Ασκήσεις Μνήμης
«Μία Επαφή μετά από 22 χρόνια»
Μα αρέσει
να κοιτάζω πίσω
στον χρόνο
τα σβησμένα κεριά
Μ.Π.
Έτος 1997. Είμαι ακόμη στον Άγιο Αρτέμιο, οδός Ανατολίου 3. Μια χρονιά σημαδιακή, δημιουργική και πικρή μαζί. Αποφασίζω να πάρω την δουλειά μου σε ένα Διεθνές Φεστιβάλ. Στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου. Το έργο, μια μαρτυρία της Δ.Μ. Μιχαλακέα ‘Ελεγεία’* για τον εμφύλιο. Μια τοπική εφημερίδα της γειτονιάς μου με επισκέφτηκε και ενδιαφέρθηκε (ήμουν εκεί από το 1987) εκτός των άλλων των μεγάλων εφημερίδων, ραδιόφωνο και τηλεόραση, που κάλυψαν το γεγονός. Πως όχι, αφού δεν ήταν και πολύ σύνηθες. Ένα μικρό σχήμα θεατρικό, αποφασίζει να συμμετέχει σε ένα διεθνές φεστιβάλ με ένα έργο ελληνικό, με μια μαρτυρία. Ετοιμασία της παραγωγής, χωρίς οικονομική ενίσχυση και πολύ δουλειά εξαντλητική, σε όλα τα επίπεδα.
Η χρονιά αυτή δύσκολη μαζί με την τόσο τολμηρή απόφαση, την ανομολόγητη δουλειά και ετοιμασία μια δεύτερης παραγωγής, της Αντιγόνης του Σοφοκλή -που είχε αρχίσει η προετοιμασία από το 1995- και με πρόγραμμα να την πάω στον Εδιμβούργο επίσης την επόμενη χρονιά. Μέσα σε όλα αυτά, ο πατέρας του γιου μου, ο πρώτος μου άνδρας, ο Πάνος, αρρώστησε με καρκίνο και το πένθος πλησίαζε. Ένας άνδρας που μου έμαθε την ζωή αφού τον γνώρισα πολύ νωρίς. Το τι σημαίνει απώλεια το κατάλαβα με τον θάνατο αυτόν. Στα χέρια μου πρόσφατα έπεσα μια εφημερίδα της εποχής εκείνης και θυμήθηκα όλη εκείνη την περίοδο. Τον άνθρωπο που υπογράφει την συνέντευξη τον Πέτρο Χριστοδουλίδη θα τον δω το Φθινόπωρο. Επικοινώνησα μαζί του μετά από 22 χρόνια. Θέλησα να δω αν μπορώ να κινήσω τον χρόνο, να τον αναποδογυρίσω.
Μου αρέσει να κοιτάζω πίσω, να ψηλαφίζω τα χνάρια και την αντοχή τους, αν μπορώ να ξανανάψω τα σβησμένα κεριά. Το εργαστήρι το έκλεισε το 1999 μετά από 11 χρόνια αφοσίωσης στον χώρο αυτόν. Πολλά έγιναν από τότε. Έτσι αποφάσισα να βρω ξαναβρώ τον Πέτρο Χριστοφιλίδη. Παραθέτω την συνέντευξη που την βρίσκω επίκαιρη ή μία μυθιστορία.
Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί σε μια περίοδο, δέκα χρόνων απόσταση. Ξαναβρήκα έναν άνθρωπο 1982 – 1992 δέκα χρόνια μετά. Ένα γράμμα έφτασε σε μένα ως απάντηση από τον Πολωνό σκηνοθέτη Kazimierz Braun. Το γράμμα το έστειλα αρχικά στην Πολώνια όταν επέστρεψα στην Ελλάδα από την Πολώνια εκεί που είχα συναντήσει και γνωρίσει τον Kazimierz Braun αλλά ο Kazimierz είχε φύγει για την Νέα Υόρκη όπως τόσοι και τόσοι Πολωνοί καλλιτέχνες, εκείνη την εποχή. Το γράμμα μου όμως μετά από δέκα χρόνια, δεν χάθηκε – εδώ και εκεί αλήτευε – και τελικά τον έφτασε και τον βρήκε, στην Νέα Υόρκη και μου απάντησε. Επικοινωνήσαμε με παρόμοια τύχη ενός μπουκαλιού, στον ωκεανό. Έλαβα το γράμμα του δέκα χρόνια μετά, αφού και εκείνος τότε το έλαβε! Το πιο σημαντικό είναι ότι μου απάντησε! Και έτσι βρεθήκαμε ξανά. Πόσα χρωστάω στους ανθρώπους… Αλλά θα συνεχίσω για τον Kazimierz σε άλλη στιγμή. Μια ιστορία λίγο πιστευτή, αλλά απόλυτα αληθινή.
