Να είναι η άνοιξη που κάνει τάχα

τόσο όμορφες τις στιγμές που διαδέχονται η μία

την άλλη να παρουσιάζονται σαν ποτέ ξανά να

τις έχει νιώσει έτσι ανθρώπου μέσα, το μέσα ρε που μιλάει, το μέσα που

κάθε τόσο ορίζει τα πρέπει και τα μη, τα θέλω και τα υπερθέλω, τα

ανομολόγητα που δεν τολμώ να ομολογήσω πλάι στο ποτάμι, πλάι

στο χείμαρρο της ύπαρξης, πλάι στο οτιδήποτε σημαίνεις και

σε συνέχει, άπειρη ακολουθία αριθμών το πείσμα σου να

υπάρχεις αυτούσια, καθαρή, ατόφια, στην όραση μου δεν ανήκει παρά

η απόλυτη ηδονή του να σε σκιαγραφεί δίχως άγγιγμα, δίχως

ανάγκη να παραμιλήσει φλογερά δίπλα στο κοιμισμένο κορμί σου, αναγκαιότητα αυτό

το όνειρο που αναδύεται σαν ολόγραμμα καταμεσής του δρόμου κι αναβοσβήνει σαν

πινακίδα νέον με ξεχαρβαλωμένα γράμματα, ο έρωτας πέθανε, ζήτω ο έρωτας, πώς

καταφέρνει ακόμα και στις πιο ζοφερές συνθήκες να επιβιώνει, ακόμα και σήμερα που

ευτελών υποτελών οι καταργήσεις συγκρούονται στους δρόμους ανόρεχτα και

τι άλλο να πω, να πω για μένα, να πω για το τίποτα ή το πάντα, το

ποτέ ή το καθολικό, δεν θα αρνηθώ ότι αδημονία με κυρίευσε, λίγο πριν

-αναμνηστική μέρα μια τραγελαφικής περιόδου που κάποιοι θυμούνται ως επανάσταση-

εμφανιστείς μπροστά μου, όχι, όχι, αυτό δεν πρέπει να το ξεστομίσω, αυτό

οφείλω να το κρατήσω για τον εαυτό μου, να το φτύσω στο κρασί που καταπίνω, να

πιώ τον πόθο μου και μέσα απ’ αυτό να τον αναγεννήσω, τι στιγμή, τι στιγμή να

μου μιλάς κι εγώ λέξεις να μην ακούω μα χτύπους καρδιάς, άγνωστης ακόμα πηγής ή

τέλους.

||

Να είναι η δροσιά της ομοούσιας σκέψης που

κάνει τάχα ετούτον τον άγνωστο μια φιγούρα οικεία και οριακά

λατρευτή πριν καν παρουσιαστεί ως πτυχωτή ολότητα, μονομιάς

τούτες οι στιγμές λαμβάνουν άλλον χαρακτήρα, το μέσα ρε που μιλάει, το μέσα που

αχαρακτήριστης διαγωγής η συμπεριφορά του σαν από το ατομικό πάει να

ξεφύγει και γίνεται πείσμα, ρευστό όνειρο, μελωμένη ύπαρξη, απαρχή

των πάντων, απαρχή όσων αξίζουν να αναδύονται, μιας στιγμής και μιας αιωνιότητας, αυτό

δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ η φύση του ανθρώπου, ποτέ δεν θα αλλάξει, μόνο οι

διεκδικήσεις του για πληρέστερο εναγκαλισμό του εαυτού και του Άλλου, μόνο αυτό

απομένει στους τεμπέληδες της άγονης κοιλάδας, ένα άλμα μακριά από την

μετριότητα, το αναμάσημα πλαστικής και ψηφιακής τροφής, το άπαν που

εκφυλίζεται καθημερινά σε τίποτα, μα τι λέω, τι σκέφτομαι όσο εσύ

για τη ζωή σου μου μιλάς, για την καθημερινότητα σου, τα όσα αντικρίζουν τα μάτια σου, τα

όσα είναι ικανά να χαροποιήσουν το μέσα κι όσα ικανά να το μαυρίσουν, τι λέω και τι

σκέφτομαι, πόση ενέργεια ακόμα να ξοδέψω αποφεύγοντας τα βέλη αυτού που

αβίαστα έρχεται, αβίαστα επιμένει, αβίαστα εισχωρεί πέρα από τα πρώτα

φύλλα της καρδιάς ή της σπλήνας ή του ήπατος, το κέντρο της ψυχής που

-μια τέτοια επανάσταση ας τη βάλει η ιστορία στον κώλο της αντίδρασης-

αβίαστα παραμιλά και προβάλλει ένα αυτοδιηγούμενο μέλλον, βουτηγμένο στη μάχη

μάχη λοιπόν αυτό που ανοίγεται μπροστά μου, μάχη με τον όχι τυπικό άγνωστο με τόσα

οικεία χαρακτηριστικά και κυρίως με μια φωνή πλεούμενη αρμονικά στα κύματα του

χωροχρόνου, αυτόν θέλω να νικήσω μαζί του, χωρίς να ξέρω ακόμα το κίνητρο ή το

τέλος.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροἘλεωνόρα, Νίκος Εγγονόπουλος
Επόμενο άρθροΦεύγω και αρνούμαι, Σοφία Σταθάκη
Γεννήθηκε το 1992 στην Πτολεμαΐδα. Σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στην Θεσσαλονίκη, όπου και συνεχίζει τις σπουδές του ως υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής στο ερευνητικό πεδίο της Ιατρικής Πληροφορικής. Γράφει ενεργά τα τελευταία 12 χρόνια ως αποτέλεσμα της συνεχούς ενασχόλησης του με τη λογοτεχνία, την ποίηση και την φιλοσοφία. Αγαπάει ό,τι έχει να κάνει με τέχνη και κυρίως με τον γραπτό λόγο. Αντιπαθεί τη μετριότητα και το ίδιο. Αγαπάει τον «Άλλο» κι ό, τι συνεπάγεται η παρουσία του. Αγαπάει τον κόσμο και τη δυναμική του να πλάθει νησίδες ομορφιάς. Ενθουσιάζεται με την παραδοξότητα της ύπαρξης και τη μεταβολική της ροή. Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι το ποιητικό στοιχείο, σε μια προσπάθεια προσέγγισης της μορφικής πληρότητας του πεζού από τη μία και νοηματικής πληρότητας της ποίησης από την άλλη. Επίσης, τα κείμενα του είναι εμποτισμένα με προβληματισμούς πολιτικής και υπαρξιακής φύσης, ενώ χαρακτηριστική είναι η σχεδόν μόνιμη επιλογή του να απουσιάζουν ονόματα και εξαντλητικές περιγραφές χωροχρονικών πλαισίων (το αντίθετο μάλλον ισχύει). Ο σκοπός της δραστηριότητας του έχει παραμείνει ίδιος με το πέρασμα του χρόνου: να συμβάλλει με κάποιον τρόπο στην τέχνη του λόγου και της ποίησης, αλλά και στην κοινωνική ζύμωση με την αποτύπωση προβληματισμών και ζητημάτων που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο και με τον επιτονισμό της αναγκαιότητας για ανεύρεση νέων κινήτρων ενατένισης του μέλλοντος και επανεπινόησης του δημόσιου χώρου.