Κι άξαφνα – για δες! – ξύπνησε, φασκιωμένη σε ένα μίγμα ονείρου καθάριου και πραγματικότητας θολής, να αναζητά δειλά δειλά ψήγματα του υπαρκτού, του αιώνια απροσέγγιστου εδώ και τώρα, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια με σταδιακά αυξανόμενο ρυθμό μέχρι να συνηθίσει τη σκοτεινιά του…

… δωματίου; Ταίριαζε ο χώρος που περιόριζε ή αποδέσμευε τη δράση της σ’ αυτήν την κλειστή περιγραφή; Ή είχε το νυχτερινό ουρανό για απέραντο ταβάνι – αλίμονο, φυσικό περιορισμό και μόνιμη αντανάκλαση του φαντασιακού; Ακόμα τα ζωηρά της μάτια δεν μπορούσαν να φέρουν την κατάλληλη πληροφορία στον εγκέφαλο, ωστόσο το μέσα της ήταν ζεστό, γλυκό ήταν το μέσα της κι αυτό τη γέμιζε σιγουριά ότι πλάι σε κάτι…

… φυσικό βρισκόταν, πλάι σε κάτι που αναδύει ‘κάτι’ από φύση, κάτι απροσδιόριστο και τόσο ανανεωτικό, κάτι προσαρμοσμένο ανερυθρίαστα στην κατοχή του ανθρώπου, κάτι δίχως φόβο, απογυμνωμένο από τα στερητικά α ή προσκολλημένο σ’ αυτά, τόσο έντονα ωθητικό που αναγκάστηκε να σηκωθεί όρθια μέσα στην απόλυτη σκοτεινιά και να χαράξει μια τροχιά τυχαία, μέχρι που βρήκε εμπόδιο σε κάτι…

… αχ, αυτό το ‘κάτι’ πάντα τίθεται εμπόδιο και πάντα αναζητιέται σαν χαμένος θησαυρός ή μαγικό ελιξίριο, αυτό το ‘κάτι’ που άλλες φορές υψώνεται ως τοίχος κι άλλες προσφέρεται σαν ηλιόλουστος πόθος, αυτό το ‘κάτι’ που εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή είχε σώμα, ύλη, ιδιότητες μη πρωτόγνωρες αλλά αξιοθαύμαστες που συμπληρώνουν…

… το μυστήριο του εδώ και τώρα, πάντα απροσπέλαστου όπως ακριβώς κι αυτό το συγκεκριμένο – απόλυτα ευθυγραμμισμένο με το εδώ και τώρα του και της – σώμα, τι μυστήριο να κρύβει η σιωπή του, άραγε έχει φωνή; Αναθυμήθηκε με έναν ταχύ συνειρμικό ελιγμό μία ελεγεία σχετική με τη φωνή και τη καθοριστική απουσία της από το…

… δημόσιο, ποιο δημόσιο, ποιο ιδιωτικό, ποιο επιτελικό, λέξεις πετιούνται κυματόμορφες παρασέρνοντας το σώμα της σε έναν ελεύθερο χορό, ορισμένο στο χώρο του σώματος, του σώματος που τίθεται ως ‘κάτι’ κι αυτό το ‘κάτι’ πάντα έχει τη μαγεία μιας τυχάρπαστης έννοιας που γεννιέται και πεθαίνει ηρωικά στο πεδίο της μαλακίας, ουψ, να που μια κακιά λέξη ξέφυγε από τη φυλακή της την ώρα που…

… συλλογίζεται έντονα το ενδεχόμενο το φαινομενικά αντιτιθέμενο (σ’ αυτήν και την κίνηση της) ‘κάτι’ να φιλιέται, τάχα φιλιέσαι, είσαι τάχα ο καθοριστικός παράγοντας της ελευθερίας μου, τάχα φιλιέσαι ή τάχα έχεις φωνή, είναι δυνατόν να συμβαίνουν και τα δύο, αδύνατο μοιάζει μετά από τόσες μέρες στο φόβο, τόσες μέρες στην πάλη της επιβίωσης, σχεδόν χρόνια μοιάζει αυτό το διάστημα που…

… μετά βίας διάβηκε μακριά από αυτό το ‘κάτι’, ένα ‘κάτι’ που ‘κάπως’ να θυμίζει ομορφιά, να ρε, αυτό είναι η φύση κι απλά επαναλαμβάνεται σε βουνά, δάση, ξέφωτα παραλίες, ακόμα και ορισμένες κοινότητες, αν φιλιέται λοιπόν αυτό το ‘κάτι’ σίγουρα ζει ένα όνειρο, σίγουρα διέφυγε από τους εφιάλτες της πραγματικότητας, σίγουρα τρέμει να παραδεχτεί την πιθανότητα να…

… άλλωστε, πώς…

… Πώς είναι δυνατόν;

«Ξύπνησες αγάπη μου;»

 


Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροGuernica, Pablo Picasso
Επόμενο άρθροΟι γειτονιές του κόσμου, Γιάννης Ρίτσος
Γεννήθηκε το 1992 στην Πτολεμαΐδα. Σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στην Θεσσαλονίκη, όπου και συνεχίζει τις σπουδές του ως υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής στο ερευνητικό πεδίο της Ιατρικής Πληροφορικής. Γράφει ενεργά τα τελευταία 12 χρόνια ως αποτέλεσμα της συνεχούς ενασχόλησης του με τη λογοτεχνία, την ποίηση και την φιλοσοφία. Αγαπάει ό,τι έχει να κάνει με τέχνη και κυρίως με τον γραπτό λόγο. Αντιπαθεί τη μετριότητα και το ίδιο. Αγαπάει τον «Άλλο» κι ό, τι συνεπάγεται η παρουσία του. Αγαπάει τον κόσμο και τη δυναμική του να πλάθει νησίδες ομορφιάς. Ενθουσιάζεται με την παραδοξότητα της ύπαρξης και τη μεταβολική της ροή. Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι το ποιητικό στοιχείο, σε μια προσπάθεια προσέγγισης της μορφικής πληρότητας του πεζού από τη μία και νοηματικής πληρότητας της ποίησης από την άλλη. Επίσης, τα κείμενα του είναι εμποτισμένα με προβληματισμούς πολιτικής και υπαρξιακής φύσης, ενώ χαρακτηριστική είναι η σχεδόν μόνιμη επιλογή του να απουσιάζουν ονόματα και εξαντλητικές περιγραφές χωροχρονικών πλαισίων (το αντίθετο μάλλον ισχύει). Ο σκοπός της δραστηριότητας του έχει παραμείνει ίδιος με το πέρασμα του χρόνου: να συμβάλλει με κάποιον τρόπο στην τέχνη του λόγου και της ποίησης, αλλά και στην κοινωνική ζύμωση με την αποτύπωση προβληματισμών και ζητημάτων που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο και με τον επιτονισμό της αναγκαιότητας για ανεύρεση νέων κινήτρων ενατένισης του μέλλοντος και επανεπινόησης του δημόσιου χώρου.