Super Paradise’:

Ο Στηβ Κρικρής μιλά για τον μύθο, τη μεταμόρφωση,

το βλέμμα πίσω από τη Μύκονο.

 

Συνέντευξη στην Αλεξία Κατσαβού.

 

Από τα διαφημιστικά πλατό της Νέας Υόρκης και τα κινηματογραφικά σετ του Σαν Φρανσίσκο, στο πρώτο του μεγάλου μήκους μυθοπλαστικό έργο το ‘The Waiter’, την πρώτη ελληνική ταινία που προβλήθηκε στο Netflix σε 23 ευρωπαϊκές χώρες και απέσπασε το βραβείο του καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο 59ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αλλά και τέσσερα Βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, –ο διεθνής σκηνοθέτης Στηβ Κρικρής επιστρέφει τώρα στο φως της Μυκόνου με το Super Paradise’ με μια άλλη κινηματογραφική γλώσσα, εκείνη του ντοκιμαντέρ.

Στο Super Paradiseδεν καταγράφει απλώς την ιστορία της Μυκόνου: τη διαβάζει όπως θα διάβαζε κανείς έναν μύθο που θέλει να διαψεύσει τον εαυτό του. Δεν πλησίασε τη Μύκονο για να την εξηγήσει, αλλά για να την παρατηρήσει -όπως κοιτά κανείς κάτι που μεταβάλλεται συνεχώς μπροστά του, δίχως ποτέ να αποκτά μία και μόνο μορφή. Στην περίπτωση αυτή δεν κινηματογραφεί απλώς το ορατό. Αφουγκράζεται και αναζητά τις μικρές διαρροές του φαντασιακού μέσα στην εικόνα, εκεί όπου ο τουρισμός γίνεται ψευδαίσθηση, το τοπίο μνήμη, και ο ήχος ενός κύματος -μια ηθική υπενθύμιση.

Πώς γίνεται ένα μικρό νησί του Αιγαίου να μετατραπεί, μέσα σε λίγες μόλις δεκαετίες, από φτωχική γη των ανέμων σε σημείο αναφοράς του παγκόσμιου lifestyle; Τι χάνεται όταν ένας τόπος μεταμορφώνεται σε σύμβολο -και τι απομένει όταν ο μύθος υπερκαλύψει την πραγματικότητα;

Μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό, ποιητικές εικόνες και στοχαστική αφήγηση, ξετυλίγει ένα χρονικό μεταμόρφωσης που δεν αφορά μόνο το νησί, αλλά και την ίδια την Ελλάδα, την έννοια της ελευθερίας, την ταυτότητα του σύγχρονου ανθρώπου.

Για όλους αυτούς τους λόγους το ‘Super Paradise’ θα αποτελεί για πάντα ένα πολυεπίπεδο και διεισδυτικό φιλμ για την αλλαγή∙ όχι μόνο του τόπου, αλλά του βλέμματος. Θα είναι η ήσυχη υπενθύμιση πως, όσο κι αν προσπαθήσουμε να ελέγξουμε την εικόνα που δίνουμε στον κόσμο, ο κόσμος -όπως και ο κινηματογράφος- θα μας δει τελικά όπως είμαστε: αντιφατικοί, εύθραυστοι, και βαθιά ανθρώπινοι.

Η Μύκονος είναι ίσως το πιο φωτογραφημένο νησί στην Ελλάδα. Εσείς όμως επιλέγετε να την κινηματογραφήσετε αλλιώς. Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε στη Μύκονο ως θεματική και σας ώθησε να κάνετε ένα ντοκιμαντέρ για αυτό το μέρος; Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το ‘Super Paradise’;

Η Μύκονος πάντα με γοήτευε, όχι μόνο για την ομορφιά της αλλά για τις αντιθέσεις της.
Είναι ένα νησί που έχει ζήσει τα πάντα -φτώχεια, ελευθερία, υπερβολή, παγκόσμια δόξα.
Ήθελα να καταλάβω πώς ένα μικρό ψαροχώρι στο Αιγαίο μετατράπηκε σε σύμβολο του παγκόσμιου τουρισμού· τι χάθηκε και τι κερδήθηκε σε αυτή τη διαδρομή.

