Κείμενα Ανησυχίας

Γράφει

η

  Μαρία Κασσιανή Σ. Πανούτσου

Μια πολύ προσωπική προσέγγιση

στην συλλογή διηγημάτων του

Κωνσταντίνου Ν. Μακρή

Γενέθλια Θανάτου

Πάνε μέρες που ‘σαι εξαφανισμένος. Μες στα πάρκα της Λευκωσίας τριγυρνάς. Στον ώμο το ταγάρι της ζητιανιάς. Τριμμένο λινάτσας παντελόνι∙ παπούτσια μαύρα. Πόδια πρησμένα απ’ το περπάτημα. Κάθεσαι στο παγκάκι κάτω απ’ τη φοινικιά, στη ζέστα του μεσημεριού, καπνίζοντας μια ωραία, μισοσβησμένη γόπα — σχεδόν σωστό τσιγάρο. Θυμάσαι τη γυναίκα σου στην Πάφο και τα παιδιά σου που σε περιμένουν. «Όλο λέω να πάω, κι όλο το αμελώ! Μα σαν το αλητιλίκι, τίποτα! Ψέματα;». Δόξα τω Θεώ, δε σου λείψανε ποτές τα ψιλά. Απλώνεις ωραία το χέρι στη Λήδρας. Ούτε πολύ μακριά, μήτε και μαζεμένα. Βλέμμα καλοκάγαθο, μάτια υγρά. Κιτρινισμένη γενειάδα κοσμεί το μούτρο σου: παράσημο, σήμα κατατεθέν του γέρο αλήτη. Όλο και κάποια χαλλουμόπιτα θα πάρεις απ’ τον Avo, μια κούπα, έστω, χθεσινή. 133 Προπαντός σ’ αρέσει το καλοκαίρι. Τα βράδια του κοιμάσαι μια χαρά στα παγκάκια, με τον μποξά σου για μαξιλάρι. Τώρα όμως, έχει φθινοπωριάσει για τα καλά. Τέλη Οκτώβρη. Τα κρύα σε στεναχωρούν. Δεν είσαι δα και νέος. Απόγεμα, μα έχει βραδιάσει. Παίρνεις απ’ την Πλατεία του Όχι, λεωφορείο. Βρίσκεις μια θέση βολικιά στο πίσω μέρος κι αράζεις σιμά στο παράθυρο. Είσαι τυχερός. Η μπόχα π’ αναδίδει τ’ άλουστό σου κορμί, σε κρατάει σε απόσταση ασφαλείας απ’ τους ανθρώπους. Το σώβρακό σου: αποξηραμένη πάνα σύκου. Τα κίτρινα φώτα της πόλης σε κίνηση, σε νανουρίζουν. Ο σταθερός, βαρύς ήχος της μηχανής του λεωφορείου, βαθαίνει τ’ όνειρό σου.

Κωνσταντίνο Ν. Μακρής απόσπασμα από το διήγημα: Γενέθλια θανάτου 

Κάθε διήγημα μια θάλασσα ευαισθησίας, μια στιβαρή οδηγός του αναγνώστη σε χώρους πέρα από την καθημερινότητα, σε ένα σχεδόν φανταστικό χώρο- χρόνο και όμως τόσο μέσα στην καθημερινότητα που αναρωτιέσαι… μα πως δεν το είδα αυτό … το άλλο …  το  παρ’ άλλο.

Ο λυρισμός εναλλάσσεται με την ειρωνεία, την λαϊκή φάρσα, το γκροτέσκο, και  έτσι έχουμε το επεξεργασμένο με το ανεπεξέργαστο, σε μια πολυμορφία που συγκινεί και αναταράσσει.

Μιλάω για την συλλογή διηγημάτων του Κύπριου από την Λεμεσό συγγραφέα, Κωνσταντίνου Ν. Μακρή και το βραβευμένο του βιβλίο, Ο δολοφόνος με το καλαμάκι εκδ.  ΑΡΜΙΔΑ 2023.

