Ταξίδι στη άκρη της Νύχτας: Μια αφηγηματική διαδρομή συμφιλίωσης με το μεγάλο «τίποτα»

Το ταξίδι στην άκρη της νύχτας αποτελεί ένα χρονολόγιο αναμνήσεων σταχυολογημένων γύρω από ένα κοινό θεματικό πυρήνα, ήτοι της αναπόδραστης υπαρξιακής καταβρόχθισης του ατόμου από ένα αδήριτο ιστορικό-κοινωνικό Λεβιάθαν που διακηρύσσει, με αισθητικούς όρους, την παντελή έλλειψη υπερβατικού νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης. Στο έργο του Σελίν η μόνη σταθερά και ως εκ τούτου η μόνη αληθινή υπαρξιακή πυξίδα είναι η αναπόδραστη φθορά, η βιολογική εντροπία την οποία κάθε άνθρωπος προορίζεται να συναντήσει στην άκρη της προσωπικής του νύχτας, τη στιγμή του δικού του εναγκαλισμού με το μεγάλο τίποτα.

Ο αφηγηματικός χρόνος εκτυλίσσεται το διάστημα του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, μια ιστορική περίοδος που προσφέρεται για την αναμέτρηση κάθε ιδεαλισμού/ρομαντισμού με τον παραλογισμό, τη σκληρότητα, την καταστροφή και το θάνατο σε μια κλίμακα που ξεπερνά την ικανότητα του μυαλού για εξιδανίκευση ή χιμαιρικά νοητικά υποστηρίγματα. Ιστορικός και ατομικός χρόνος διαπλέκονται αφηγηματικά με μεγάλο χαμένο τον άνθρωπο που από υποκείμενο του ατομικού χρόνου υποβιβάζεται σε αντικείμενο του ιστορικού χρόνου. Η πλοκή διαγράφει δαιδαλώδεις αφηγηματικές διαδρομές που εκτείνονται από την πολεμική φρίκη της Ευρώπης, στα αποικιοκρατικά βαλτοτόπια της Αφρικής, στην απάνθρωπη μαζοποίηση του Νέου Κόσμου και στο καταθλιπτικό μικροαστισμό των Παρισινών περιχώρων, δηλαδή ένα χωρικά μεταβαλλόμενο πεδίο σε αντιδιαστολή με το σταθερό μοτίβο μιζέριας που κατατρύχει παντού τον ανθρώπινο βίο με κάποια διαλείμματα ευχαρίστησης που συνήθως εξαντλούνται στο επίπεδο ικανοποίησης των πιο θεμελιακών αναγκών. Οι περιγραφές και τα μεταφορικά σχήματα που χρησιμοποιούνται πλάθονται από τη λάσπη της καθημερινότητας, το βιωματικό υλικό της ζωής ώστε τόσο οι πρωταγωνιστές όπως και ο αναγνώστης να παραμένουν καθηλωμένοι στη γη, δεμένοι από κοινού στην αναπόφευκτη ανθρώπινη μοίρα.