Για μένα, το ‘Super Paradise’ δεν είναι μόνο μια ταινία για τη Μύκονο· είναι ένα ταξίδι μνήμης, μια προσπάθεια να κατανοήσουμε πώς η ομορφιά μπορεί να γίνει μύθος, αλλά και πώς ένας μύθος μπορεί να χάσει την αλήθεια του. Πριν πέντε χρόνια, ένας από τους παραγωγούς της ταινίας αλλά και πολύ φίλος -ο Πωλ Τυπάλδος -είχε την ιδέα να κάνουμε μια ταινία για την εποχή που η Μύκονος ξεκίναγε να γίνεται γνωστή το 1960 -70 και ποιοι ήτανε οι λόγοι που  συνετέλεσαν σε αυτή την ραγδαία ανάπτυξη του νησιού. Αυτή η ιδέα αμέσως με ενθουσίασε και έφερε πολλές εικόνες και ανθρώπους στο μυαλό μου. Έτσι ξεκίνησε αυτό το υπέροχο «ταξίδι» που μας έφερε μέχρι εδώ σήμερα.

Η Μύκονος, φαντάζει λιγότερο νησί και περισσότερο καθρέφτης μιας επιθυμίας -ή και μιας πλάνης. Ποια εικόνα του νησιού εσείς θελήσατε να ραγίσει ή να επανεφεύρει το ντοκιμαντέρ σας; Ποια πτυχή της διαδρομής της σας ενδιέφερε περισσότερο;

Ήθελα με το ‘Super Paradise’ να ραγίσω αυτή την επιφάνεια της τελειότητας, όχι για να την αποδομήσω, αλλά για να φανεί τι κρύβεται από κάτω: οι άνθρωποι, οι μνήμες, οι αντιφάσεις, το τίμημα της λάμψης. Δεν με ενδιέφερε να δείξω τη Μύκονο της καρτ-ποστάλ, αλλά τη Μύκονο  -από την αθωότητα, την φτώχεια, την απλότητα  στη διασημότητα, τη ανεξέλεγκτη ανάπτυξη, την απόλυτη εμπορευματοποίηση.

Αυτή η διαδρομή, γεμάτη ομορφιά και απώλεια μαζί, με συγκίνησε βαθιά.
Γιατί μέσα της βλέπεις κάτι που ξεπερνά τη Μύκονο: βλέπεις την ίδια την πορεία της Ελλάδας, αλλά και του κόσμου μας, που παλεύει ανάμεσα στην ανάγκη για πρόοδο και στην επιθυμία να μη χάσει την ψυχή του.

 

Ίσως τοSuper Paradise’ να είναι τελικά μια απόπειρα συμφιλίωσης
ανάμεσα σε εκείνη τη Μύκονο που θυμάμαι και
σε αυτή που υπάρχει σήμερα”.

____________________________________________

 

Η υπερβολή είναι συχνά η συνθήκη της Μυκόνου: τουριστική υπερδιέγερση, υπερκατανάλωση, υπερέκθεση. Σας ενδιέφερε να αποτυπώσετε αυτήν την υπερβολή ή να εστιάσετε στις μνήμες που ίσως έχετε κι ο ίδιος από το νησί;

Δεν ήθελα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ που θα κρίνει ή θα καταγγέλλει -ήθελα να κοιτάξω πιο βαθιά, να βρω το συναίσθημα μέσα στην υπερβολή, το ανθρώπινο μέσα στο θόρυβο. Οι μνήμες που έχω από τη Μύκονο του ’80 -εκείνη την αίσθηση ελευθερίας, φωτός, αυθεντικότητας -ήταν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Ίσως το ‘Super Paradise’ να είναι τελικά μια απόπειρα συμφιλίωσης ανάμεσα σε εκείνη τη Μύκονο που θυμάμαι και σε αυτή που υπάρχει σήμερα.

Οι άνθρωποι που εμφανίζονται –είτε μιλούν είτε όχι– έχουν βάθος και αξιοπρέπεια. Πώς χτίσατε αυτή τη σχέση εμπιστοσύνης;

Πολλοί από αυτούς είχαν ζήσει όλη τη διαδρομή του νησιού -από τη φτώχεια μέχρι τη φήμη -και κουβαλούσαν μέσα τους όλη τη μνήμη της Μυκόνου. Αρκετούς είχα γνωρίσει τότε και τώρα δέχθηκαν να μιλήσουν στην κάμερα  σαν μια σχέση που έπαυσε και  ξανά συνεχίζει. Ήθελα να τους δώσω χώρο, όχι να τους “χρησιμοποιήσω” για να εξυπηρετήσω μια αφήγηση.

