Αγιότατος έρως «Είδα το πρόσωπο πίσω από θαμπωμένο τζάμι»

 11/04/2020

 

 Στράτος Φουντούλης– Ποίηση και Eικόνα

Γράφει η Μαρία Πανούτσου

 

Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία.
Ποιός ξέρει τι καινούργια πράγματα θα δείξει.
Κ.Κ

 

Στον σημερινό Αγιότατον μια άλλη ποιητική προσέγγιση αλλά όχι λιγότερο αισθαντική

 

 

Δυο λόγια

Το πορτραίτο του, μιλάει πιο πολύ από όσο να τον γνώριζα χρόνια. Βλέπετε η φωτογραφία  έχει την ικανότητα να εισχωρεί μέσα στον άνθρωπο και – ως -ακτινογραφία να αποτυπώνει τις μύχιες πτυχές του είναι του. Ο Στράτος Φουντούλης, με τους στίχους του και τις γραμμές του, αποτυπώνει με ειλικρίνεια τις στιγμές της ζωής του. Βιωματικός, ελεύθερος σκοπευτής της ζωής, της ανθρώπινης σκέψης και αφής, αναζητά την εμπιστοσύνη από τους αναγνώστες του γιατί ο ίδιος αφήνεται ακέραιος. Δεν προστατεύεται; Ναι δεν προστατεύεται:

Ζήσαμε κάπως καλά, «μην τρίβεις τα μάτια» και πρόσεχε
τις σκάλες.

Είναι ένας άνδρας παλαιός κοπής και γι’ αυτό τόσο γοητευτικός, τόσο ευάλωτος, άρα και τόσο δυνατός.

Προσπαθώντας να γνωρίσω το έργο του, αποτυπώνω και κάποιες αισθήσεις που γεννήθηκαν διαβάζοντάς τον και αντικρίζοντας τις εικαστικές του προσεγγίσεις.

Μου θυμίζει χαμένες τι ακριβώς δεν ξέρω κάτι που έχει χαθεί. Μου θυμίζει ιστορίες  ή μάλλον την ιστορία της ανθρωπότητας μεταξύ περιόδων πολέμου και  ειρήνης, μνήμες, ναι αυτό που θυμίζει όλο του το έργο, μνήμες. Και χρησιμοποιώντας στίχους του Κωνσταντίνου Καβάφη:

 Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία.
Ποιός ξέρει τι καινούργια πράγματα θα δείξει.

Στους στίχους του  Στράτου Φουντούλη, εικόνες … εικόνες, εικόνες  χειροπιαστές, αναβλύζουν η μια μετά την άλλη και εισχωρούν βαθειά μέσα μας, πέρα από λέξεις αν και οι λέξεις και η γλώσσα που χρησιμοποιεί, υποστηρίζει στιβαρά τις σκέψεις που στοιβάζονται πάντα με επίπονα ερωτήματα:

Και εκείνος που διηγείται τα ελάχιστα που ξέρει ραντίζει ευωδία στο κάθε του βήμα.

Και κλείνοντας αυτήν την μικρή πρώτη προσέγγιση στο έργο του Στράτου Φουντούλη, να θέλω να τονίσω μια μελαγχολία στην ποίηση του και στο έργο του γενικότερα, αφού αφήνει μέσα στις καθαρές του προθέσεις, να φανεί ένας δισταγμός για το φως:

Τα θέλει συνειδητά να συμβαίνουν, να σβήνουν• ή να παραλείπονται. Επιθυμεί πρόσωπα, χώρους και τόπους, άδεια δωμάτια, πράξεις και απραξίες – κυρίως αυτές. Όλα αβέβαια. Πιστά σε μια αμφιλεγόμενη γλώσσα που τρεμοσβήνει. (Στράτος  Φουντούλης)

 

Στράτος Φουντούλης

 

πόσο θάνατος

Είδα το πρόσωπο πίσω από θαμπωμένο τζάμι
κι αίφνης μού’ ρθε το «πόσο θάνατος» κι έμεινα
και το κοιτούσα· γύρισα τα μάτια αλλού·
περνώντας τα πάνω από τα βυθισμένα
χαλίκια της Ιστορίας, στη γωνιά των τοίχων,
στο διακριτικό ημίφως, σε μια άλλη χώρα σκοτεινή
με σεντόνια να κυματίζουν σαν πανιά φουσκωμένα
από ούριο άνεμο και δίπλα δυο μελανά πουλιά, εκεί
στη γωνιά των τοίχων, κι εσύ δικό μου πρόσωπο, πίσω
απ’ το θαμπωμένο τζάμι, σαν αποτύπωση σε λεπτό
διάφανο χαρτί· εκεί να λες «πόσο θάνατος».

