Κείμενα Ανησυχίας
Γράφει η Μαρία Πανούτσου
Ένα αφιέρωμα
Κατσίκας Πασχάλης
H χρωματική ποίηση του Πασχάλη Κατσίκα
ΑΓΓΙΣΤΡΟ
Χαίρομαι στον κόσμο τούτο
που ’χω μιαν άγκυρα
Αν δεν υπήρχες
ίσως να ήμουν ο Χάνιμπαλ
ίσως τζιχάντι
κουκουλοφόρος καταληψίας
ίσως απλώς να ήμουν πνεύμα
που πέρασε στην ανυπαρξία
δόλωμα για σκουλήκια
ίσως για κρεατόμυγες επωαστήριο
Ευτυχώς με αγκυλώνεις
στην πραγματικότητα
Μένω υπόχρεος που σ’ αγαπώ
Π.Κ
Διάλεξα επίσης δύο ποιήματα από τα τόσα του ποιητή αντί προλόγου.
ΣΤΟ ΠΑΖΑΡΙ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ
Σε ρυθμό κηδείας
χωρίς να κρατούν τα προσχήματα
διέρχονται από τους πάγκους
οι επίδοξοι αγοραστές.
– Μπιρ ευρώ!
χαρούμενα βρεφικά κορμάκια
διπλωμένα τακτικά
με τα παιδικά σετ
κρεμασμένα στο σύρμα
– Ικί ευρώ!
ζωντανά και πλαστικά
λουλούδια
για τον έρωτα ή τον θάνατό του
– Με ουτς ευρώ!
σεντόνια, μαξιλαροθήκες, παπλώματα
πάντες για κούνιες, κουρτίνες και προικιά
να στήσεις νοικοκυριό.
– Ντορτ ευρώ!
τα γυαλιά πρεσβυωπίας
σε όλους τους βαθμούς
Η λίμπιντο σιώπησε
Ντορτ ευρώ, και τα υποδήματα από δεύτερο χέρι
με τα πιο φθαρμένα δώρο μια βακτηρία.
– Μπες ευρώ!
τα πουκάμισα και τα κοστούμια
κάνει σπαρακτικά η μαυροφόρα
πίσω από τον ξύλινο πάγκο
που έχει σκεπάσει με άσπρη
πλαστική δαντέλα
σαν ανοιγμένο φέρετρο
που λείπει ο νεκρός.
Περνάμε από τη γέννηση στην
αποσύνθεση με αποφόρια
ότι πάρεις πέντε ευρώ
η σάρκα θάφτηκε
ώσπου να πεις μπες.
* Μπιρ (Bir)=1, Ικί (Iki)=2, Ουτς (Üç)=3, Ντορτ (Dört)=4, Μπες (Beş)=5.
Αχέρων
Αχέρων Βασίλειο δεν με λένε, ένα είναι το γένος μου, η δύναμή μου λιγοστή, κατόρθωμα κανένα. Ακρίτας όντας της ζωής, κάποτε σε συνάντησα στα μαρμαρένια δάπεδα ενός νοσοκομείου. Γονείς και αδέρφια ψάλλαν προσευχές, ελπίζοντας πως δύναμη χαρίζουν. Άλλοι με πράσινες ποδιές, άγγελοι είναι θαρρώντας, ρομφαίες μου παρουσίαζαν τις σύριγγες. Δειλός από την φύση μου, αντίσταση δεν πρόβαλα, κοντάρι δεν κρατούσα. Το άτι μου ξεπέζεψα πριν μέρες, κάτω στο πάρκινγκ το άφησα μαζί μ’ όλων των άλλων. Στη βάρκα σ’ ακολούθησα αβίαστα· μια κρουαζιέρα πάντοτε ήτανε τ’ όνειρό μου. Συνεπιβάτες έψαξα τριγύρω μου, κανένας· πού είναι η πολυτέλεια που έβλεπα σε φύλλα ταξιδίων, λαχταριστοί μπουφέδες, πισίνες, θέατρα, event και χοροεσπερίδες. Η θέα μονότονη, μουντή· φωνάξτε τον υπεύθυνο, άλλα μου είχε τάξει. Περνά τότε ο Ferryman τα ναύλα να ζητήσει· μα πού να βρω τον οβολό, λιτό το ένδυμά μου και ξαναβρίσκομαι με μιας σε τρίκλινο πολυτελές γεμάτος σωληνάκια. Γύρω μου όλοι έκπληκτοι· ρωτούν πώς ήταν το ταξίδι, τι μέρη εξωτικά αντίκρισα, πού είναι οι φωτογραφίες. Αποσβολωμένος, το ένδυμά μου μένω να κοιτώ μέσα στην παραζάλη. Ποιος ήταν άραγε αυτός ο μετρ; ποια υψηλή ραπτική τον ώθησε τσέπες να μην του βάλει; Αέρινη η κατασκευή κυρίως από πίσω. Βρε μπας και ήταν το πανί λειψό και σώθηκα από τύχη;
Ακολουθεί: Ένα ανθολόγιο ποιημάτων, που ζήτησα από τον ποιητή.