Καθώς διάβαζα το βιβλίο χαμογελούσα, άλλοτε γελούσα με ήχο και άλλοτε το πρόσωπό μου το ένιωθα να σοβαρεύεται ή να χρειάζομαι μια παύση.

Τι παράξενο αυτό το βιβλίο… με πόσες ευχάριστες και έντονες εκπλήξεις! Τι ανατροπές σε σκέψεις, συνειρμούς και αισθήσεις. Ένα ταξίδι στο λογοτεχνικό χρόνο και χώρο της  κοινωνικής σάτιρας με μια πρώτη ματιά, αλλά όχι μόνο.

Μου άρεσαν ιδιαίτερα οι περιγραφές, καθώς ο συγγραφέας αφηνόταν σε ένα πολύ προσωπικό αβίαστο χρόνο, για να τις μεταφέρει στο χαρτί. Απλά καθημερινά πράγματα,  χωρίς φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις και κοινωνικά ζητούμενα, απασχολούν τους ήρωες του- (εγώ τους ονομάζω σύμβολα).

Άνθρωποι, χαρακτηριστικοί απλοϊκοί άνθρωποι, χωρίς μέγεθος αναζητήσεων,  περιγράφονται γλαφυρά σχεδόν τους  χρησιμοποιεί  ο συγγραφέας, αφού τους περιγράφει ασήμαντους, τους ακινητοποιεί στην συνέχεια μέσα σε πολύ συγκεκριμένες πράξεις, που δεν ξεφεύγουν από το εαυτόν τους, καθώς το επίκεντρο των αναζητήσεών τους περιορίζεται δραματικά  – είναι ο εαυτός τους -και το πως μπορούν να επιπλεύσουν, να επιβιώσουν, να υπάρξουν.

{……}

Έκοβε με ευλάβεια το ψωμί σε δυο μεγάλες φέτες, ακολούθως άπλωνε μπόλικη στρώση φυστικοβούτυρο με τη μικρή σπάτουλα, αρχίζοντας με τη σειρά να εναποθέτει στη μεγάλη κόρα τις λαχταριστές λιχουδιές. Έβαζε κατ’ αρχάς το σαλαμάκι, κομμένο λεπτές λεπτές φέτες, στη συνέχεια το ολόφρεσκο χαλλούμι –που πάντα φρόντιζε να την εφοδιάζει η μαμά του– κομμένο κι αυτό σε ανάλογες φέτες. Λίγη λούντζα κι έπειτα το ψιλοκομμένο αγγουράκι και την ντομάτα.{…}

 

Απόσπασμα  από το διήγημα: Ο ΠΙΚΛΑΣ Ο ΜΑΦΙΌΖΟΣ

 

 

{…….}Ήταν πρωί και τ’ αφεντικό την έκανε για τη δουλειά. Ήμουνα κάπου στο μπάνιο και σουλάτσαρα στους υγρούς τοίχους. Βζζζζζζζ, βζζζζζζζ, και βζζζζζ γύρω απ’ τα άσπρα τεράστια πλακάκια, σαν αεροπλάνο. Τέλεια φάση. Μα, ξέχασα να συστηθώ. Το όνομα μου είναι Τάκης. Ναι. Μ’ αρέσει πολύ να σουλατσάρω στο σπίτι αυτό, οι τοίχοι είναι τόσο υγροί, που με δροσίζουν και νιώθω σαν να εξερευνώ ένα σύμπαν γεμάτο εκπλήξεις. Για μένα φυσικά είναι σύμπαν, μιας κι είμαι τόσο μικρόσωμος, ώστε η απόσταση απ’ το σαλόνι στην κουζίνα, μου παίρνει γύρω στη μισή ώρα. Μα να, πάλι έμεινα νηστικός. Και τ’ αφεντικό πουθενά. Δε λέω, χθες το βράδυ του ρούφηξα κάμποσο αίμα, μα η κοιλιά μου είναι μικρή και ξεφουσκώνει γρήγορα. Δεν μπορώ να πιώ περισσότερο γιατί θα κάνω έκρηξη, κι άιντε μετά να μαζεύεις τα φτερά μου από κάτω, να γεμίσει ο τόπος αίματα. Αηδία σου λέω, σκέτη αηδία. Μόνο που το σκέφτομαι, με πιάνει φρίκη. Τέλος πάντων. Νάμαι τώρα εδώ, στα πλακάκια του νεροχύτη, να προσπαθώ να δροσίσω την κορμάρα μου. Ωχ, τι είναι αυτό το παράξενο καφέ πλάσμα με τα ποδαράκια που με πλησιάζει; Θεέ μου, κατσαρίδααααα! Ώρα να την κάνουμε. {…..}