Ο Σελίν υιοθετεί έναν αφηγηματική τόνο σε πρώτο πρόσωπο εν είδη «εξομολόγησης εις εαυτόν» σε φρενήρη ρυθμό, απεμπολώντας όποια ανοίκεια αφηγηματικά στολίδια θα μπορούσαν να εισάγουν μια τεχνητή διάσταση ανάμεσα στα βιώματα του Φερδινάνδου-συγγραφέα και το εμπειρικό πεδίο του αναγνώστη-θεατή. Η τηλεγραφική περιγραφή ανάγεται σε αναγκαία συνθήκη προκειμένου να εξυφανθεί ο βασικός εννοιολογικός άξονας του έργου πάνω στην άρνηση οποιασδήποτε υπερβατικότητας καθώς και την εξάλειψη κάθε υποψίας ατομικότητας αφού η ανθρώπινη μοίρα δεν παρουσιάζει περιθώρια διαφοροποίησης. Η αμεσότητα της περιγραφής συνηχεί την απελευθερωτική δύναμη ενός κυνισμού που εμπνέεται από την ψυχρή αποτίμηση μιας ζοφερής πραγματικότητας η οποία όμως αντιπροσωπεύει τον κοινό υπαρξιακό χυλό ο οποίος αφομοιώνει όλα τα επιμέρους πορτραίτα που διανθίζουν το αφηγηματικό τοπίο. Έτσι συντελείται η νοερή αντιμετάθεση συγγραφέα και αναγνώστη εφόσον η ζωή και η μοίρα του αφηγητή δεν παρουσιάζουν κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στο βαθμό που τα πάντα ανάγονται στο επίπεδο του μη-νοήματος. Το πρόσωπο το συγγραφέα-αφηγητή υποχωρεί δίνοντας της θέση του σε ένα οντολογικό αρχέτυπο που συνοψίζει τα κοινά γνωρίσματα του ανθρώπου κάθε εποχής με βασικότερο στοιχείο αυτό της εγκόσμιας καταδίκης σε ένα κόσμο εχθρικό, μιας ζωής ασφυκτικά οριοθετημένης από ιστορικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς περιορισμούς που αναπόφευκτα παραδίδεται, νωρίτερα ή αργότερα, στην ανέσπερη νύχτα της ανυπαρξίας.

Στο αισθητικό πεδίο, η αφηγηματική πλοκή συχνά μοιάζει να υιοθετεί στοιχεία splatter με τα περιστατικά να εξακοντίζονται άναρχα σαν χρώματα στον καμβά, στο μεταίχμιο υπνοβασίας και ρεαλισμού, χωρίς να προεξοφλείται κάποιο τέλος ή νόημα αλλά υπακούοντας σε έναν εσωτερικό ρυθμό που μας φέρνει πιο κοντά στην πραγματική ζωή. Η καταιγιστική εναλλαγή παραστάσεων από τις ζωές του Φερδινάνδου καθώς και των λοιπών συνοδοιπόρων του στο ταξίδι υποβάλλουν ένα ασφυκτικό αίσθημα καταδίωξης από ένα αναπόδραστο πεπρωμένο το οποίο καταπίνει τις ζωές των ανθρώπων σαν νύχτα, μια μοίρα με την οποία ο συγγραφέας θέλει εν τέλει να μας εξοικειώσει και ως εκ τούτου συμφιλιώσει προτείνοντας ένα είδος φιλοσοφικής «παραίτησης» από κοινωνικές συμβάσεις ή ηθικές επιταγές που αναγκαστικά βαραίνουν τον βίο μας και εν τέλει μας εγκλωβίζουν σε έναν αφελή ρομαντισμό. Δεδομένης της απουσίας οποιουδήποτε μεταφυσικού νοήματος το βαρόμετρο της απελευθέρωσης από κίβδηλους περιορισμούς και υποκριτικές νόρμες συχνά ανάγεται στο κυνήγι της φευγαλέας σεξουαλικής ευχαρίστησης ως ένα είδος «συγγραφικό ξόρκι» στα βάσανα της ζωής. Τελικά μέσα από τη μέθεξη της αναγνωστικής εμπειρίας καλλιεργείται η υιοθέτηση ενός στωικού συμβιβασμού με τις δύο θεμελιώδεις εκφάνσεις του ανθρώπινου πεπρωμένου που συνοψίζονται στο φριχτό και το γελοίο που αποτελούν δύο από το βασικότερα συστατικά στο συνταγολόγιο του συγγραφέα.