Πασχάλης Κατσίκας | ΧΙΙ ποιήματα
(Ι)
Μούσα
Συνελήφθη για λογοκλοπή
και παραβίαση ανθρωπίνων στίχων
Μάρτυρες υπεράσπισης προσήλθαν οι άλλες οκτώ
Κατήγορος το θνητό γένος
δικαστής ο Ζεύς, εισαγγελέας κάποιος Έρως
Από αναβολή σε αναβολή η δίκη κρατά χιλιετίες
αφού κανείς πλην της κατηγορουμένης
ή των φιλενάδων της
δεν διαβάζει πια ποίηση.
(ΙΙ)
Μια φορά κι έναν καιρό
Έδωσα μιλιά στα δέντρα κι
αισθήματα στα τρεχούμενα νερά
ποιήματα έγραψα στα χώματα
Όταν με καταπιούν
ν’ ακούς τη φωνή μου πάνω
στο δέρμα της μάνας μου, της γης.
(ΙΙΙ)
Αγέρα
Γιατί παράσιτα σήμερα
χαρίζεις στη σιωπή;
Δε βλέπεις
στα κούφια χείλη του θανάτου
σε δαίμονες και όρνια σαρκοβόρα
μια εύγλωττη αφωνία επικρατεί
Άφησε το πνεύμα μου ήσυχα να σβήσει στη βεράντα
να θρέψει το σαράκι η απουσία της.
(ΙV)
Τα κόκκινα πουλιά
Μια αυγουστιάτικη νύχτα, παραληρώντας, μου είπες:
ονειρεύτηκα κόκκινα πουλιά
που άξαφνα
σκέπασαν έναν ακάνθινο ουρανό με κρότους
Από τότε κοιμάμαι μ’ εκείνα τ’ αγκάθια
καρφωμένα στον φάρυγγα
ουρλιάζω στα φλαμίνγκο σου ν’ αποδημήσουν.
(V)
Επιτάφιο μνημείο
Κενό το αγγείο από λουλούδια,
χωρίς νερό, ούτε μια στάλα
να ξεδιψάσει η πήλινη ψυχή του.
Άλατα σκέπασαν τον πάτο
κι απέξω οι μελανόμορφες παραστάσεις
ξεθώριασαν τον έρωτα.
Ενίοτε θνήσκει ο Ηρακλής για μιαν Ιόλη,
φορώντας το ένδυμα της ζήλιας
που πότισε φαρμακωμένο αίμα.
Ας βούτηξε στη Στύγα των ματιών της,
στο μαύρο βάθος κι αν βαφτίστηκε,
ένα τρωτό σημείο πάντοτε υπάρχει.
Από εκεί το κράταγε του Νέσσου ο ζωγράφος,
χαράζοντας στην κοιλιά του τις φτερωτές γοργόνες
με την αποκεφαλισμένη Μέδουσα,
που δίπλωσαν τα φτερά της.
Ένα ασύλληπτο αντικείμενο μέγιστου πόθου,
τον θάνατο, έμμεσα, πάντα θα επιφέρει.
(VI)
Παρέλαση στις στάχτες
Πέτρωσε το γάλα στο στήθος της αμαζόνας,
που μας βύζαινε πριν την πανάρχαια μάχη.
Μέσα σε κελιά, στα νύχια περπατάμε σ’ ένα πέπλο στάχτης,
από μια χαραμάδα προσμένουμε τη λάμψη της ζωής.
