Ο χρόνος κύριε Πεσσόα, είναι σύμμαχος των ανθρώπων σαν κι εσάς. Το αξίωμα αυτό ισχύει περισσότερο γι’ αυτούς που τους υπεραγαπούσαν οι μητέρες τους, κι εσείς είστε ένας από αυτούς. Η πόλη που κατοικείτε βοηθάει την διαμορφωθείσα κατάσταση. Είναι το ένδοξο παρελθόν που ακυρώνει τις ταξικές κατηγοριοποιήσεις, τις αναρχικές υπερβάσεις. Από τη στιγμή, που εξασφαλίζεις λίγο καπνό και έναν μισθό, η πόλη επανακτά το ένδοξο παρελθόν της και επιστρέφει ένα κομμάτι του, ως δοξαστική επίστρωση, στα μπιστρό, στα καπνοπωλεία, στους κοινόχρηστους χώρους, στις πλατείες και τις εκκλησίες.
Οι μέσες ηλικίες ευνοούνται από τούτες τις ένδοξες επιχρωματώσεις, γιατί στους νέους το παρόν (ούτως ή άλλως) αφήνει τις ερωτικές περιπτύξεις (και στους γέροντες τους απολογισμούς). Συμπληρωματικά, οι ψυχότροπες ουσίες τις οποίες αγαπάτε, κατανικούν την εξωτερική μοναξιά. Η εσωτερική παραμένει ατόφια σε κάθε γωνιά της πολιτείας και του μυστικού εαυτού σας. Μα εσείς ανήκετε στην απέξω μεριά των Ηράκλειων στηλών, κύριε Πεσσόα. Ο ωκεανός εφορμά και νοτίζει την απελπισία σας. Η πραγματικότητα ανήκει στα πράγματα, στην κίνησή τους, και εσείς μοχθείτε για την «εαυτού ακινησία», γράφοντας χιλιάδες και χιλιάδες σελίδες. Πραγματείες για τη φύση της ραθυμίας, πραγματείες περί αναρχικού μαρτυρίου, ποιήματα για τις μεγάλες καρδιές. Κάτι τέτοιο κύριε Πεσσόα, είναι προνόμιο που ταιριάζει στις συμφωνίες ανάμεσα στις θεϊκές εντολές και στην εικονική ζωή, με την καλή έννοια η λέξη εικονική, θα ήταν καλύτερο να γράψω: των αισθήσεων.
Η νέα θρησκεία στην πόλη, είναι οι μηχανές. Δάνεια υπέρ της απόλαυσης και της συντόμευσής του χρόνου, ταυτόχρονα με την αργή αποτίμησή του. Εξασφαλίζουν τις συστημικές υπερλειτουργίες για να διασώσουν το σώμα και να διατηρήσουν ένα τμήμα της ψυχής, εν πλήρει ακινησία (δεν το καταφέρνουν όμως). Έχουμε μέσω αυτών, την πολυτέλεια να αναπληρώνουμε τις περιπλανήσεις, τις στοχαστικές κυρίως.
Λοιπόν, κύριε Πεσσόα, η πόλη είμαστε εμείς κι εσείς. Οι κλίμακες της, είναι περιφραγμένες με κιγκλιδώματα από άγραφες λέξεις και λειψά αισθήματα. Κάπου κάπου, ζωντανά αστέρια, ξεχασμένα στα σκαλοπάτια τους, δωρίζουν λίγο φως στα βήματά σας. Καθώς ανεβαίνετε προς τους λόφους, οι θλιμμένες μουσικές για ναυαγισμένους εξάντες και δολοφονημένους εξερευνητές, συμπληρώνουν τους ψυχικούς αναβαθμούς και τις μαρτυρικές αναβάσεις σας. Μονόδρομος όμως για σας, η αθανασία. Η πόλη δεν είναι αθάνατη, εσείς είστε αθάνατος. Αυτή είναι η διαφορά, αγαπητέ Πεσσόα. Οι σειρήνες της μέτριας λογοτεχνίας, οπτικοποιούν την αλαζονεία των ζώντων και των τεθνεώτων γραφολόγων. Η πορεία τους εφάπτεται της δικής σας, είστε η προέκτασή τους, σας μισούν γι’ αυτό, τούς επισημαίνετε τη θνητότητά τους και τη μετριότητά τους (σε δεύτερο χρόνο), άθελά σας βέβαια. Οι στήλες των ονείρων σας, φωτίζουν την παραδοχή ότι ο αιώνιος χρόνος κυκλώνει την καρδιά σας, περνώντας μέσα από τα μυωπικά γυαλιά που φοράτε.
Οι διόπτρες σας λογικοποιούν την επισήμανση πως δεν θα μπορούσατε να είστε ένας εξερευνητής, ένας ταξιδευτής, όπως πολλοί ανώνυμοι κι επώνυμοι συμπατριώτες σας, αλλά αυτό δεν αλλάζει την μοναξιά του τόπου και (περισσότερο) τη δική σας. Αυτό είναι κάτι που σας γοητεύει, είναι σαν να σας προσφέρω μολύβι και χαρτί για να συνεχίσετε να γράφετε, με το βλέμμα στραμμένο στον ωκεανό, στην αιωνιότητα.
Χριστόφορος Τριάντης.
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.