Έτσι και τώρα με τον Πέτρο 22 χρόνια μετά, θα βρεθούμε για να δούμε τι κάναμε, τι έγινε, τι μπορούμε να κάνουμε.
Τρίτη Ιούλιος 2017
Μέρος Δεύτερο Η συνέντευξη
…”Η Ελλάδα έκανε ένα τραγικό λάθος..”
Συνέντευξη της Μαρίας Πανούτσου για την τοπική εφημερίδα
«Συν ….. οικία»
- Πότε και υπό ποιές συνθήκες σάς γεννήθηκε η ιδέα της δημιουργίας ενός αυτονόμου θεατρικού χώρου;
Γύρω στο 1980 αποφασίζω να μείνω οριστικά στην Ελλάδα και να εργαστώ πάνω στο αντικείμενο που τόσα χρονιά σπούδαζα, το Θέατρο. Η επαφή μου με την επαγγελματική πραγματικότητα κράτησε περίπου πέντε χρόνια και κατάλαβα ότι αυτό που ήθελα από το θέατρο, δεν είχε σχέση με την συνεχή αγωνία για την επαγγελματική επιβίωση μέσα από την εκάστοτε θεατρική σεζόν. Ο Ασ. Μπαχαριάν που γνώριζε την δουλειά μου και τις αναζητήσεις μου, με συμβούλεψε να δημιουργήσω και να λειτουργήσω ένα προσωπικό χώρο. Δεν νομίζω εξ’ άλλου να είχα άλλη επιλογή. Ή θα έφευγα έξω πάλι ή θα έμενα με τους όρους μου. Δεν ήθελα να φύγω. Ήθελα να κάνω θέατρο στην μητρική μου γλώσσα.
- Ποιά εμπόδια δυσχέραναν την υλοποίηση της ιδέας σας;
Τα εμπόδια ήταν και είναι οικονομικά και ηθικά και τα δυο δύσκολα, επίμονα και ισχυρά. Αν αντέξω ακόμα λίγο, ίσως τα πράγματα γίνουν λίγο καλύτερα τα επόμενα χρόνια. Όμως θέλω να πω ότι οι δυσκολίες αυτές, επιβαρύνουν εμένα σαν άνθρωπο και όχι το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα της δουλειάς μου.
- Ποιοί οι στόχοι σας για το μέλλον;
Η σχέση μου με το μέλλον έχει αλλάξει με τα χρόνια. Σήμερα για μένα, το μέλλον αντιπροσωπεύει μια αόριστη επιθυμία για ελευθερία και ο στόχος μου είναι πως να σταθώ στον αντίποδα της τέχνης. Ξέρω ότι αυτό δεν είναι εύκολο και θα μου χρειαστεί πολύς καιρός ακόμα. Όμως αυτός είναι ο στόχος μου για το μέλλον. Προς το παρόν εργάζομαι πολύ και δεν μπορώ να σταματήσω, όμως ό,τι κάνω το τοποθετώ στον ενεστώτα δηλαδή στο παρόν. Τώρα δουλεύω πάνω στην Αντιγόνη του Σοφοκλή και τον Γυάλινο Κόσμο του Τέννεση Ουΐλλιαμς. Επίσης, ένα εικαστικό δρώμενο πάνω σε κείμενα Μπόρχες. Ετοιμάζουμε και τις εκδηλώσεις του Ιουνίου που φέτος θα κρατήσουν δεκαπέντε μέρες και θα περιλαμβάνουν εκθέσεις ζωγραφικής, συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, σεμινάρια και ομιλίες.