Στο φιλοσοφικό πεδίο ο Σελίν επιχειρεί να διαγαύσει την απουσία νοήματος ξεδιπλώνοντας το κουβάρι του θανάτου με τον οποίο η ματιά του διασταυρώνεται σε κάθε γωνία, σε κάθε περιπέτεια, σε κάθε σταθμό του ακατάπαυστου ταξιδιού του. Η περιπλάνηση της συνείδησης του στα πιο δυσώδη μύχια της ανθρώπινης ψυχής διαμεσολαβείται από τις βιωματικές του εμπειρίες μέσα από διάφορες λογοτεχνικές μεταμφιέσεις ή ιδιότητες (στρατιώτης, επιβάτης σε πλοίο, εμπορικός αντιπρόσωπος, γιατρός, ασθενής κτλ.). Παντού ο «αντιήρωας» συγγραφέας ανακαλύπτει τις ίδιες παθογένειες, την ίδια νοσηρότητα η οποία παραπέμπει στην αμετάκλητη έκπτωση του ανθρώπου από οποιαδήποτε ιδεοληπτικό βάθρο στα λύματα μιας καταδικασμένης περιπλάνησης η οποία μοιάζει περισσότερο με καταδίωξη από μια αναπόδραστη μοίρα που νομοτελειακά καταλήγει στο μοναδικό είδος θανάτου, δηλαδή τον υπαρξιακό-βιολογικό. Αναγνωρίζοντας στο χάος και την έλλειψη νοήματος το δομικό συστατικό της ανθρώπινης ζωής, την μόνη αλήθεια, ο Σελίν μας αναγκάζει να κοιταχτούμε στον καθρέφτη χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς κίβδηλων ιδεολογιών, χωρίς τις παρηγορητικές οφθαλμαπάτες μιας χρεοκοπημένης μεταφυσικής. Ο κόσμος περιδινίζεται, η ανθρώπινη ζωή εξαχνίζεται, επιστρέφει στη λήθη και άρα είναι σαν να μην έχει υπάρξει ποτέ. Η οντολογία του Σελίν (σαν απόηχος από το γνωστό soliloquy του Μακβέθ) θεμελιώνεται στην αναγνώριση του «τίποτα» σαν την γενεσιουργό αρχή και το γονιμοποιό τέλος του όντος ερμηνεύοντας έτσι με αισθητικούς όρους το «δίκην και τίσιν» του Αναξίμανδρου σύμφωνα με «την του χρόνου τάξιν», αντιτείνοντας την άρνηση κάθε οντολογίας σαν απάντηση στο προαιώνιο φιλοσοφικό αίνιγμα Σφίγγας.

Εξερευνώντας τα όρια του ρεαλισμού, ψηλαφώντας το επικίνδυνο σύνορο του μηδενισμού, η γραφή του ταξιδιού επιτυγχάνει να ξεθεμελιώσει τον κατασκευασμένο σεμνοτυφικό κώδικαμιας κοινωνίας που σπαράσσεται από τις εσωτερικές της αντινομίες διακηρύσσοντας την κατάφαση στο ανυπόκριτα φυσικό ως αναγκαία συνθήκη για να πορευτεί κανείς στη ζωή. Συνθέτοντας μια ωδή στην απελπισία και τη ματαιότητα ο Σελίν, σαν μια σύγχρονη εκδοχή του Ζαρατούστρα, μας λυτρώνει απότην αγωνία του υπερβατικού ορθώνοντας θριαμβευτικά το ανάστημα του υπαρξισμού πάνω στα συντρίμμια του ανθρώπινου πολιτισμού. Με αυτό τον τρόπο η ανάγνωση ιχνηλατεί μια διαδρομή συμφιλίωσης με το μεγάλο τίποτα σαν απάντηση σε κάθε υπερβατική ανθρώπινη ανησυχία, ξορκίζοντας έτσι τον παραλυτικό φόβο της ανυπαρξίας. Αυτή άλλωστε είναι και η βαθύτερη γοητεία του έργου.

 


Δημήτρης Βάγιας                                                                                                  Αθήνα, Ιανουάριος 2024

Βιογραφικό σημείωμα: Ο Δημήτρης Βάγιας μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στο ΕΜΠ και αργότερα σε Η.Π.Α. και Ολλανδία Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Χρηματοοικονομικά. Τα τελευταία χρόνια εργάζεται στον τραπεζικό τομέα στο εξωτερικό.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθρο|Γιώργος Σεφέρης
Επόμενο άρθροWinter Journal, Paul Auster
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017. Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ. Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό. Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια... Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων. Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία… Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή… Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.