Ο Αγιότατος Έρως «Η ελπίδα στον έρωτα πεθαίνει τελευταία»
Γράφει η Μαρία Πανούτσου.
9/03/2019
Η ελπίδα στον έρωτα πεθαίνει τελευταία
γι’ αυτό πίστεψε και συγχώρεσε με αγαπημένε,
εγώ η πιο εφήμερη από όλες τις αγαπημένες σου.
Μαρία Πανούτσου.
Ο Αγιότατος Έρως» σήμερα φιλοξενεί ερωτική ποίηση,
του ποιητή, Κωνσταντίνου Κούσιου
Φωτογραφία από την ταινία ’ Όσο υπάρχουν άνθρωποι ’
Λίγα Λόγια
Σήμερα φιλοξενώ στον Αγιότατον Έρωτα, τον Κωνσταντίνο Κούσιο, έναν άγνωστο ποιητή, έναν ποιητή που δεν είναι αφοσιωμένος μόνο στην ποίηση. Γράφει κυρίως για τον ίδιο. Τον ανακάλυψα τυχαία. Ο ίδιος δεν νομίζει ότι είναι ερωτικός ποιητής, εγώ πάλι το νομίζω και γι’ αυτό του αφιερώνω μία παρουσίαση με θέμα τον έρωτα. Θα προσπαθήσω να έχω και ένα Duets μαζί του σύντομα και να παρουσιάσω ποίηση του σε άλλο αφιέρωμα, με ελεύθερη θεματολογία. Η Ποίηση του απλή, άμεση, ρυθμική, σύντομη, με αναγνωρίσιμος εικόνες, λυρική, με φανερή την ανδρική του αυστηρή ταυτότητα. Η απόσταση που χωρίζει τον άνδρα από την γυναίκα μέσα στον έρωτα, στην εργασία, στην έρευνα, στην δημιουργία, στην αγάπη, δεν βρίσκει πάντα, μια δικαίωση. Η ερωτική σχέση μόνο με την αγάπη δικαιώνεται. Ο Κούσιος με εμπειρία ζωής κοιτάζει προς την μεριά της γυναίκας και του έρωτα με βλέμμα μελαγχολικό. Η δική μου πείρα από την ζωή, με τις δικές μου εμπειρίες και την μελέτη και παρατήρηση των άλλων, διαπιστώνω ότι ο άνδρας φοβάται πιο πολύ από μας τις γυναίκες, την γυναίκα και τον έρωτα και όσες φορές υπερβαίνει τον φόβο αυτόν, φτάνει στην ουσία του έρωτα που είναι η είσοδος μας σε έναν άλλο άγνωστο κόσμο. Η αίσθηση του μάταιου εξαφανίζεται με μιας, όταν ξέρεις ότι δίπλα σου είναι ο αγαπημένος. Ο Κούσιος την αναζητά την ερωτική αγάπη όπως κάθε ζωντανός οργανισμός αναζητά τον έρωτα, για να βεβαιωθεί ότι είναι παρόν στον χωροχρόνο, που του έχει χαρισθεί. Τα ποιήματά του αναδύουν την μυρωδιά της αγάπης δυο ανθρώπων που δεν χόρτασαν ο ένας από τον άλλον και η πικρία είναι τόσο ισχυρή που γίνεται ανάγλυφο γλυπτό στην ποίηση του.. Θα τελειώσω αυτά τα λίγα λόγια με ένα μικρό κείμενο, απόσπασμα από έναν μονόλογο ενός άνδρα ερωτευμένου, ένα κείμενο του Τάσου Αλεξιάδη: «Πόνος. Αφόρητος πόνος στάλθηκε μέσα μου. Με τρώει, με λιώνει. Θέλω να ξαναγεννηθώ. Μα πρέπει πρώτα να πεθάνω. Κάθε μέρα πεθαίνω λίγο λίγο. Μερικές φορές το ξεχνώ».