 

Απόσπασμα άπω το διήγημα : Ο ΤΑΚΗΣ  ΤΟ ΚΟΥΝΟΥΠΙ

 

 

Η περιγραφή   του πρώτου  ήρωά του  Ε.Τ  από το αρχικό διήγημα  που δίνει και τον τίτλο του βιβλίου,   ο δολοφόνος με το καλαμάκι,  περιγράφεται με πολλές λεπτομέρειες, τόσο που δεν σου αφήνει περιθώρια  για  την μη κατανόηση, του είδους  του ανθρώπου  που περιγράφει.

 

Συνειρμικά με πήγαινα  καθώς το διάβαζα στο   Δράκουλα,  τον Βρικόλακα  των Καρπαθίων  στην βρετανική ταινία το 1958 του Τέρενς Φίσερ και στο Φρανκενστάιν της Mary Wollstonecraft Shelley  αλλά και στην διακωμώδηση  του  Φρανκενστάιν από  τους   Βρετανούς διασκεδαστές  Monty Python με αναρχικές τάσεις, κωμωδίες τους.

 

Βέβαια  όσο προχωρούσα στην ανάγνωση των διηγημάτων, η σχέση με τον  Αριστοφάνη,  και τον  Καραγκιόζη  καθώς και η προσέγγιση της  κωμωδίας,  από τους  λαούς της Μεσογείου  ήταν για μένα ολοφάνερη. Η Κωμωδία  είναι … μητέρα τὸν γέλωτα και ο συγγραφέας  Κωνσταντίνος  Μακρής   σε αυτό αποσκοπεί αρχικά.  Το έργο του περιέχει όλη  αυτήν την παράδοση που αρχίζει πολύ πριν τον Αριστοφάνη και συνεχίζει και  στους ελληνιστικούς χρόνους και την ρωμαϊκή κωμωδία. Και φτάνουμε  στον Μεσαίωνα με την κομεντια ντελ  αρτε. Γι αυτό  και τον  θεωρώ,  συνεχιστή της πεζογραφίας της Κύπρου, στον 21 αιώνα. 

 

Επίσης μου θυμίζουν τα διηγήματά του,  τα παραμύθια και τις αφηγήσεις στην Αραβική  λογοτεχνία,  ξεκινώντας από την Αίγυπτο και πηγαίνοντας πολύ πιο ανατολικά. Και   συγχρόνως, στιγμές – στιγμές  σαν να διαβάζω διηγήματα του Νικολάι Γκόγκολ.

 

 

 