 

 

Είχα κάποτε φανταστεί ότι είχες ονειρευτεί να σχεδιάσεις πόλεις ωραίες σε σχήματα κυκλικά,

με πάρκα σιντριβάνια και κανάλια κι εμείς να στέκουμε στο κέντρο όλων αυτών·

θέτοντας πάντα το ερώτημα.

Kαι ψάχνοντας για τον Στράτο …με δική μου πρωτοβουλία δανείστηκα…

 

Ασκήσεις

1
Ο ήλιος προσπαθεί να κρυφτεί, κρύβεται για λίγο, αλλά παραμένει ορατός, και υπάρχει ένα βαθυκόκκινο που πλημμυρίζει τα πάντα – ορατό μόνο• όταν το βγάλεις από το νου.

 

2
Τραίνο. Χασμουρήθηκε. Έτριψε τα μάτια• οι άλλοι τα ανοιγόκλειναν όπως οι πόρτες των κουπέ με τα ντεσιμπέλ του εξωτερικού ήχου αυξομειώνονται και η σκέψη κλειδώνει αμπαρώνει κουμπώνει• χτίζονται φράσεις εν μέσω τρεχούμενων σκιών στο παράθυρο του τραίνου και το συνεχές ρυθμικό ντουντού-ντου-ντου-ντου-ντουντού της υπερταχείας και ο χρόνος επανέρχεται• ο χρόνος νιώθεις συνθλίβεται στου συρμού τα σφυρίγματα τα ξεφυσήματα καθώς αναχωρεί με θλίψη• οι αναχωρήσεις έχουν πάντα αποθηκευμένη θλίψη ιδιαιτέρως οι χαρούμενες. Θυμάσαι. Το αεράκι ανέμιζε τις πρόχειρα κολλημένες υδατογραφίες στον τοίχο• «πρόσεχε τις σκάλες» ακούς• το ακούς. Επανέρχεται, ψιθυριστά. Θυμάσαι. Μέρες εικόνες. Φωτεινές λέξεις στο σκοτάδι. Το κρύο κρεβάτι• θάνατο ψιθύριζε ο ορίζοντας και ζήσαμε. Ακόμα και στην Υμηττού αριθμός τόσο, ζήσαμε. Ζήσαμε κάπως καλά, «μην τρίβεις τα μάτια» και πρόσεχε τις σκάλες.

 

3
Πέρασαν σαράντα τόσα χρόνια. Το κάψιμο των μυρμηγκιών ήταν στη βραδινή μας διάταξη• συνδυαζόταν συχνά με σκοπεύσεις αεροβόλου στις λάμπες του δήμου και τριάντα οκτώ χρόνια από το «Μιλά η Μόσχα» του Αναγνωστάκη. Τα ταξίδια μας μακρινά σε Μοντεβιδέο, Σαγκάη, Καλκούτα. Μνήμες-ξόανα που προστέθηκαν και μεταφέρθηκαν σε ίσκιους. Σχήματα χρωματιστά, υπόγεια διαφανή σχήματα. Ανάκατα με σκόνη, άμμο, άχυρο, τριμμένο κεραμίδι και φιγούρες γυναικείες. Όλα αδιάψευστα είδωλα πυρετικών διαθέσεων• στέκονται κοντά, προσφέροντας χάδι ανάμεσα σε διαστήματα σιωπής, αφάνειας. Νόστος. Όλες οι ασκήμιες του χτες πέρασαν στη καθαρότητα, σήμερα• τώρα συνεχίζουμε να μαζεύουμε νωπές παπαρούνες. Αυτό θέλουμε. Για τα δυσάρεστα μιλιά.

 

4
Εκείνο που. Πλανάται πάνω από την παλιά γειτονιά, και το άλλο που ντύνει κουβέντες μέσα στη σιωπή. Γνωστών ιστορίες. Εν μέσω ελαχίστως διακριτών φράσεων. Η σκέψη που τυλίγει δύο καλλωπισμένες επιστολές˙αφημένες έξω από την πόρτα γνωστού διπλανού φίλου πονεμένου. Ποιος να τις έγραψε. Και εκείνος που διηγείται τα ελάχιστα που ξέρει ραντίζει ευωδία στο κάθε του βήμα. Στην παλιά γειτονιά. Ο έγκλειστος νέος του υπογείου. Η όμορφη απέναντι με τα σορτς που γνέφει, συνωμοτικά, ραντεβού τα μεσάνυχτα. Ο αλλόκοτος αλλοτινός μικρόκοσμός μας, η μυρωδιά του φρεσκοσιδερωμένου ρούχου, το ηλιόλουστο διάτρητο απόγευμα. Τώρα η σιωπή βλέπεται πια με τα γυμνά σου μάτια. Να. Εκεί. Στέκει δίπλα στη φιάλη με τα όνειρα που δραπετεύουν λίγο-λίγο προς μια ανέφικτη επιλογή, μακριά. Πολύ μακριά. Κανένα υπαινικτικό έστω ίχνος διεξόδου. Μόνο ένα βάρος πάντα• στους ώμους βαραίνει.