Κωνσταντίνος Κούσιος
Ποίηση
Ατέλειωτα σκαλιά
κατέβηκα
ως τον Άδη
ένα σταμνί
κρύο νερό
κρατώντας
στο δεξί
άκουσα πως
εδίψασες
κι ήρθα
να σε δροσίσω
κι ένα λουκούμι
σου φερα
λίγο να γλυκαθείς
καρδιά μου
—
Όταν άρχισε να χαράζει
με κάλεσες για καφέ
στο σπίτι σου
χαϊδεύοντάς μου
τα μαλλιά
σηκωθήκαμε
κι ακούγαμε τη βουή
των κυμάτων
να χάνεται πίσω μας
μου φερες το καφέ
κι όταν το φλιτζάνι
άλλαζε χέρι
αδέξια το πιασα
κι έσταξε πάνω
στο κάτασπρο
σεμεδάκι
ταράχτηκα και
ζήτησα συγγνώμη
μα συ:
άσπρο χωρίς λεκέ
είναι σα
ψυχή χωρίς πληγή
μνήμα χωρίς νεκρό
σεντόνι χωρίς αίμα
ύστερα έσκυψες και
μου γλυψες τη ταραχή
από τα χείλη
κι ήταν σα ν’ άκουγα
πάλι τα κύματα να
μουγκρίζουν
—
Κυρία όμορφη
με μάγεψε
το ελαφίσιο βήμα σου
και η περήφανη
κορμοστασιά σου
μα πως να σ ερωτευτώ
τα χέρια αν δε
πλέξουμε
και στη βροχή μαζί
δε περπατήσουμε
βρόχινα φιλιά αν
δε δώσουμε
μέσα στις λάσπες
πώς να σ’ ερωτευτώ
αν καθαροί
αποχαιρετιστούμε
—
Είναι και κάτι
γυναίκες
ώριμες και λαμπερές
σαν την πανσέληνο
του γλυκού Σεπτέμβρη
π’ όταν τις βλέπω
εύχομαι
έφηβος πάλι
να μουν
να τις πάρω αγκαλιά
και να τις σφίξω
ώσπου να στάξουν
φεγγαρόζουμο
μ’ αυτές με προσπερνούν
αδιάφορες
ανάβω τότε
ένα τσιγάρο
και θυμάμαι
πάντα έτσι ήταν
νόμος της φύσης
ύστερα πετώ
τη γόπα κάτω
και την πατώ
να σβήσει
μη τύχει
και πάρει φωτιά
ο κόσμος
—
Θα ρθει ο καιρός
που ο χρόνος
θα ναι λίγος
ίσα που θα προλαβαίνουμε
ν αγγίξουμε τα δάχτυλά μας
οι λέξεις δεν θα φτάνουν
τότε όμως θ ανθίσει
η σιωπή
και θα μιλάμε
χωρίς λόγια
αγκαλιασμένοι
πάνω απ το ηφαίστειο
—
Πες μου λοιπόν εσύ
δεκτική λευκότητα
ασπρουλιάρικο τίποτα
κάτι
τέλος πάντων
οτιδήποτε
μπορείς;
Και κάτι τελευταίο από τον ποιητή ..