Πάψαμε να στεκόμαστε ορθοί στα μετερίζια,
εκεί που άλλοι τσάκισαν βαρβάρους
κρούει ένα ποδοβολητό από δεκανίκια.
Θρηνούν οι πρόγονοι τις νύχτες
κουβαλώντας στις πλάτες τη σαρκοφάγο της πατρίδας μας.
(VII)
Απόψε
Τα πουλιά δε μ’ αγαπούν
σπάνε τα τζάμια στα παράθυρα
οι τοίχοι θρυμματίζονται, συντρίμμια γίνεται το ταβάνι
Γονατίζω ζητιανεύοντας τσουρέκια στον ουρανό
για να χορτάσω το πεινασμένο φάντασμα
που δίχως πόδια
παίζει μιαν εξαντλητική φλογέρα.
(VIII)
Οι θλιβεροί χειμώνες
Δένουν με κάτι σύρματα τα χρόνια
εμπρός σ’ έναν καθρέφτη βάφουν με
μαύρο μίνιο τα μαλλιά
Όμως τα σύρματα σκουριάζουν
μπαίνουν βαθιά στα μάγουλα
Τα φιλιά παύουν να τριγυρνούν στο κρεβάτι
κι οι πεταλούδες που έσπρωχναν
τα δυο σώματα στον έρωτα
γίνονται νυχτερίδες και σκεπάζουν το φεγγάρι.
(IX)
Εκείνες οι Κυριακές
Είναι κι εκείνες οι Κυριακές
που δεν ξεκολλά το βλέμμα
από το λευκό υδρόχρωμα
Ματώνουν τα χέρια πάνω στο σχοινί
χρειάζεται δύναμη για να σηκώσεις την καθημερινότητα
δίχως κρυφτό, κυνηγητό και χρωματιστούς βόλους.
(X)
Μάνα
Όσα βιβλία διάβασα είναι θαμμένα σ’ ένα ντουλάπι.
Ποντίκια έφαγαν το βελούδο απ’ τα ροδάκινα.
Ήρθε ο χειμώνας, το μέλι δεν λάμπει πια μέσα στο γάλα.
Οι καθρέπτες των εφηβικών ματιών
θόλωσαν ένα βήμα πριν την ενηλικίωση
κι ένα παρατεταμένο κλάμα
έρχεται να θραύσει την κρούστα της λάσπης.
Στην αθέατη εξορία της σπείρας του χρόνου,
ο φρουρός έξω από την πόρτα υποψιάζομαι πως είναι νεκρός.
(XI)
Ο κύκνος
Όσες φορές κι αν μέτρησα το ανάστημά μου με τον πόνο,
μακριά από την αγκαλιά της Περσεφόνης ψιχαλίζει μόνο πίκρα.
Πετά η νοσταλγία πάνω απ’ το συρματόπλεγμα,
σαν κύκνος που τα φτερά του έχουνε σχήμα σύννεφου.
Η καρδιά μου δεν γιορτάζει έξω στον κόσμο
μ’ ανέμους και λιοστρόφια.
Μεταγγίζει το αίμα, αυλάκια ανοίγει
απ’ τα σφαγμένα χείλη της αυγής ως το έρεβος,
για να γιορτάζουμε μαζί το φεγγάρι καθώς πρέπει.
(XII)
Μέδουσες
Με τη σφεντόνα φεύγει ο χρόνος,
να θραύσει την αντηλιά
στα εκατό παράθυρα που κουβαλάς στις πλάτες.
Το ράμφος του βουλιάζει στο κύμα απ’ τα γυαλιά,
κρούει σιωπηλά στην αορτή.
Τρέχουν οι Μέδουσες σε σπίτι ξέσκεπο,
μελανιασμένοι οι πρόγονοι καρφώνονται στα παγκάκια.
Δεν έμειναν αγάλματα στις παιδικές χαρές,
μόνο ποντίκια να πριονίζουν τον ύπνο σου.
Β’ μέρος
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ ΝΗΣΟΣ ΚΙΡΚΗ
π ο ί η σ η
Εκδόσεις “ΔΡΟΜΩΝ”
Αθήνα 2024
Ένα πορτραίτο εκ του μακρόθεν
Πασχάλης Κατσίκας, μια ήρεμη θάλασσα.
