Ζωή αδειανή χωρίς τα φτερά,
στον βούρκο κολυμπάει.
Πλαγιάζει στο άδειο.
Η γοητεία στο τίποτα.
Χάθηκε η φωνή, βγήκε όλη μιαν ημέρα
και ύστερα χάθηκε.
Σπαραγμένο, χαραγμένο το όνειρο.
Βγήκε, ολομόναχη, η ψυχή του.
Φωτιά το πριν κατακαίει το δάσος των ματιών.
Σύννεφο το τώρα οργιάζει στους αιθέρες.
Βροχή το αύριο πλάθει το άπειρο.
Κοιμήθηκε η ελπίδα.
Νεκρά κομμάτια, σπασμένα, ματωμένα,
καθρέφτης ακριβός.
Τρέχει γρήγορα το φως,
μήπως και προφτάσει να σε βρει
πριν χαθείς και πάλι κάπου
στο τίποτα του κόσμου.
Έσβησαν απόψε τα αστέρια
και έγειρε το φεγγάρι
στην άδεια την καρδιά.