5
«Τέλος του ανθρώπου οι άνθρωποι»
Γιώργος Χειμωνάς

Η φλόγα τρεμοπαίζει. Το βλέμμα κόβει τη ζωή φέτες αφήνοντας γι’ αργότερα τον πρόλογο που χωρίζει μικρά βιωματικά αποσπάσματα. Η πνοή ξέρει – δεν είναι δυνατόν αυτά να τοποθετούνται έτσι στο χαρτί• θα θυμίζουν αυταπάτες καταλυτικών διαβρώσεων. Θέλει δόμηση παραδοσιακά τακτοποιημένη σε περιστατικά. Θέλει τροχιές κλασικές και αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο – έστω σε πρώτο. Θέλει σύνολο οικείο με αλληλοφωτιζόμενα μέρη. Τα θέλει συνειδητά να συμβαίνουν, να σβήνουν• ή να παραλείπονται. Επιθυμεί πρόσωπα, χώρους και τόπους, άδεια δωμάτια, πράξεις και απραξίες – κυρίως αυτές. Όλα αβέβαια. Πιστά σε μια αμφιλεγόμενη γλώσσα
που τρεμοσβήνει.

 

 

Βιογραφικό

Ο Στράτος Φουντούλης γεννήθηκε το 1954 στην Κάλυμνο, μεγάλωσε στην Νότιο Αφρική και στην Αθήνα. Σπούδασε Γραφικές Τέχνες με τους καθηγητές Δοξιάδη. Δούλεψε στη μεγαλύτερη Ελληνική εταιρεία δίσκων μουσικής για πάνω από 12 χρόνια. Σχεδίασε πολλά εξώφυλλα βιβλίων, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Θήτευσε στα ΜΜΕ για πολλά χρόνια (Έθνος, Κεφάλαιο, 7 μέρες ΤV, Τέταρτο, Βραδυνή κ.α.) Σαν εικαστικός έχει πάνω από 95 ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στο ενεργητικό του. Έργα του υπάρχουν σε πολλές ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ.  Κείμενά του πεζά, ποιητικά και δοκίμια έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα αγγλόφωνα και ελληνόφωνα έντυπα, καθώς και στο διαδίκτυο. Από το 1991 ζει και εργάζεται στις Βρυξέλλες.

Το 2003 ιδρύει το περιοδικό λόγου Στάχτες (staxtes.com), το οποίο και διατηρεί έως σήμερα.

Ιστοσελίδα: Αγριμολόγος – https://agrimologos.com/

 

 

«Ο αγιότατος έρως και άλλα τινά»

Ρapaver rhoea

 Η ερωτική ποίηση που πραγματεύεται την φυσική κατάσταση που προκύπτει αθέλητα στους ανθρώπους και τους βγάζει για λίγο ή για πολύ, από τον δρόμο που έχουν χαράξει, είναι μια πράξη που έχει όλα τα στοιχεία μιας επανάστασης, μιας προσωπικής επανάστασης, που είναι και η πιο ουσιαστική. Ο έρωτας αφορμή για αλλαγή και αμφισβήτηση συθέμελα του εαυτού μας και των αρχών μας, έρχεται ολόδροσος να μας οδηγήσει σε όχι και τόσο δροσερές και ευχάριστες ψυχικές καταστάσεις. Η ποίηση κατ’ εξοχήν ερωτική, ακόμη και όταν δεν φαίνεται στο πρώτο πλάνο της γραφής, μας ανοίγει ορίζοντες για να έρθουμε πιο κοντά στο ‘πρόσωπο’ του ανθρώπου που δεν είναι εύκολο να προσεγγίσουμε με άλλο τρόπο.

 

«Ο Αγιότατος Έρως και άλλα τινά»: Σύλληψη, έρευνα, οργάνωση και εκτέλεση:
Μαρία Πανούτσου.

 

[Copyright © Μαρία Σκουλαρίκου-Πανούτσου]
Επιμέλεια: Αλεξία Κατσαβού.


 

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤου γλυκού παράπονου, Federico García Lorca
Επόμενο άρθροΑίθουσα αναμονής, Κλείτος Κύρου
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού. Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Σπούδασε στο Open University of London Humanities - Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London. Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ». Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London. Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.