Από την τελευταία ποιητική συλλογή του ποιητή Πασχάλη Κατσίκα θα σας παρουσιάσω 4 ποιήματα. Το έργο του πολυσήμαντο, πυκνό και πλούσιο δεν περιορίζεται σε όποιες επιλογές δικές μου ή άλλων.
Όμως, πως αλλιώς να προσεγγίσεις ένα ποιητικό έργο, Ξεκινάς επιλογές από τις πιο προσιτές, μέχρι τις πιο σύνθετες και το ανάποδο, από τις πιο βαθυστόχαστες και μικτής τεχνικής γραφή, σε πιο απλές πιο αναγνωρίσιμες, πιο λαϊκές.
Ο Πασχάλης Κατσίκας είναι ένας γνώστης της γλώσσας και της γραφής. Αυτό το αναγνωρίζεις αμέσως μόλις αρχίσεις την ανάγνωση του έργου του. Από επιλογή απομακρύνεται από την ασφάλεια της γνώσης και περιδιαβαίνει σε μονοπάτια της λαϊκής και όχι ποίησης, αγγίζοντας με την ευαισθησία του, το ήθος και το ένστικτο, την καρδιά του αναγνώστη.
Η εμπειρία, η γνώση, η καλλιέργεια τον συνοδεύουν και εκείνος απλόχερα, άφοβα, ξετυλίγει τα συναισθήματα, την ματιά του, σε στίχους όσο πιο ελεύθερα του επιτρέπει η επιλογή που έχει κάνει, για την μορφή και το περιερχόμενο του εκάστοτε ποιήματος.
Αυτός ο ίδιος είναι ο πρώτος κριτής του έργου του. Κρατά αρχικά το μέτρο και στην συνέχεια απελευθερώνεται επιλεκτικά για να μιλήσει όσο πιο απλά γίνεται για το θαύμα που βιώνει ο ίδιος προσωπικά.
Η Κοινωνία εμπεριέχεται στην ποίηση του και με εικόνες -παραβολές – παρομοιώσεις αλλά και άμεσα, απόλυτα άμεσα, με εικόνες από την πραγματικότητα, βοηθά τον αναγνώστη στην επικοινωνία. Τον ενδιαφέρει να επικοινωνήσει και να οδηγήσει τον αναγνώστη, στους κοινωνικούς προβληματισμούς που τον απασχολούν.
Το λαϊκό στοιχείο στην γραφή του Πασχάλη Κατσίκα φαίνεται καθαρά πιότερο στον πεζό του λόγο, στα διηγήματα.. Με την αφήγηση κατορθώνει να βάλει σε κίνηση και τις δικέ μας μνήμες και να μιλήσει για την κοινή μοίρα των ανθρώπων. Το ποιητικό και πεζογραφικό του έργο είναι η αφορμή για εκείνον, για να εκφράσει τους προβληματισμούς του για τα ανθρώπινα. Με το έργο του γνωρίζουμε έναν ευγενή, έναν άνθρωπο του κόσμου τούτου, ένα εργάτη του λόγου.
ΑΓΓΙΣΤΡΟ
Αν δεν υπήρχες
ίσως να ήμουν ο Χάνιμπαλ
ίσως τζιχάντι
κουκουλοφόρος καταληψίας
ίσως απλώς να ήμουν πνεύμα
που πέρασε στην ανυπαρξία
δόλωμα για σκουλήκια
ίσως για κρεατόμυγες επωαστήριο
(Από την συλλογή “τα κόκκινα Πουλιά”, 2022)
Όμως ο ποιητής δεν είναι όλα αυτά, αλλά το ακριβώς αντίθετο, γιατί έχει μια άγκυρα το σύμβολο της σταθερότητας την οποία επιδιώκει για να μπορέσει αν αντιμετωπίσει τα του ΚΌΣΜΟΥ ΤΟΎΤΟΥ.