Αυτός ο κύριος έχει το ευγενές ενδιαφέρον –ομολογουμένως– να παρίσταται σε λογοτεχνικές βραδιές και παρουσιάσεις. Καλά ώς εδώ. Μα όταν ανοίγει το στόμα του να σχολιάσει κάτι, σου ξαναφέρνει τις μνήμες του με τόση εμμονή, σαν μουχλιασμένο φαγητό που ζέχνει. Τον βλέπεις μπροστά σου με τα στρατιωτικά. Με σκισμένη και βρομισμένη παραλλαγή. Μέσα στο κελί του, να τον κακοποιούν αλύπητα οι Τουρκαλάδες, και νιώθεις ντροπή που δεν έζησες εκείνα τα χρόνια τα ηρωικά, τα μαρτυρικά, παρά μόνο λούζεσαι ως απόγονος τις συνέπειές τους. Είχαμε αποφασίσει, λοιπόν, με τον κολλητό μου να του κάνουμε ένα κάζο. Το σκεφτόμασταν πολύ καιρό, το οργανώναμε, το ψήναμε στα εγκληματικά μυαλά μας. Τελικά, το αποφασίσαμε. Ήτανε εκείνο το μοιραίο βράδυ του Δεκέμβρη. Η εκδήλωση γινόταν προς τιμήν του και θα μας διάβαζε όλα τα ποιήματα Ενός αιχμαλώτου. Διάνα! Σκεφτήκαμε κι οι δυο μας. Καιρός να του κάνουμε κερκίδα. Νωρίς το βράδυ. Ψοφόκρυο. Ο κόσμος μαζευόταν σαν τα σαλιγκάρια μετά τη βροχή κι έσταζε. Τα ρούχα, οι ομπρέλες γεμάτα απ’ τα βροχόνερα.

Απόσπασμα από το διήγημα: αιχμάλωτος κουλτούρας   

 

Δεν είναι μόνο η σάτιρα και το κωμικό στοιχείο που υπερτερεί στα διηγήματά του, αυτό είναι ένα από τα στοιχεία της γραφής του. Οι εξομολογήσεις, η γεμάτες λυρισμό  εκμυστηρεύσεις και περιγραφές  εσωτερικών ψυχικών καταστάσεων, οδηγούν τον αναγνώστη σε πολύ σημαντικές στιγμές ενδοσκόπησης. Το κωμικό, το γελοίο, η ανυπαρξία κάθε είδους σοβαρότητας ναι αλλά μαζί και το τραγικό, συνυπάρχουν στο ίδιο διήγημα με την γραφή μόνο να.. διαφέρει σε ύφος, στο πεζό και στους διάλογους.

Ο αφηγητής συχνά είναι πότε ο ήρωάς του, πότε ο ίδιος ο συγγραφέας που μπερδεύεται όμως με έναν εσωτερικό μονόλογο  – διάλογο με τον ήρωά του.

Η γλώσσα των μονολόγων πολύ διαφορετική από την γλώσσα των διαλόγων και αυτό το τονίζω γιατί έχει ενδιαφέρον και το θεωρώ προτέρημα και τολμηρό στοιχείο. Η  γλώσσα  των διαλόγων, απόλυτα λαϊκή και εξυπνακίστικη, δημιουργεί μια αντίστιξη. Ένα πάντρεμα όχι οικείο – μα ερεθιστικό, μια παραλληλότητα πολύ ξεκούραστη και απολαυστική.  

Η εμπειρία μου από τις επιθεωρήσεις που αξιώθηκα να δω στο θέατρο στα πρώτα μου  βήματα ως παιδί στο χώρο του θεάματος και έφηβη λίγο αργότερα, με τα άγαρμπα αστεία, τις υπερβολές, τις εξωπραγματικές καταστάσεις, τις φαντασιώσεις των ηρώων που ενώ ήταν απόλυτα αναγνωρίσιμοι άνθρωποι, ξαφνικά περνούσαν σε εξάρσεις -υπερβάσεις που κανείς δεν τις πίστευε και έτσι εξελισσόταν ένα σουρεαλιστικό τοπίο που κανείς υγιής θεατής, δεν μπορούσε να μην γελάσει να μην υπάρξει ουσιαστικά σε τελική ανάλυση, η κάθαρση στην σκηνή.

Έτσι ακριβώς και τα διηγήματα του συγγραφέα – μου θύμισαν τις επιθεωρήσεις- πολύπλευρα και ουσιαστικά, αφήνουν το βάρος της ανάγνωσης σε άλλους συγγραφείς. Ο  συγγραφέας άλλοτε ως φιλόσοφος, άλλοτε ως ψυχολόγος, άλλοτε ο ίδιος ο ήρωας, άλλοτε ως κριτής μιας κοινωνίας που παραπαίει χωρίς πραγματική εξέλιξη πνευματική, που ενώ αναφέρεται και υπάρχει η σύγχρονη τεχνολογία παρούσα στις διηγήσεις, οι άνθρωποι λες και είναι ριζωμένοι στο χώρο και στο χρόνο σε μια δίνη που παραμένει δίχως να μπορεί να μεταμορφωθεί σε κάτι νέο.