- και 5. Πώς κρίνετε την ανταπόκριση των κατοίκων της συνοικίας μας; Πώς κρίνετε την ίδια τη συνοικία μας από πλευράς πολιτιστικής ποιότητας; Ποιά τα ελλείμματά της σ’ αυτόν τον τομέα;
Τις ερωτήσεις 4 και 5 θα τις απαντήσω μαζί, γιατί νομίζω ότι ανήκουν στον ίδιο προβληματισμό. Κατ’ αρχάς το θέμα είναι πολυσύνθετο και χρήζει μεγάλης συζήτησης. Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομη. Οι συνοικίες λειτουργούν λίγο ως επαρχία. Μπορεί να αγοράζουν το ψωμί και τα άλλα φαγώσιμα από την γειτονιά τους, αλλά η έξοδος είναι γενικά συνδεδεμένη με το κέντρο της Αθήνας. Πάνω σ’ αυτήν την παρατήρηση θα προχωρήσω τον συλλογισμό μου. Κατά την γνώμη μου, το κυριότερο πρόβλημα πάνω στο θέμα που συζητάμε, δηλαδή ανταπόκριση των κατοίκων σ’ ένα συνοικιακό θέατρο και η πολιτιστική ποιότητα της ζωής της συνοικίας μας (και που αφορά το σύνολο του ελληνικού χώρου) είναι η παθητική σχέση που έχουν οι άνθρωποι με το περιβάλλον, που τους εμποδίζει να αναπτύξουν μια στενή σχέση με το θεατράκι που γειτονεύει στο σπίτι τους. Τους φαίνεται περίεργο που είναι τόσο κοντά τους. Θεωρούν φυσικό να είναι σε πιο επίσημη και λιγότερο οικεία περιοχή. Έχουν ξεχάσει την σχέση που παλιά αλλά και τώρα όλος ο σύγχρονος κόσμος ΕΧΕΙ με το κέντρο και την περιφέρεια. Η Ελλάδα έκανε ένα τραγικό λάθος σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Δέχτηκε επιρροές, δεν είναι κακό αυτό, αλλά δέχτηκε μόνο την εξωτερική φόρμα των δανείων – στοιχείων, όχι την ουσία. Σε όλο τον κόσμο αναπτύσσεται συγχρόνως κέντρο και περιφέρεια και συχνά το κέντρο χρησιμεύει μόνο στην λειτουργία των κρατικών και ιδιωτικών υπηρεσιών. Οι τέχνες και η διασκέδαση είναι σκορπισμένες παντού, σε διάφορες συνοικίες και περιοχές της πόλης. Ο κόσμος ξεκινάει να πάει να δει μια παράσταση, ένα πολιτιστικό γεγονός. Διαφορετικά έχουμε γκετοποίηση. Είμαι κατά του συγκεντρωτισμού και πιστεύω στην ιδιωτική έκφραση και πρωτοβουλία. Όπως είναι λυπηρό που κλείνει το μικρό μαγαζάκι, το ίδιο λυπηρό είναι και η ανυπαρξία καλλιτεχνικών συνοικιακών χώρων (συνοικιακό σινεμά και θέατρο). Προσωπικά, ήταν επιλογή μου η γειτονιά μας και δεν το έχω μετανιώσει. Το να επικοινωνούμε πιο πλατιά και όχι μόνο μέσα από τις παροτρύνσεις της οργανωμένης διαφήμισης, είναι σίγουρα πιο ανθρώπινο. Η χαρά μου θα είναι μεγάλη, όταν στο θέατρο έρθουν άνθρωποι που το πρωί τους συναντώ στα ψώνια στην γειτονιά και το βράδυ θα μπορέσω μέσα από τη δική μου δουλειά, να συμβάλλω στην ξεκούραση και ψυχαγωγία τους, προσφέροντας και εγώ τα δικά μου προϊόντα. Αυτό σημαίνει κοινωνία. Αν ξεφύγουμε από τον νεοπλουτισμό, δηλαδή τον επαρχιωτισμό που είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής που στοχεύει στην ομαδοποίηση των ανθρώπων, θα μπορέσουμε να ζήσουμε σίγουρα πιο συνειδητά τη ζωή μας. Θα ήθελα, επίσης να πω, ότι το Κράτος δεν είναι σε θέση να κάνει πολλά πράγματα και ότι εμείς οφείλουμε, για την καλυτέρευση της ίδιας μας της ζωής. Αλλά πέρα από όλα αυτά που είναι και λίγο ειδικά και θεωρητικά θέλω να σας πω ότι από την γειτονιά μας έχω δύο νέα παιδιά, που παρακολουθούν με επιτυχία το εργαστήρι και αυτό το βρίσκω πολύ θετικό και ελπιδοφόρο.