Μας εμπνέει εμπιστοσύνη λοιπόν, καθώς προσέχει με τον λόγο του να μην μας ξαφνιάσει, να μην μας τραυματίσει. Ο στόχος του είναι άλλος, επιθυμεί να μας συντρέξει, να μας αφυπνίσει, να συμπορευτεί μαζί μας, όχι με τον καθημερινό λόγο, αλλά με τον έμμεσο ποιητικό συμπυκνωμένο λόγο, για να φτάσει στην καρδιά μας, στους συλλογισμούς μας και το κατορθώνει χωρίς να απομακρύνεται από τις εικόνες που τον συνοδεύουν στην ζωή του.
Για βουτιές στον Γαλλικό πηγαίναμε
πάνω σε σιδερένια άτια
Με καθυστέρηση οι οτομοτρίς
μας ’φέρναν πίσω τ’ απογεύματα
Σαν θαλασσόξυλα μας ξέπλενες από τ’ αλάτια
αντί στο πέλαγος στη σκάφη βούταγες
το γέλιο σου θυμάμαι μέχρι σήμερα
(Από την ποιητική “συλλογή Ρετάλια”, 2020)
Περιέχει μια κάθαρση η ποίηση του, μια ανακούφιση και μια ελπίδα πως μπορούμε να κάνουμε κάτι καλύτερο.
ΕΚΕΙΝΕΣ ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ
Τις Κυριακέςεκείνες
δεν ξεκολλά το βλέμμα
απ’το λευκό υδρόχρωμα
Ματώνουν πάνω στο σχοινίτα χέρια
Πώς να σηκώσειςτην καθημερινότητα
δίχως κρυφτό, κυνηγητό
καιέγχρωμους βόλους;
ΤΟ ΚΟΜΠΌΛΟΪ
Ποδοσφαιρόφιλος ουδέποτε υπήρξες
μήτε καιταβλαδόρος
Άλλο άθλημα απ’τη δουλειά δεν ήξερες
μόνο σκεπάρνι και καλούπωμα
Όταν μεγάλος σού χάρισα ένα κομπολόι
τις χάντρεςτου στα δάχτυλα να παίξεις
δεν μπορούσες
Έβαλες στον τοίχο ένα καρφί
Εκείτο κρέμασες
μαζί μετην ανύπαρκτη ανάμνηση
της παιδικής μου ηλικίας
ΜΕΘΟΡΙΑΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ
Πέρναγε απ’τη μεθόριο το τρένο
Βέννα, Μέστη, Συκορράχη
Όσοι είναι για Κίρκη ας ετοιμάζονται
Μαζί διασχίζαμε βουνά, χαράδρες
τα καταπράσινα του Νέστου Τέμπη
Ψήλωνα εγώ, κιεσύ μεγάλωνες
Μια κηδεία θα ’ναι από σήμερα η ζωή
Μην απορείς γιατί δεν ήρθα στη δική σου
ΝΗΣΟΣ ΚΙΡΚΗ
Ανοίγω το τρανζίστορ Grundig
που επέστρεψε μαζί σου
από τη Γερμανία ως μετανάστης
Στο γρέζιτης φωνήςτού Καζαντζίδη
χορεύεις ζεϊμπέκικο αγέρωχο στου Κάλτσου
Σε στολίζουν φώτα από το ηλεκτρόφωνο
κι ένα αστέρι σκαρφαλώνει
απ’το μωσαϊκό στους ώμους
Διακοπή για Έκτακτο Δελτίο
Σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού:
Αλεξανδρούπολη: 8935
Κομοτηνή: 8615
Κίρκη Έβρου: ακατοίκητο
Προσωπικά ένοιωσα την ανακούφιση και την ελπίδα, μια υπόγεια ευγενική ενέργεια με συνεπήρε, καθώς περιδιάβαινα στους στοίχους του.
Πιστεύω πως έχουμε σημαντική ποίηση σύγχρονη στην Ελλάδα και αυτό σημαίνει πως οι άνθρωποι τούτου του τόπου αντέχουν τους ιστορικούς κλυδωνισμούς.
Καθώς διάβαζα την ποίηση του χρώματα μου φανερωνόντουσαν. Κάθε ποίημα ήταν μια διαφορετική παλέτα χρωμάτων. Μου άρεσε ιδιαίτερα η ποιητική συλλογή Ρετάλια (2020 -γράφημα) και έχει ενδιαφέρον πως κάθε συλλογή του έχει διαφορετική αισθητική (σχολή) και περιεχόμενο χωρίς να χάνει την ταυτότητα του ποιητή. Γλωσσικές επιλογές επίσης πολύ σημαντικές που κατορθώνουν να ραγίζουν τον με έλεγχο κυματισμό, της ποιητικής του Θάλασσας.