Ένα κλειστό κύκλωμα περιβάλλει τους ήρωές του, τραγικά σύμβολα μιας κοινωνίας  σε παρακμή.

 Το ότι υπάρχει και εντοπίζεται στα διηγήματα η εντοπιότητα 1* προσωπικά με ελκύει, καθότι οι άνθρωποι και οι τόποι μέσα στους οποίους γαλουχούνται είναι κάτι που με ενδιαφέρει να το συναντήσω σε κάθε μορφή τέχνης.

Η γραφή του δεν θέλει να βαρύνει τον ίδιο και τον αναγνώστη. Συνειδητοποιώντας το πεπερασμένο της ζωής μας, ο συγγραφέας θέλει να  δώσει  στον αναγνώστη, τις παρατηρήσεις του, την κριτική του την διαφοροποίησή του και να διδάξει σε τελική ανάλυση, αλλά κάνοντας χρήση της κωμωδίας, της μπουφόνικης προσέγγισης, της σχεδόν παιδικής αφού πιο παιδί όταν βλέπει κάποιον να πέφτει … δεν ξεκαρδίζεται στα γέλια.

Έτσι επαναλαμβάνω έχουμε και εδώ τα χοντροκομμένα χωρατά τα τσουχτερά πειράγματα, τα σεξουαλικά λόγια και υπονοούμενα, τις άσεμνες σκέψεις και φαντασιώσεις σε πολλές μορφές δοσμένες.

Η θεατρικότητα των κειμένων (φανερή -θα μπορούσαν κάλλιστα με αφηγητή και ηθοποιούς ή και μόνο με αφηγητή να μεταφερθούν στην σκηνή) δεν εμποδίζει την λυρικότητα έτσι κάθε διήγημα έχει τους δικούς του στόχους και δικούς του τρόπους να εκδηλωθεί.

Το στοιχείο αυτό της θεατρικότητας υπάρχει και στα πεζά μέρη και στους διαλόγους των διηγημάτων κι ένας ψυχοσωματικός τρόπος αναδύεται και εννοώ, μια κινητικότητα που σχεδόν αυτο-σκηνοθετείται.

Ένα άλλο στοιχείο που προκύπτει καθώς διαβάζεις και ξεχνιέσαι στο κείμενο είναι η σχέση του ονείρου- προτιμώ την λέξη φαντασίωση – με την πραγματικότητα. Πιστεύω πως η λέξη φαντασίωση είναι πιο κοντά στην αυτο – εξαπάτηση  των ηρώων και όχι μόνο των ηρώων. Πόσο έχουμε αποφύγει όλοι εμείς αλήθεια την αυτο- εξαπάτηση και λαϊκοί και διανοούμενοι στην προσπάθειά μας να αποφύγουμε την βια, την απελπισία, την αυτοκτονία.

Καθαρά με κοινωνικό περιεχόμενο τα διηγήματα με καλή γνώση και χρήση της γλώσσας  ως εργαλείο εκφραστικό, το οποίο τροποποιείται μέσα στο διήγημα για να δώσει εικόνες, αισθήσεις και προέκταση εννοιών με τα χωρατά και με τις υπερβολές, με μια φαντασία που αποδομεί, μας προβάλει τον άνθρωπο αφτιασίδωτο, τον χώρο και τον χρόνο  από κλειδαρότρυπα και έχοντας την αφέλεια, την αθωότητα, μπλέκει το τηλεπαιχνίδι της  τηλεόρασης, την σκανδαλώδη δημοσιογραφία,  την λογοτεχνία, την αφήγηση και με μια κρυμμένη αυστηρότητα αλλά και με κρυφή αγάπη και κατανόηση στους ήρωές του, στους απλοϊκούς ανθρώπους της αυτο-εξαπάτησης, αναδεικνύοντας έτσι την δική του προσωπική γραφή.

