Είχα ξυπνήσει, πράγματι είχα ξυπνήσει, σε έναν καινούριο κόσμο, απαστράπτον, καθαρό, με διαγραμμένους ορίζοντες, με απλανή επίπεδα, με τα χρώματα να καταβροχθίζουν το σκοτάδι μόνο και μόνο επειδή αντίκρισα ξανά, ανέλπιστα, εκείνο το χαμόγελο.
Ήταν το αδύνατο της κατάστασης, το ανείπωτο, το ακατανόητο, το αφύσικο, το απίθανο, αυτό το ‘κάτι’ της κατάστασης στη θέαση του χαμόγελου που αναστήθηκε μέσα από τα συντρίμμια και, ιδού, να το ξανά μπροστά μου, ήταν αυτό το ‘κάτι’ που μου αρέσει ως ‘κάτι’ απλά γιατί είναι κομμάτι του περασμένου μου εαυτού που δεν θέλησα ποτέ να αφήσω να πεθάνει.
«Θέλω να μου τα πεις όλα»
Μα τι να πρωτοπώ στο χαμόγελο που τώρα μου χαμογελά, απίστευτο το ότι απαράμιλλο έχει μείνει, άσβηστο, ανεξάντλητα πανέμορφο στην πορεία του χρόνου, ανεξάντλητα ορίζοντας στα όνειρα μου, μα τι να πρωτοπώ στο χαμόγελο που τώρα μου χαμογελά και με έχει σαστίσει σαν να είμαι εφηβικός αναστεναγμός.
Μα τι να πρωτοπώ αγάπη μου, αγάπη υπάρχει, δεν υπάρχει, πύλη του ανεξήγητου, ούτε αυτή μπορεί να υπάρχει ούτε έρωτας, μην πλανάσαι ανόητε νου, το υπαρκτό είναι υπαρκτό, το αισθητό είναι υπαρκτό, το νοητό είναι υπαρκτό, το μόνο που διαφέρει της ύπαρξης είναι οι επικαθήμενες ερμηνείες, ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο, μα τι να πρωτοπώ αγάπη μου που υπάρχεις κι είσαι απτή σαν ένα κομμάτι γης ή μια αέρινη φούρια.
«Θέλω να μου μιλήσεις για όσα…»
… ποια όσα; Δεν τα ξέρεις; Τα ίδια θαρρώ πέρασες, το μόνο που με κλονίζει είναι η βεβαιότητα του εδώ, το γεγονός, το γεγονός ότι είμαι εδώ, ότι είσαι εδώ, πώς γίνεται, είναι η μοίρα, είναι το κιζμέτ, να συνέβαλλαν τα χαϊμαλιά που κουβαλάω (μα εγώ για το στυλ τα είχα, ευθυγραμμισμένη με τη φασαία εποχή που φασαίϊκα περιδιαβαίνει σαρώνοντας υπό το φίλτρο της φάσης μια φασική, εγωκεντρική πραγματικότητα), αποκλείεται, είναι η δράση, η πράξη, μονάχα αυτό μας απομένει, μονάχα αυτό, η πείνα για επιβίωση, το ανασήκωμα εν τω μέσω μιας λίθινης καταιγίδας, η πρώτη υποβοηθούμενη ανάσα, η πάλη για το καλύτερο, για το αύριο, η πάλη για τον τόπο τον επιούσιο, η πάλη για να κερδίσουμε μια θέση στη γειτονιά του ήλιου, η πάλη να αναπνεύσουμε, δεν είναι τάχα αυτά αρκετά για να βρεθεί ξανά η αγάπη, δεν σου αρκούν γι’ αυτά να μιλήσω; Για τα άλλα…
«… ποια άλλα; Ο καθένας ακολούθησε διαφορετικό δρόμο μέχρι να βρεθούμε εδώ, σ’ αυτό το δωμάτιο που πιθανόν αύριο να μην υπάρχει, να καταρριφθεί ως στρατηγικός στόχος του εχθρού ή του φίλου, να ισοπεδωθεί, αλλά αυτό που υπάρχει όπως λες, να αυτό, το υπαρκτό που φωλιάζει στο θεατό, το αισθητό, το νοητό, το υπερβατικό, η αγάπη, ο έρωτας, η φιλία, η αλληλεγγύη, ο αγώνας, αυτά, να, επιβιώνουν κι αυτά μας φέρνουν κοντά και εξαναγκάζουν το χαμόγελο μας σε δράση, ακόμα κι αν είναι αργά τάχα για χαμόγελα, όχι, πάντα είναι η ώρα τους. Κι αν δεν είμαι ή δεν είσαι ακριβώς το ίδιο χαμόγελο, αν βρήκαμε άλλα σώματα, τι μ’ αυτό. Ο δρόμος μας άλλαξε κι το αφόρητο φορτίο του να είμαστε εδώ, ενώ άλλοι…»
… βουλιάζουν, πνίγονται, κατατρεγμένοι, διωγμένοι, εξόριστοι, με απόφαση ποιας δύναμης, με ποιας δύναμης απόφαση ζω αυτό που ζω κι ο Άλλος ζει αυτό που ζει και κανείς δεν παρεμβάλλεται να ορίσει πιο δίκαιους στη ζωή κανόνες, μήτε εγώ αν έχω τη δύναμη μήτε ο άλλος αν έχει τη δύναμη.
Χαμογέλα μου μια στιγμή ακόμα. Κι απ’ αύριο πάλι τα όνειρα μας θα μηρυκάσουμε.
*Γράφει ο Γιάννης Λαδάκης.
Γεννήθηκε το 1992 στην Πτολεμαΐδα. Σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στην Θεσσαλονίκη, όπου και συνεχίζει τις σπουδές του ως υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής στο ερευνητικό πεδίο της Ιατρικής Πληροφορικής. Γράφει ενεργά τα τελευταία 12 χρόνια ως αποτέλεσμα της συνεχούς ενασχόλησης του με τη λογοτεχνία, την ποίηση και την φιλοσοφία. Αγαπάει ό,τι έχει να κάνει με τέχνη και κυρίως με τον γραπτό λόγο. Αντιπαθεί τη μετριότητα και το ίδιο. Αγαπάει τον «Άλλο» κι ό, τι συνεπάγεται η παρουσία του. Αγαπάει τον κόσμο και τη δυναμική του να πλάθει νησίδες ομορφιάς. Ενθουσιάζεται με την παραδοξότητα της ύπαρξης και τη μεταβολική της ροή.
Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι το ποιητικό στοιχείο, σε μια προσπάθεια προσέγγισης της μορφικής πληρότητας του πεζού από τη μία και νοηματικής πληρότητας της ποίησης από την άλλη. Επίσης, τα κείμενα του είναι εμποτισμένα με προβληματισμούς πολιτικής και υπαρξιακής φύσης, ενώ χαρακτηριστική είναι η σχεδόν μόνιμη επιλογή του να απουσιάζουν ονόματα και εξαντλητικές περιγραφές χωροχρονικών πλαισίων (το αντίθετο μάλλον ισχύει). Ο σκοπός της δραστηριότητας του έχει παραμείνει ίδιος με το πέρασμα του χρόνου: να συμβάλλει με κάποιον τρόπο στην τέχνη του λόγου και της ποίησης, αλλά και στην κοινωνική ζύμωση με την αποτύπωση προβληματισμών και ζητημάτων που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο και με τον επιτονισμό της αναγκαιότητας για ανεύρεση νέων κινήτρων ενατένισης του μέλλοντος και επανεπινόησης του δημόσιου χώρου.