Η ελευθερία είν’
άθλημα
μ’ ελάχιστες
κι αμφίβολες
τις νίκες
Κι εσύ μιλάς
γι αυτή
σα να ΄ναι
κτήμα σου
Η ελευθερία θέλει
προσευχή
και σένα η πυξίδα σου
αυθαιρεσία
Βιογραφικό
Κούσιος Κωνσταντίνος
Γεννήθηκε στη Δράμα το 1951. Ζει δυο χρόνια στη Προσοτσάνη. Οι γονείς του εγκαθίστανται στις Σέρρες και τους ακολουθεί με βαριά καρδιά. Εκεί σπουδάζει στο νηπιαγωγείο της κυρίας Σούλας. Στο Δημοτικό παίζει πολύ και στα έντεκα αρχίζει το τσιγάρο. Η μανία για παιχνίδι συνεχίζεται και στο Γυμνάσιο. Στο Λύκειο τα πράγματα δυσκολεύουν. Μόνη παρηγοριά δυο καθηγητές, ο ένας των Αρχαίων κι ο άλλος της Ιστορίας που χαράχτηκαν βαθιά μέσα στη ψυχή του. Παίρνει το απολυτήριο και, μετά από αποτυχημένη προσπάθεια να μπει στη Σχολή Ευελπίδων, φεύγει για Γερμανία. Όταν περάσουν οι πρώτες δυσκολίες διαπιστώνει ότι βρίσκεται στον παράδεισο. Εργάζεται περιστασιακά κι αρχίζει τις σπουδές: Γερμανική Φιλολογία, Γλωσσολογία και Φιλοσοφία. Η συντηρητική ατμόσφαιρα του πανεπιστημίου τον απωθεί. Περνά τις ενδιάμεσες εξετάσεις στη Γερμανική Φιλολογία και διακόπτει τις σπουδές. Εργάζεται έξι μήνες ως πλανόδιος πωλητής. Εγγράφεται κατόπιν στη Παιδαγωγική Ακαδημία και παρακολουθεί Παιδαγωγικά, Ψυχολογία και Κοινωνιολογία. Έρχεται σ επαφή μ έναν καθηγητή Φιλοσοφίας με τον οποίο θα τον συνδέσει μια μακροχρόνια φιλία. Εργάζεται ως φοιτητικός βοηθός στο Σεμινάριο της Φιλοσοφίας και μετά το πέρας των σπουδών του ως επιστημονικός βοηθός και επιστημονικός συνεργάτης. Το 1991 επιστρέφει στην Ελλάδα. Διδάσκει Γερμανικά και μεταφράζει. Από το 2012-2018 είναι άνεργος, όχι όμως και άεργος. Το 2018 είναι η χρονιά της συνταξιοδότησής του. Η ποίηση τον κέρδισε γιατί του έδωσε τη δυνατότητα να λακωνίζει.
Επίσης η Φωτογραφία: Το θρυλικό φιλί των Μπάρτ Λάνκαστερ και της Ντέμπορα Κερ πλάι στο κύμα https://el.wikipedia.org/wiki/Όσο_υπάρχουν_άνθρωποι
«ο αγιότατος έρως και άλλα τινά»
Ρapaver rhoea
Η ερωτική ποίηση που πραγματεύεται την φυσική κατάσταση που προκύπτει αθέλητα στους ανθρώπους και τους βγάζει για λίγο ή για πολύ, από τον δρόμο που έχουν χαράξει, είναι μια πράξη που έχει όλα τα στοιχεία μιας επανάστασης, μιας προσωπικής επανάστασης, που είναι και η πιο ουσιαστική. Ο έρωτας αφορμή για αλλαγή και αμφισβήτηση συθέμελα του εαυτού μας και των αρχών μας, έρχεται ολόδροσος να μας οδηγήσει σε όχι και τόσο δροσερές και ευχάριστες ψυχικές καταστάσεις. Η ποίηση κατ’ εξοχήν ερωτική, ακόμη και όταν δεν φαίνεται στο πρώτο πλάνο της γραφής, μας ανοίγει ορίζοντες για να έρθουμε πιο κοντά στο ‘πρόσωπο’ του ανθρώπου που δεν είναι εύκολο να προσεγγίσουμε με άλλο τρόπο.
«Ο αγιότατος έρως και άλλα τινά»: Σύλληψη, έρευνα, οργάνωση και εκτέλεση: Μαρία Πανούτσου.
[Copyright © Μαρία Σκουλαρίκου-Πανούτσου]
Επιμέλεια: Αλεξία Κατσαβού
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού.
Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών.
Σπούδασε στο Open University of London Humanities – Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London.
Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ».
Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London.
Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.