Ω, περίκλειστε ορίζοντα, δεν υπάρχει διαφυγή για τους περιπατητές. Οι πόλεις χάνουν τα ονόματά τους και αναλαμβάνει η μετωνυμία να διασώσει τον όποιο καθορισμό (γεωγραφικό και λειτουργικό). Οι δρόμοι στενάζουν απ’ τα γεννημένα σκυλιά και τις άηχες λέξεις. Και όλη η «στενοσύνη», στερεοποιεί τα μύρια τόσα (άστοχα) ερωτήματα, τα περιπλεγμένα γύρω από επιγραφές περιλειπόμενων ανιόντων και κατιόντων.

 Η επαφή με το «θείο», αναβάλλεται, γιατί οι μεταμφιέσεις του ταιριάζουν απολύτως με τις ανθρώπινες μεταπτώσεις (σωτήριες ή όχι). Οι σκουριές είναι το άπαν και η αποτίμηση των ψυχικών διεργασιών, περικλείεται από ένα πλέγμα αθυμίας. Οι στιγμές αναπόλησης χάνονται μέσα σε σαρκοφάγους θλίψης. Αποτελέσματα τού αναπόφευκτου. Οι βροχερές μέρες αδιαφορούν για ό, τι σχεδιάζεται, ό, τι ειπώνεται και ό, τι προτίθεται να φανεί και να λάβει τους κλήρους της -μικρής ή μεγάλης- οικουρίας. Τα σώματα οδηγούνται αριθμημένα στην αποσύνθεση, δίχως φανερές ηθικολογίες και μυστικές απορίες. Ακόμα κι αυτά που τόλμησαν να υπερβούν την ελαφρότητα της ηδονής, στοιβάχτηκαν μπροστά (και πίσω) απ’ τα φώτα της πρόζας. Ο προορισμός είναι ο ίδιος: η φθορά βασιλεύει.

 Όλα έχουν μαραθεί, επί του περίκλειστου ορίζοντα, δεν σώζονται απ’ τις αλληγορίες (και τις μιμήσεις). Όπου κι αν σταθείς (οι στάσεις είναι λογοτεχνικά υποχρεωτικές), ο φόβος κανοναρχεί τα βήματα. Γι’ αυτό οι τολμητίες επιλέγουν την αμαρτωλή ραθυμία. Είναι επαναστατική πράξη η κάθε υπέρβαση του λειψού σαρκίου. Λοιδορούνται όμως από λογοτέχνες, κήνσορες και δανδήδες για ακηδία, επειδή αλλάζουν κάπως τη συνήθεια των επιβεβλημένων επιλογών, απορρίπτοντας τις μεγάλες ιδέες (και τις περιώνυμες κατατάξεις). Οι κυτταρικές εντολές, χάνουν τη δύναμή τους και περιορίζονται σε σκηνοθετημένα επεισόδια με ημερομηνία λήξεως. Κάτι σαν μερικές ώρες ήσυχου ύπνου τα μεσάνυχτα του Σαββάτου, κοντά στην απελπισία της Κυριακής.

  Και όλο το σκηνικό έχει περιθώρια να στηριχτεί σε ξασπρισμένους (λερούς) τοίχους και φτωχικούς εξώστες, αλλά με τον ορίζοντα πάντα περίκλειστο. Ο εορταζόμενος βίος συνεχίζει τις ασθμαίνουσες επαναλήψεις. Τα γιορτινά φωτάκια ανάβουν και σβήνουν αυτοματοποιημένα. Επεμβαίνουν να διασώσουν το γελοίο. Αναλαμπές δυστυχίας, πλησίον της απραξίας. Επιβεβαιώσεις ενός και μόνο ορίου: το λάθος είναι μέσα μας, αγαπητέ Σαίξπηρ. Ο Βρούτος όμως πρόλαβε να απαρνηθεί το δικό του μερίδιο στον περίκλειστο κόσμο, στον περίκλειστο ορίζοντα.


 

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤαχυδακτυλουργός, Ε. Μύρων 
Επόμενο άρθροΜορφή, Πάνος Θασίτης 
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017. Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ. Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό. Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια... Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων. Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία… Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή… Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.