Και βασικά όταν καταλάβουν ότι τους βλέπεις με σεβασμό, χωρίς πρόθεση να τους εκθέσεις, τότε ανοίγονται -κι εκεί γεννιέται η αλήθεια.

Ίσως αυτό να είναι και το πιο πολύτιμο κομμάτι του ντοκιμαντέρ: ότι πίσω από τις εικόνες υπάρχει μια πραγματική ανθρώπινη συνάντηση και είμαι ευγνώμων για αυτή την τόσο ειλικρινή και αυθεντική προσφορά αυτών των ανθρώπων.

 

”Ο χρόνος ήταν για μένα ένας από τους βασικούς “χαρακτήρες” του φιλμ.
Δεν ήθελα να τον αντιμετωπίσω γραμμικά, αλλά σαν ζωντανή παρουσία που διαπερνά τις εικόνες, τις φωνές, τα τοπία”.

_________________________

 

photo: Dimitris Koutsoukos

Το ντοκιμαντέρ σας διατρέχει μια χρονική διαδρομή δεκαετιών. Πώς δουλέψατε κινηματογραφικά με τον χρόνο; Σας ενδιέφερε η μνήμη ως τεκμήριο ή ως παραμύθι;

Ο χρόνος ήταν για μένα ένας από τους βασικούς “χαρακτήρες” του φιλμ.
Δεν ήθελα να τον αντιμετωπίσω γραμμικά, αλλά σαν ζωντανή παρουσία που διαπερνά τις εικόνες, τις φωνές, τα τοπία. Δουλέψαμε με το αρχειακό υλικό όχι σαν ιστορικό ντοκουμέντο, αλλά σαν μνήμη -σαν κάτι που αναπνέει, που μπορεί να συνομιλήσει με το παρόν και κυρίως με τους χαρακτήρες της ταινίας. Η μνήμη για μένα δεν είναι μόνο τεκμήριο, είναι και παραμύθι -γιατί ό,τι θυμόμαστε, το ξαναπλάθουμε και αυτή είναι η μαγεία της εικόνας. Το ‘Super Paradise δεν είναι λοιπόν μια απλή αναδρομή· είναι μια συνομιλία με το παρελθόν, μια προσπάθεια να καταλάβουμε όχι μόνο τι συνέβη, αλλά πώς το θυμόμαστε.

Στο ντοκιμαντέρ σας υπάρχει μια υπόγεια ποιητικότητα -σαν να ψάχνετε μια μουσική πίσω από τα φαινόμενα. Ακόμη και ο τίτλος παραπέμπει σε κάτι ποιητικό. Γιατί επιλέξατε αυτό το όνομα; Πιστεύετε πως η πραγματικότητα έχει ποίηση ή ότι την εφευρίσκουμε μέσα από την κάμερα;

Πέρα από την γνωστή παραλία στη Μύκονο Super Paradise, που κάποιοι μπορεί να γνωρίζουν, ο τίτλος δεν λειτουργεί κάτω από αυτό το πρίσμα Ο τίτλος ‘Super Paradise’ έχει μέσα του μια ειρωνεία αλλά και μια μελαγχολία. Είναι ένα όνομα που όλοι συνδέουμε με τη λάμψη, το πάρτι, την υπερβολή -όμως πίσω του υπάρχει ένα παράδοξο: τι συμβαίνει όταν ο “παράδεισος” γίνει υπερπαραγωγή; Πιστεύω πως η πραγματικότητα έχει ποίηση -αρκεί να σταθείς λίγο και να την ακούσεις. Η κάμερα δεν την εφευρίσκει· απλώς τη βοηθά να φανερωθεί. Είναι σαν να ψάχνεις μια μουσική που υπήρχε πάντα, αλλά χρειάζεται να σωπάσεις για να την ακούσεις.

photo: Dimitris Koutsoukos

 

