δεν θυμάμαι την ζέστη, τόσο καθοριστική  γι’ αυτόν τον τόπο, αλλά  με την πρώτη αναφορά, έρχεται στο μυαλό μου, η άμμος και οι ακρίδες. Ίσως γιατί σήμαινε αποκλεισμό και το ένα και το άλλο. Αυτός ο αποκλεισμός για μας τους δυτικούς, ήταν συμβολικός. Εκφραστής μιας δυστοκίας με τον περιβάλλον, και τις αρχές αυτού του τόπου. Βαγδάτη, δεκαετία του ‘60.

Ο μανάβης που είχε επιλέξει ο πατέρας μου να ψωνίζει, δεν ήταν στην κεντρική αγορά, αλλά κάπως κοντά στην περιοχή που μέναμε. Ένα μαγαζάκι στο πουθενά, σε ένα  σταυροδρόμι,  ένα χαμηλό κτίσμα που έμοιαζε πιο πολύ με την παράγκα του καραγκιόζη παρά με μανάβικο, όπου τα φρούτα και τα λαχανικά, όλα με ζωηρά χρώματα, περίμεναν τους αγοραστές, απλωμένα παντού. Το όνομα  AL Aayan το  έδωσαν στον μανάβη, οι πελάτες του. Σημαίνει, κατι σαν «το δώρο του θεού».

Οι πελάτες που αναφέρω, άνθρωποι που ζούσαν για λίγο ή για πολύ στην Βαγδάτη. Άφηναν ένα κόσμο λίγο ή  πολύ γνωστό, για ένα κόσμο που είχε ακόμη τα σημάδια της Αγγλικής Αυτοκρατορίας πριν περάσει σε μια άλλη πιο δεινή  αυτοκρατορία. Βούλγαροι, Έλληνες, Ιταλοί, Ισπανοί, Ινδοί, Κύπριοι, Αμερικανοί, Άγγλοι κυρίως Άγγλοι και Άραβες. Αυτοί ήτα οι πελάτες του Al Aayan.

Ο γέρος  Άραβας τους μάγευε, με τη  φωνή του – μια  ζεστασιά που ξεχείλιζε από ό, τι έκανε και έλεγε-που θρυμμάτιζε τον ήχο και άλλοτε νερό σε πηγή. Η γνήσια συμπεριφορά του, η πηγαία ευγένεια. Πάντα γελαστός,  ασχημούλης, κοντός, ευκίνητος, λίγο σκυφτός, αιώνιος, μύριζε  θυμάμαι, τοίχο υγρό. Το πραγματικό του όνομα, ήταν αυτό του παππού του, του πατέρα και προπάππου του ’Ισμαήλ’.

Έβλεπα τα πρόσωπα, το δικό του και του πατέρα μου να συνομιλούν περισσότερο στην  γλώσσα των χεριών και των ματιών και ένιωθα ευφορία. Μήπως ήταν οι στιγμές του παραδείσου και εγώ τόσο μικρή, τόσο ανυποψίαστη, δεν αναγνώρισα την στιγμή;

Τι σημαίνει πίστη; Τότε παιδί όπως ήμουν, την είχα συνδέσει με την αφοσίωση. Αν τότε  ήμουν ενήλικη και ρωτούσα τον γέρο Ισμαήλ, τι σημαίνει γι αυτόν η πίστη, ίσως σήμερα ήξερα κάτι παραπάνω για το θέμα αυτό.