Ο ορθολογισμός του δυτικού ανθρώπου υπάρχει, αλλά έρχεται σε αντιπαράθεση με την  γήινη σκέψη, τις καθημερινές ανάγκες του ανθρώπου και τις οποίες ο συγγραφέας κρίνει πως η εξουσία κάνει ό, τι μπορεί για να τις διατηρήσει ώστε να πελαγοδρομεί ο καθημερινός άνθρωπος σε μια επανάληψη χωρίς  διέξοδο. Ένας ΣΊΣΥΦΟΣ δηλαδή ο άνθρωπος που το βάρος της καθημερινότητας δεν του επιτρέπει να προχωρήσει με άλλες προδιαγραφές σε ένα κόσμο πιο φωτεινό.

 

 

Τι άλλο μας λέει ο συγγραφέας παρά μας μιλά με ανάλαφρο τρόπο όσο μπορεί, όσο του επιτρέπει ο τρόπος γραφής που έχει  αποφασίσει, πως θα υιοθετήσει, για κάτι που είναι πολύ βαρύ και βαθύ και επικίνδυνο στην τελική ανάλυση..

 Δεν θέλω να ξεχάσω να αναφέρω την επιτυχία των τίτλων των διηγημάτων που πραγματικά συμπυκνώνουν την ουσία του κάθε διηγήματος.

Είχε από ώρα βολευτεί μέσα στον υπνόσακο. Ήταν σκληρά τα πετρώματα μέσα στη Σπηλιά. Γι’ αυτό, πέρα απ’ τον υπνόσακο, ο ευαίσθητος ποιητής πήρε μαζύ του ένα αφρολέξ, το οποίο τοποθέτησε όμορφα – όμορφα από πάνω και άραξε φορώντας μόνο την κατάλευκη βαμβακερή του ρόμπα. Γυμνός. Γυμνός από λέξεις και αισθήματα, απέριττος. Ο ποιητής της λευκής σελίδας, λούφαζε μέσα στο σπήλαιο διαλογιζόμενος την ομορφιά του Μηδενός. Στο μεταξύ, ο κόσμος μαζεύονταν. Κατέβαιναν οι άντρες ντυμένοι με τα επίσημα κουστούμια τους κι οι γυναίκες με τις βραδινές τους τουαλέτες. Στη μεγάλη σπηλιά 118 έμπαινες από μια γυάλινη, διάφανη πόρτα, αφού πρώτα κατέβαινες κάμποσα σκαλιά. Το σπήλαιο του πολιτισμού ή η σπηλιά του Πλάτωνα, όπως του άρεσε να λέει. Φόρα παρτίδα τα λευκά και τα ερυθρά κρασιά, περίμεναν χυμένα μέσα στα κρυστάλλινα ποτήρια, την έναρξη και ειδικά τη λήξη της εκδήλωσης, προς πόση και προς βρώση των εκλεκτών καλεσμένων. Στο βάθος δεξιά, το βάθρο και η εξέδρα, όπου οι τέσσαρες ακαδημαϊκοί- κήνσορες, θα έπαιρναν σε λίγο θέση για να εξάρουν και να λιβανίσουν τον μεγάλο μας Ποιητή. Φρόντισε να πάει από πολύ νωρίς. Απ’ το πρωί διαλογίζονταν κι έγραφε σκόρπιες λέξεις σε ένα τετράδιο- σύμπαν, που ως δια μαγείας, αργότερα, θα συνδέονταν αλλοπρόσαλλα, για να φτιάξουν το παράξενο κι αφαιρετικό σώμα της ποίησής του. Ακούω την εσωτερική μου φωνή στη διαπασών να αντιλαλεί βουερά μέσα στο σπήλαιο Αναφανδόν αυτοεξαφανίζομαι Δαγκώνω σαν κότα Παραμερισμός- διαμελισμός κι αιώνιο τέρμα στην αρχή του τέλους! {……}

 

Απόσπασμα από το διήγημα (πολύ μου άρεσε): Ελάχιστα Περισσότερο Πίθηκος

 

Δύο τελευταία λόγια.

