«Στο έρμο χωράφι εκεί στη Σαλαμίνα,
Π’ανάμεσα απ’αγκάθια και χαλίκια
Μια κοίτη καθαρήν είχα διαλέξει,
Τα δειλινά για να πλαγιάζω…»
Οι παραπάνω εναρκτήριοι στίχοι του ποιήματος αυτού δε θα μπορούσαν να ανήκουν σε κάποιον άλλον πέραν του Άγγελου Σικελιανού.Η Σαλαμίνα αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το μεγάλο ποιητή, αλλά συγχρόνως και τόπο διαβίωσης. Όσον αφορά το μέρος, αυτό είναι γνωστό σε όλους. Οποιοσδήποτε έχει περάσει μπροστά από την Ιερά Μονή της Παναγίας της Φανερωμένης, είναι βέβαιο ότι έχει παρατηρήσει αυτό το λευκό σπιτάκι απέναντι από το μοναστήρι. Ένα σπίτι, το οποίο λες και είναι έτοιμο να «γλείψει» τη θάλασσα. Είμαι βέβαιος ότι αν κάποιος απορήσει σχετικά με το πώς συνελάμβανε την έμπνευσή του ο Άγγελος Σικελιανός, μια επίσκεψη στο σπίτι του θα τον πείσει. Ένα μέρος, το οποίο αποτελεί κάτι παραπάνω από ένα σπίτι, αφού πολλοί από εμάς το έχουμε επισκεφτεί όχι μόνο για να θαυμάσουμε την ομορφιά του, αλλά και για να περάσουμε στιγμές χαλάρωσης και περισυλλογής.
Κοιτώντας έξω από το παράθυρο του οικήματος, ο μεγάλος λυρικός ποιητής, εμπνεύστηκε τα αριστουργήματά του «Μελέτη θανάτου», «Στο έρμο χωράφι», «Πρωτιά», «Τη γραμμή από το μέτωπο», «Αντιστασιακά», αλλά και τις τραγωδίες «Ο Χριστός στη Ρώμη» και «Ο θάνατος του Διγενή».
Το σπίτι το παραχώρησε στον ποιητή ο μοναχός Αμβρόσιος και ο Σικελιανός δεν άργησε να συναναστραφεί με τους κατοίκους του νησιού και να συνάψει φιλίες, οι οποίες κατέληξαν σε κουμπαριές, με πιο χαρακτηριστικές αυτές με τον ταξιτζή Γιάννη Κριέλα, με την οικογένεια Σαλτάρη, αλλά και με την οικογένεια του Κώστα Σοφρά (Κολέα). Eπρόκειτο, λοιπόν, για ένα άνθρωπο ιδιαίτερα αγαπητό και εξωστρεφή.
Το έτος 1938 αποτελεί μια χρονιά σταθμό στη ζωή του Άγγελου Σικελιανού, αφού γνωρίζεται με την Άννα, η οποία τον συντρόφευσε για το υπόλοιπο της ζωής του. Οι μέρες στο νησί του Αίαντα του Τελαμώνιου κυλούσαν ήρεμα και γαλήνια, εμπλουτισμένες από ρομαντικές βαρκάδες με το βαρκάκι του κουμπάρου του, Κώστα Σοφρά.
Παράλληλα, περνούσε τις ώρες του στις δυο ταβέρνες που υπήρχαν κοντά στο μοναστήρι, αυτές του Παναγιώτη Σκαλίθρα και του Σωτήρη Παπασωτηρίου (Πούφη). Εκεί πολύ συχνά καθόταν για να εργαστεί και να γράψει. Τα παιδιά του Παπασωτηρίου, όμως του τραβούσαν τα χαρτιά, αλλά ο ποιητής όντας μεγαλόψυχος τους προσέφερε καραμέλες.
Το καλοκαίρι του 1940 και ειδικότερα στις 18 Ιουνίου, ο Άγγελος Σικελιανός νυμφεύεται την εκλεκτή της καρδιάς του Άννα. Η καθημερινότητά τους είναι ήσυχη, ο ποιητής συνήθως εργαζόταν ως αργά στο δωμάτιό του και η Άννα ασχολιόταν κυρίως με τις οικιακές δουλειές. Κάθε φορά που πήγαινε στην Κούλουρη καθόταν στο καφενείο «Κεντρικόν» του Μήτσου Σακελλάρη, ενώ δεν παρέλειπε να κάνει τα ψώνια του στο μπακάλικο της οικογένειας Παπασωτηρίου, κοντά στον Ιερό ναό του Αγίου Μηνά.
Για διάφορα διαστήματα της ζωής του απομακρυνόταν από το νησί, αλλά πάντα έδειχνε τη νοσταλγία του για τη Σαλαμίνα, η οποία ήταν διάχυτη μέσα από την αλληλογραφία του με τους ντόπιους κατοίκους.
Ένα σημαντικό, φυσικά, γεγονός το οποίο επηρέασε τη ζωή του ζευγαριού ήταν ο πόλεμος του 1940. Ένα συμβάν, το οποίο είχε τα γνωστά επακόλουθα των καταστροφών, της πείνας και της γενικότερης εξαθλίωσης. Ειδικότερα, ο μέγας βομβαρδισμός του Πειραιά δεν μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο το νησί μας. Όσον αφορά το ζευγάρι η ζημιά ήταν μεγάλη, καθώς εκείνοι είχαν μεν βρει καταφύγιο στην Αθήνα, αλλά το οίκημά τους στη Σαλαμίνα είχε λεηλατηθεί από τους Γερμανούς, ενώ κάποιοι αξιωματικοί το χρησιμοποίησαν για προσωπική χρήση.
Ωστόσο, από το Φεβρουάριο του 1943 -στις 28 του μήνα αυτού απεβίωσε ο φίλος και συνάδελφός του, Κωστής Παλαμάς- η υγεία του Άγγελου Σικελιανού, αρχίζει να παρουσιάζει επιδείνωση, ενώ προς το τέλος του 1944, ύστερα από μια σοβαρή κρίση και ευρισκόμενος πια στο σπίτι του στην Αθήνα, παραλύει η αριστερή του πλευρά. Ένα σημαντικό γεγονός, το οποίο χρήζει αναφοράς είναι η ματαίωση της υποψηφιότητάς του για το βραβείο Νόμπελ, με αποτέλεσμα να πικραθεί πολύ.
Το θέρος του 1949 ο Σικελιανός το περνά στη Σαλαμίνα και αποτελεί το τελευταίο καλοκαίρι του στο νησί μας, το οποίο τον έκλεισε στην αγκαλιά του και τον αγάπησε. Κάπως, έτσι φτάνουμε στο Μάϊο του 1950, έτος κατά το οποίο παθαίνει συμφόρηση και παραλύει εντελώς.
Τα πάντα για το μεγάλο λυρικό ποιητή τελειώνουν στις 19 Ιουνίου του 1951 και ώρα 20:00, όταν και άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο «Παμμακάριστος».
Ας ελπίσουμε η λατρεία του για τον τόπο μας, να μας εμπνεύσει και περνώντας το δρόμο μπροστά από τη Μονή της Φανερωμένης, ας κοιτάξουμε λίγο δεξιά το λευκό σπιτάκι. Ίσως έχει κάτι να μας πει…
Πηγή: Χώρος μνήμης του ποιητή Άγγελου Σικελιανού στη Σαλαμίνα. Μπούτση Μαρία. Έκδοση: Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Αττικής Δήμος Σαλαμίνας. 2006
Επιμέλεια κειμένου,
Λάμπρος Καπαραλιώτης.