ΘΑΛΑΣΣΟΞΥΛΟ
Ωκεανούς εμπειριών διέσχισα
θαλάσσια συνάντησα αρπακτικά με πείνα ακόρεστη
Μιμήθηκα την όψη τους κι εξόκειλα
Πλεγμένος τώρα με τάβλες και σανίδια αγκαλιά
καρτερικά προσμένω
τον ήχο μου διάφανο ν’ ακούσεις
Ελαφρύ, απαλό απομεινάρι
απαλλαγμένο από εγωισμούς
καθάριο απ’ το ιώδιο και την αρμύρα
Στα χέρια σου αν καταλήξω για να με πλάσεις δέντρο
βάλε με ψηλά
θα βλαστήσω σαν θαύμα της δεύτερης Ανάστασης
Τον χειμώνα θα σ’ αγαπώ πιστά
στα καλοκαίρια μας θα ξαποσταίνω
(Από την συλλογή “Τεταρτημόρια”, 2019)
Χαίρομαι ιδιαίτερα για την γνωριμία μου με την ποίηση του Πασχάλη Κατσίκα. Και βέβαια δεν αρκεί το αφιέρωμα αυτό για να καλύψω την ποίηση του. Θα επανέλθω.
Μ.Π Αθήνα 18/4/24
Ο Πασχάλης Κατσίκας (Reutlingen της Γερμανίας, 1971), ζει στην Κομοτηνή από το 1977. Εργάζεται στη Βιβλιοθήκη του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και είναι συντάκτης στο ηλεκτρονικό περιοδικό Εξιτήριον. Ποιήματα και πεζά του έχουν δημοσιευθεί στα ηλεκτρονικά περιοδικά: Ποιείν, Poeticanet, Εξιτήριον, Φρέαρ, Θράκα, Νότες Λογοτεχνίας, Λόγω Γραφής, Φτερά Χήνας, Fractal, Χάρτης, Ιστορίες Μπονζάι (Πλανόδιον), Ατέχνως, Περί Ου, Μονόκλ, Το κόσκινο, Bookpress, Booksitting. Στα έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά: Μανδραγόρας (τεύχ. 58/2018, 60/2019 & 64/2021), Οροπέδιο (τεύχ. 22/2019), Λογοτεχνικό Δελτίο (Υπερρεαλιστικής Ομάδας Θεσσαλονίκης, τεύχ.3/2019, 8-9/2020, 11/2020, 15/2021), Ποιητικά τοπία (Υπερρεαλιστικής Ομάδας Θεσσαλονίκης, τεύχ. 1/2020, 6/2021) και στην εφημερίδα Παρατηρητής της Θράκης.
Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές:
Τεταρτημόρια (Παρατηρητής της Θράκης, 2019),
Ρετάλια (Γράφημα, 2020),
Το κοιμώμενο τσίρκο (Εξιτήριον, free e-book, 2021 & Ιδιωτική έκδοση),
Τα κόκκινα πουλιά (Δρόμων, 2022),
Νήσος Κίρκη (υπό έκδοση, Δρόμων,
Μάρτιος 2024),
Νήσος Κίρκη (Δρόμων, 2024).
Υλικό.
1*
2*
3*
https://biblionet.gr/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%89%CF%80%CE%BF/?personid=124666
Σημ. Δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας και δεν θα ήθελα να είμαι εκτός αν ήμουν ο Harold Boom. Γράφω για καλλιτέχνες που βρίσκω ενδιαφέρον το έργο τους και με προχωρούν και έμενα ως καλλιτέχνη και άνθρωπο. Εικαστικούς, μουσικούς, ηθοποιούς, ποιητές, συγγραφείς. Είναι οι μορφές τέχνης που σε διαφορετικά χρονικά δοσίματα, τις σπούδασα και άλλες τις εφάρμοσα.
Μ.Π
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού.
Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών.
Σπούδασε στο Open University of London Humanities – Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London.
Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ».
Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London.
Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.