”Το ‘Super Paradise’ δεν είναι φτιαγμένο για να εντυπωσιάσει, αλλά για να προσκαλέσει τον θεατή να δει -όχι μόνο τη Μύκονο, αλλά και τον εαυτό του μέσα σε αυτήν”

___________________________

 

Σε μια εποχή που η εικόνα καταναλώνεται ταχύτερα από τη σκέψη, τι νόημα έχει ένα ντοκιμαντέρ που προσκαλεί το βλέμμα να σταθεί, να αφουγκραστεί, να αναλογιστεί; Πιστεύτε ότι το ντοκιμαντέρ σας συνομιλεί με τον τρόπο που μια κοινωνία κοιτά τον εαυτό της μέσα από το πρίσμα του τουρισμού;

Αν το φιλμ καταφέρει να κάνει τον θεατή να σταθεί ένα δευτερόλεπτο παραπάνω σε μια εικόνα, σε ένα βλέμμα, σε μια σιωπή, τότε ίσως έχει ήδη πετύχει κάτι: να ξαναδώσει νόημα στο βλέμμα. Το ‘Super Paradise’ δεν είναι φτιαγμένο για να εντυπωσιάσει, αλλά για να προσκαλέσει τον θεατή να δει -όχι μόνο τη Μύκονο, αλλά και τον εαυτό του μέσα σε αυτήν.
Γιατί η ιστορία του νησιού είναι, στην πραγματικότητα, η ιστορία μιας κοινωνίας που καθρεφτίζεται μέσα στον τουρισμό της, στη δίψα της για αναγνώριση, στη σχέση της με το χρήμα, την ομορφιά, την ελευθερία.

photo: Loukas Doukas

Τι σας άλλαξε προσωπικά αυτή η διαδρομή με το ‘Super Paradise’; Υπάρχει μια εκδοχή του εαυτού σας που “έμεινε” στη Μύκονο;

Ήταν σαν να γύρισα όχι απλώς σε ένα νησί, αλλά σε ένα κομμάτι του εαυτού μου που είχα αφήσει εκεί, κάπου στη δεκαετία του ’80. Ξαναείδα τη Μύκονο, αλλά είδα και εμένα μέσα της -πώς μεγάλωσα, πώς άλλαξε το βλέμμα μου, πώς η νοσταλγία μπορεί να γίνει εργαλείο κατανόησης κι όχι παγίδα.

Υπάρχει σίγουρα μια εκδοχή του εαυτού μου που έμεινε εκεί –ο νεαρός που τότε δεν μπορούσε να καταλάβει και να επεξεργαστεί αυτά που βιώνει γύρω του παρά μόνο να στρέφει την φωτογραφική του κάμερα και να αποτυπώνει την αίσθηση ελευθερίας που ένιωθε που δεν χρειαζόταν εξηγήσεις. Μέσα από το ντοκιμαντέρ, ένιωσα πως τον συνάντησα ξανά· και ίσως αυτό να είναι το μεγαλύτερο δώρο αυτής της διαδρομής -να ξαναβρείς κάτι αληθινό, μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς.

Αν μπορούσατε να συνοψίσετε την ουσία του ντοκιμαντέρ σας σε μία μόνο λέξη -όχι λέξη-κλειδί, αλλά λέξη-πυρήνα, ποια θα ήταν;

Μνήμη.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας μετά το ντοκιμαντέρ; Τι ιστορία θα θέλατε να αφηγηθείτε τώρα;

Μια ιστορία μυθοπλασίας που έχει σαν πυρήνα της την διαχρονική και ανιδιοτελή αγάπη μεταξύ ενός νεαρού θνητού και μιας αθάνατης.

 

 

*Προβολές στον Κινηματογράφο Δαναό: 

Κυριακή 19/10 -17:00-

Δευτέρα 20/10 -19:00

Τρίτη 21/10 -19:00

Παρασκευή 24/10 -18:00

Σάββατο 25/10 -18:00

Κυριακή 26/10  -18:00

Δευτέρα 27/10 -18:00

Τετάρτη 29/10  -18:00

Σάββατο 01/11 -20.00

 

*Προβολές στον Κινηματογράφο Έλλη:

Σάββατο 01/11 -17:15

Κυριακή 01/11 -17:15 

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.