Οι περιγραφές του, γοητευτικές ατμοσφαιρικές, σε έλκουν για να δεις τι θα γίνει στην συνέχεια.

Ο Κωνσταντίνος  Ν. Μακρής πιστεύω πως είναι άξιος συνεχιστής της σημαντικής πεζογραφίας της Κύπρου.

Μια πολύ σύντομη παρουσίαση του βιβλίου, ενός βιβλίου με πολλές πτυχές και πρόσωπα. Θα το πρότεινα ανεπιφύλακτα.

 

Ο Δολοφόνος με το καλαμάκι του Κωνσταντίνου Ν. Μακρή  

εκδόσεις ΑΡΜΙΔΑ* 2023

Σύντομο βιογραφικό από το βιβλίο

 

Επίσης υλικό- σημειώσεις:

1*. Στο περιοδικό η λέξη του 2010 (203-204) αφιέρωμα στην Κυπριακή ποίηση ο Αλέξης  Ζήρας στο κείμενο του με τίτλο “Η κυπριακή ποίηση στον εικοστό αιώνα” επισημαίνει ιδιότητα που και σήμερα που βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα θα έλεγα πως ακόμη ισχύει για την κυπριακή λογοτεχνία.

Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από την μελέτη του Αλέξη Ζήρα που αναφέρεται στην ιδιότητα αυτή που και στην συλλογή του συγχρόνου Κύπριου ποιητή Κωνσταντίνου Ν. Μακρή, αναδεικνύεται στα διηγήματά του.

{……}Έτσι στην κυπριακή ποίηση εξακολουθεί να θάλλει για πολύ συγκεκριμένους λόγους η ανάγκη αναγωγής στο εντόπιο η οποία με την σειρά της υποδουλώνει μια μορφή αγωνίας για την διατήρηση της συνέχειας και αντιστοίχως στις πιο αξιόλογες περιπτώσεις της νεότερης κυπριακής πεζογραφίας  έχει παρατηρηθεί η τάση προβολής καταστάσεων κορυφαίας εσωτερικής ψυχικής έντασης.{…..}

 

  1. https://www.armidabooks.com/

Η Αρμίντα (Armida) είναι μεγάλος αλλά σκουρόχρωμος αστεροειδής. Ανακαλύφθηκε το 1903 από τον Γερμανό αστρονόμο Μαξ  Βολφ, και πήρε το όνομά της από την ηρωίδα της όπερας Αρμίντα του Κ. Γκλουκ.

 

φώτο 1

Το ορεινό σύμπλεγμα Τρόοδος (γενική: του Τροόδους), είναι η κύρια οροσειρά της Κύπρου με κορυφές που φτάνουν σε υψόμετρο τα 1953 μέτρα .

 

φώτο 2 

το Αγρινό.

 

To αγρινό (Ovis orientalis ophion) είναι το μεγαλύτερο χερσαίο θηλαστικό και ενδημικό είδος της Κύπρου και δικαίως χαρακτηρίζεται ως ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της πανίδας του νησιού. Αποτελεί το στολίδι του κυπριακού δάσους και το καμάρι των Κυπρίων. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορία του νησιού και τον κυπριακό πολιτισμό και απεικονίζεται σε μεγάλο αριθμό αγγείων και άλλων αρχαιολογικών ευρημάτων. Ακόμα και σήμερα, η μορφή του κοσμεί κυπριακά νομίσματα και αποτελούσε το σήμα κατατεθέν των Κυπριακών Αερογραμμών.  

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΠερί Θλίψης και θρήνου, Elisabeth Kubler-Ross
Επόμενο άρθρο|Άγγελος Τερζάκης
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού. Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Σπούδασε στο Open University of London Humanities - Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London. Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ». Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London. Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.