- Το Θεατρικό Εργαστήρι παρουσιάζει φέτος την «Ιστορία με Τέλος». Με ποιά κριτήρια επιλέχθηκε το συγκεκριμένο έργο και ποιό το βασικό μήνυμά του;
Το Ελληνικό κείμενο, θεατρικό η μη, είναι αυτό που μ’ ενδιαφέρει πρωτίστως στην δουλειά μου. Από τις σκηνοθεσίες που έχω κάνει, οι περισσότερες είναι σε ελληνικό έργο. Στο συγκεκριμένο, μου άρεσε και η γραφή και το περιεχόμενο. Με συγκίνησε το τυχαίο και η ανθρώπινη μοίρα. Το βρήκα επίκαιρο και γνήσιο. Η ιστορία είναι ένα πραγματικό γεγονός, μια μαρτυρία. Ένας βαθιά γυναικείος λόγος μακριά από κάθε είδους πολιτικές σκοπιμότητες. Όταν το διάβαζα μου έδινε την αίσθηση ότι το είχε γράψει ένα πολύ νεαρό άτομο. Δυνατό και νεανικό. Σκέφτηκα να το κάνω θέατρο και να δοκιμάσω πάνω του, τους θεατρικούς δρόμους. Ήθελα να ξαναβιώσω τις συγκλονιστικές καταστάσεις του βιβλίου και να απαντήσω σε διάφορα ερωτήματα, σχετικά με το θέατρο και τις αρμοδιότητές του. Αρχικά, κάνεις από τους δικούς μου, εκτός από τον συνεργάτη μου Τάσο Πετρή, που μου πρότεινε και το βιβλίο, δεν πίστεψαν στο κείμενο. Τώρα που το ακούνε, καταλαβαίνουν γιατί το διάλεξα. Η παράσταση, χωρίς να αλλάξω το κείμενο, είναι μια ελεύθερη προσέγγιση στο θέμα που θίγει. Το έργο είναι ένας ύμνος στη ζωή, στην ελευθέρια. Επίσης, ήθελα να κάνω μια παράσταση που θα είμαι μόνη, για να πάρω συνολικά την ευθύνη της δουλειάς. Ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει από την επιλογή του συγκεκριμένου έργου, είναι κατά πόσον η γοητεία του θεάτρου μπορεί να σηκώσει λυτρωτικά το βάρος του θέματος. Θα μπορούσα να μιλάω ώρες για το έργο, αλλά νομίζω ότι στο ερώτημά μας έχω ήδη απαντήσει.
- Παράλληλα λειτουργείτε και ως χώρος εκπαίδευσης νέων επίδοξων και ταλαντούχων ηθοποιών. Μπορείτε ν’ αναφερθείτε σ’ αυτή την δραστηριότητά σας;
Ο λόγος που ξεκίνησα, όπως ανέφερα και παραπάνω, ένα εργαστηριακό θεατρικό χώρο, ήταν η αναζήτηση της καλλιτεχνικής μου ταυτότητας. Η διδασκαλία ήταν ένας δρόμος προσέγγισης των στόχων μου. Δεν πιστεύω στην διδασκαλία παρά μόνο, όταν μέσα της περιέχει έρευνα και προβληματισμό. Συγχρόνως, για μένα υπήρξε βαθιά ανάγκη και συνεχίζει να υπάρχει, η δημιουργία μιας σχολής θεάτρου με στόχο την θεατρική παιδεία και όχι τον επαγγελματικό προσανατολισμό. Μέσα από αυτή την πορεία, πολλά τα οφέλη και για μένα και για τα παιδιά που είναι κοντά μου. Στην φάση που βρίσκομαι τώρα, μ’ ενδιαφέρει η επαφή με το κοινό και σ’ αυτό θα δοθεί προτεραιότητα.