Σε περίοδο του Ραμαζανιού πρωτοείδα τον κύριο Ισμαήλ. Είχαμε πάει με τον πατέρα μου για ψώνια. Ο πατέρας μου μιλούσε με την μητέρα μου  συχνά για τον κύριο Ισμαήλ και ήταν σαν να τον ξέρω λιγάκι. Όταν φτάσαμε στον μαγαζί τον αναζήτησα με το βλέμμα. Ξάφνου καθώς ήρθα πιο μέσα στο χώρο που ονόμαζαν μαγαζί, είδα ένα ανθρωπάκο να κάθεται σε ένα μικρό σκαμνί και να μιλάει  με έναν πελάτη. Ήταν χαμογελαστός αλλά τι παράξενο, ήταν χτυπημένος στο μέτωπο. Το αίμα είχε ξεραθεί καθώς είχε κυλήσει στο πρόσωπο. Είχε δημιουργήσει μια διακλάδωση λεπτή, από τις ρίζες των μαλλιών, κάτι σαν δαντέλα λεπτή κόκκινη, που έφτανε μέχρι τα μήλα, του αριστερού μάγουλου. Τον κοίταξα. Όπως ακριβώς μου τον περιέγραφε ο πατέρας μου, εκτός από το ξεραμένο αίμα.

Επέμενα να τον επισκεφτούμε και πάλι, για να δω αν είχε καθαρίσει τα αίματα. Τον βρήκα όπως και πριν. Ο πατέρας μου τον χτύπησε στον ώμο φιλικά και εγώ ζήτησα ντροπαλά, αν μπορούσε να ρωτήσει τον κύριο Ισμαήλ γιατί δεν πάει στο γιατρό για το τραύμα και γιατί δεν το καθάριζε, ενώ μύγες κολλούσαν και ξεκολλούσαν στο μέτωπο του. Ο πατέρας μου γνώριζε την απάντηση αλλά μου έκανε την χάρη και ρώτησε τον κύριο Ισμαήλ, ό, τι επιθυμούσα να μάθω.

Εκείνος με κοίταξε για λίγο και τότε με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στο πίσω μέρος του μαγαζιού, μια αλάνα με καφάσια και εργαλεία. Εκεί είχε μια βρύση. Έπλυνε το πρόσωπο του, καθάρισε τα αίματα, άφησε το κεφάλι του να βραχεί και να πλυθεί και με ένα τίναγμα του νερού, το σήκωσε και πρόσφερε το πρόσωπο του καθαρό και γερό σε μένα. Και είπε στα Αραβικά: «Ο Αλλάχ ο παντοδύναμος να σε έχει καλά Μαρία».

Δεν γύρισα στο Ιράκ ποτέ. Μια εικόνα από τον καιρό εκείνο μου είναι αρκετή: Το τραίνο να διασχίζει την έρημο καθώς περνάγαμε από μέρη μυθικά, ερείπια ενός πολιτισμού. Φεύγοντας από την Μοσούλη, τα δάκρυα μούσκευαν το πρόσωπο μου. Είχα τόσες ανακλήσεις ήδη, Το βράδυ έβαλε ο πατέρας μου πριν κοιμηθώ την γνωστή μουσική. Το τοπίο ξεδιπλωνόταν και πάλι, στα αυτιά μου, η μουσική του Τσαϊκόφσκι που από τότε σφηνώθηκε τότε οριστικά, στις πτυχές του εγκεφάλου μου. Τέσσερα πολύτιμα χρόνια είχα περάσει σε ένα τόπο, που δεν υπάρχει πια.

 

—-

 Σημείωση
Α. Η Μαρία Πανούτσου έζησε στο Ιράκ στην παιδική ηλικία, αρχές εφηβικής, με τους γονείς της. Ο πατέρας  ήταν μουσικός και το ταξίδι στο Ιράκ ήταν επαγγελματικό του ταξίδι. Ένα ταξίδι ονειρικό για την μικρή Μαρία. Τότε που οι Άραβες και ο κόσμος τους, δεν εκπροσωπούσαν ό, τι σήμερα.  
Β. Η Hanaa Malallah από το Ιράκ, είναι σύγχρονη καλλιτέχνης πολύ γνωστή για το έργο της.  http://hanaa-malallah.com/
https://wikivisually.com/wiki/Hanaa_Malallah

 

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤα «υπέρ» της συνήθειας, Κική Δημουλά
Επόμενο άρθροTαινίες Εβδομάδας στο ΦΚΘ
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού. Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Σπούδασε στο Open University of London Humanities - Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London. Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ». Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London. Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.