- Πολλοί θιασάρχες μέμφονται το Υπουργείο Πολιτισμού για τα κριτήρια με τα οποία επιλέγει θεατρικές εταιρίες και οργανισμούς, προκειμένου να τους χρηματοδοτήσει. Μάλιστα, η εντύπωση που έχει σχηματιστεί σε πολλούς ανθρώπους της τέχνης, είναι το ότι εννοείται το «θεατρικό κατεστημένο». Ποιά η άποψή σας σχετικά με το θέμα της κρατικής επιχορήγησης; Εσείς πώς αντιμετωπίζεται το οικονομικό πρόβλημα;
Ο χώρος μου δεν επιχορηγείται. Εγώ ξεκινάω ανάποδα από τον άλλο κόσμο. Πρώτα δουλεύω πολύ και μετά σκέφτομαι πως να λύσω τα εκάστοτε οικονομικά προβλήματα που προκύπτουν. Βασίζομαι στην δουλειά μου και δεν θέλω να περνάω τον χρόνο μου στους διάδρομους των υπουργείων. Το χρέος των αρμοδίων θα ήταν, να είναι στην υπηρεσία των ανθρώπων που εργάζονται και παράγουν πολιτιστικό έργο και όχι εμείς ν’ αφήνουμε την δουλειά μας και να εκλιπαρούμε για κάτι που δικαιούμαστε. Σχετικά με τις επιχορηγήσεις, θα έλεγα ότι θα έπρεπε να επιχορηγούν για μερικά χρόνια, χωρίς κριτήρια, όλα τα θεατρικά σχήματα που πρωτοεμφανίζονται. Μετά από την παρέλευση αυτών των χρόνων, να εξετάζουν την εργασία και την προσφορά τους και εφόσον κριθούν κατάλληλα, να υπάρχει συνέχεια. Όπως επίσης, πολύ γνωστά σχήματα που πια έχουν δυνατό ταμείο να μην επιχορηγούνται παρά μόνο αν κάνουν ερευνητική δουλειά. Βρίσκω το σύστημα επιχορηγήσεων ξεπερασμένο.
- Σε μια κοινωνία υλιστική και καταναλωτική, με ολόκληρο το ηθικό οικοδόμημα, που οι προηγούμενες γενιές μάς κληροδότησαν, υπό αίρεση και συνεχή αμφισβήτηση, μήπως ο παιδευτικός χαρακτήρας του θεάτρου καθίσταται χάρτινος και ανέκφραστος;
Το θέατρο είναι χώρος αίρεσης και αμφισβήτησης από την γένεσή του. Ανέκαθεν το θέατρο εξέφραζε τα προβλήματα, τις ανησυχίες και τους φόβους των ανθρώπων. Δεν είναι Μουσείο, δεν είναι Εκκλησία, δεν είναι Βουλή, όμως τα περιέχει και τα τρία (περιέχει θρησκευτικότητα – πολιτική σκέψη – επαναστατικότητα – τεχνική) και τα υπερβαίνει. Αν λειτουργεί σύμφωνα με τις αρχές του, είναι χώρος δύναμης για όσους συμμετέχουν σ’ αυτό. Απ’ όλες τις τέχνες, είναι η πιο ανθρώπινη γιατί είναι εφήμερη. Τίποτα δεν μένει από μια θεατρική παράσταση, μόνο μερικές φωτογραφίες και η μνήμη των ανθρώπων που την είδαν. Τίποτα άλλο. Ακριβώς όπως στη ζωή. Καμία εποχή δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το θέατρο. Είναι ο συνδετικός μας κρίκος με το παρελθόν, με τον ίδιο μας τον εαυτό. Το θέατρο θα υπάρχει όσο υπάρχουν άνθρωποι, γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να χάσει τελείως την μνήμη του. Η εποχή μας με τις δυσκολίες της θα περάσει, όπως πέρασαν άλλες εποχές και το θέατρο θα συνεχίσει να συντροφεύει τον άνθρωπο, στα αδιέξοδά του, στις λαχτάρες και τις ανησυχίες του, στις χαρές και στις λύπες. Είναι μια μορφή έκφρασης από τις πιο πολύπλοκες και ο παιδευτικός χαρακτήρας του θεάτρου θα υπάρχει, όσο εμείς τον έχουμε ανάγκη.
Πέτρος Χριστοφιλίδης
Φιλόλογος
25-7-2017
Κα Μ. Πανούτσου
Με το πάτημα ενός κουμπιού έρχεται μπροστά μας η συγκομιδή μιας μεγάλης στον χρόνο πορείας, ήδη από το 1979. Πόσο άγνωστα μάς είναι τα βήματα των δημιουργών, πώς λησμονούμε τους κόπους τους, πώς δεν διακρίνουμε τα ίχνη τους στο πέρασμά τους από τον κόσμο! Οι πολυσχιδείς προσωπικότητες ζητούν μια προσεκτική μελέτη, ή αλλιώς μια καταβύθιση στους λογισμούς και στα έργα τους. Κατ’ αρχάς λοιπόν οφείλω να σας συγχαρώ για όλες τις καλλιτεχνικές -οποτεδήποτε- προσφορές σας.
Θυμάμαι πως είχατε ανεβάσει το έργο της Μιχαλακέα σε μιαν οδό που τόσο συχνά συναντώ, κάθετη λοξά στην οδό Δαμαγήτου. Θυμάμαι πως τότε εκδιδόταν μια τοπική εφημερίδα και η εκδότρια (αν θυμάμαι καλώς, λεγόταν Λίτσα) είχε δημοσιεύσει μια συνέντευξή σας. Έκτοτε κύλησαν 20 ολόκληρα χρόνια. Εγώ και τα άλλα μέλη της οικογένειάς μας εξακολουθούμε να διαμένουμε στην ”παλιά γειτονιά”.
Τέτοιες ξαφνικές αναδρομές και επαναγεφυρώσεις με γοητεύουν και με συγκινούν. Εάν είστε στην Αθήνα, παρακαλώ τηλεφωνήστε μου στο ……………….. για να ιδωθούμε, πού αλλού, σε κάποιο από τα καφενεδάκια της πλατείας. Με ενδιαφέρει όπως κι αν έχει η δραστηριότητά σας, και δεν νομίζω ότι υπάρχει δουλειά στο θέατρο ή γενικά στο πεδίο του πολιτισμού που να μη γραπώνεται από τα οξύαιχμα ζητήματα του άστατου καιρού μας ή εκείνα τα ”αιώνια” ερωτήματα της ύπαρξης.
Αθήνα, Κέα, Λονδίνο: τι συνδυασμός.
Εάν επιθυμείτε, μπορούμε να ”ξαναγνωριστούμε”, με την έννοια βεβαίως του να αφουγκραστούμε όσα σπουδαία έχετε να πείτε, να αφηγηθείτε, να θυμηθείτε. “Κι όλα πάλι απ’ την αρχή…”. Κάπου κρύβεται ένας θησαυρός γνώσης μα και μια πηγή συγκίνησης πίσω από όλα αυτά.
Σας ευχαριστώ για την ωραία πρόσκληση. Γιατί μου δώσατε την αφορμή να θυμηθώ κάποιες θολές στιγμές του παρελθόντος. Γιατί μου δημιουργήσατε την επιθυμία να γνωρίσω τους σταθμούς της πορείας σας.
Μετά τιμής
Πέτρος Χριστοφιλίδης
Σημείωση. Το εργαστήρι στην Αθήνα σε μια κοντινή στο κέντρο περιοχή της Αθήνας περίοδος, 1987 -1999 ήταν ένας χώρος που τον βρήκα μετά από πολύ ψάξιμο. Κοντά στο κέντρο αλλά και μακριά. Μικρός αλλά όχι τόσο μικρός που να μην μπορώ να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα. Ευλογημένος χώρος. Κάθε χώρος γίνεται ευλογημένος, από την προσφορά των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί και άφησαν την ενέργεια τους και- πέρασαν πολλοί από το εργαστήρι. Στην σημερινή Άσκηση Μνήμης, επικεντρώνομαι στην μακροχρόνια απόσταση και την επανασύνδεση των ανθρώπων και όχι στη ύπαρξη και δραστηριότητα του εργαστηρίου.. Μια λίγο μυθική πραγματικότητα και όμως πραγματικότητα.
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.