Βικτωρία Θεοδώρου «Όλα θα βαίνουν στην αρχή τους / και στο τέλος τους / Χωρίς εμάς»
«Μου ’χει ταγμένη η μοίρα τη Σιωπή. / Από παιδί, αλάργευε τους ήχους από μένα / χάνω το φλοίσβο και του βότσαλου το τρίξιμο / του δέντρου το φουρφούρισμα και της βροχής το στάξιμο, / χάνω την ομιλιά και το τραγούδι. / Απόμεινε στα μάτια μου κι αυτό το βάρος. / Ακούω με τα μάτια μου το κύμα σου / θάλασσα, και θα δω τον άνεμο και τη βροντή / που φέρνει το χειμώνα, / την ομιλιά σου θα διαβάσω / από τα χείλη σου. / Είδα κραυγές και θρήνους στα νησιά / είδα φωνές και προσταγές του μίσους / κι έλεγα, μοίρα μου, καλύτερα να ‘μαι κουφή / να μην ακούω. / Στων ομματιών τη δύναμη ’μπιστεύομαι / στα χείλη σου, καθώς η σκέψη τ’ αναδεύει / μα δε μ’ αφήνει η πίκρα πως μου χάνεται / μέρα τη μέρα, η Μουσική, η χαρά / και τα φτερά τ’ ανθρώπου».
(«Η σιωπή», από την ποιητική συλλογή «Κατώφλι και παράθυρο», Ιδιωτική έκδοση.)
Από τους εκκωφαντικούς τριγμούς των ναζιστικών βομβαρδιστικών κι αργότερα από τις κακουχίες της εξορίας εντός της πατρίδας, η ποιήτρια και αντιστασιακή αγωνίστρια Βικτωρία Θεοδώρου, έχασε σταδιακά την ακοή της. Αυτό δεν στάθηκε εμπόδιο στο να αφουγκράζεται τη θάλασσα, τον αέρα, τη γη. Τη φωνή της ανθρωπιάς δεν τη βαριάκουσε ποτέ κι η ποίησή της, με ρεαλισμό, άγγιξε την καθημερινότητα, τις παιδικές μνήμες της αλλά και τις αιωνόβιες στιγμές της κατοχής, των διώξεων και του πολέμου.
Η Βικτωρία Θεοδώρου γεννήθηκε στα Χανιά το 1926. Η μητέρα της ήταν κρητικιά και ο πατέρας της Σερβοέλληνας. Ήταν απόφοιτος του φιλολογικού τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 1942 οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ, συμμετέχοντας ενεργά στην εθνική αντίσταση. Εξορίστηκε το 1948 στη Χίο και ακολούθως στο Τρίκερι, τη Μακρόνησο και τέλος πάλι στο Τρίκερι, όπου αρνήθηκε να κάνει «δήλωση μετανοίας». Το 1952 αφέθηκε ελεύθερη ως «αδειούχος εξόριστη» μετά από ενέργειες του Χαρίδημου Σπανουδάκη, με τον οποίο και παντρεύτηκε αργότερα (1955). Προηγουμένως, ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο πανεπιστήμιο – τις οποίες είχε αναγκαστικά εγκαταλείψει – αποφοιτώντας από το φιλολογικό τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Οι γονείς μου σαν από κάποια επιταγή / κατέβηκαν από ορεινά χωριά για να με γεννήσουν στ΄ ακρογιάλι / Εκεί, πίστευαν, ο σπόρος τους θ΄ αναπτυχθεί καλός / και θ΄ αρτυθεί με το αλάτι και με το ρυθμό // Πουλιά της θάλασσας νηπιαγωγοί μου, ψάρια αθώα / – Άργησα πολύ να μιλήσω δεν ήθελα να πω τ΄ όνομά μου – / και δάκρυα της μητέρας μου πολλά στις Δρίμες για να μου δώσουνε φωνή // Ωστόσο, μέσα από δύσβατα όνειρα / κατόρθωσα ν΄ απαλλαγώ από το κατσικίσιο πόδι μου / και να πάω με τους ανθρώπους // Αλλά είμαι καταδικασμένη ν΄ ακούω τον αυλό τους / και να ιστορώ τη φυγή και την προσφυγή εκείνων των κυνηγημένων. // Στο τάγμα της Μνήμης υπηρετώντας».
(«Πεπρωμένο», από την ποιητική συλλογή «Η νυχτωδία των συνόρων», Κέδρος, 1986.)
Στον χώρο των γραμμάτων εμφανίστηκε το 1957 με ποιήματά της να δημοσιεύονται στην «Επιθεώρηση Τέχνης». Έκτοτε εκδόθηκαν 12 ποιητικές συλλογές και 4 πεζά. Έργα της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, σερβικά, ρωσικά, ισπανικά, κ.α. ενώ στο μεταφραστικό της έργο περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ανθολογίες γαλλόφωνης ποίησης καθώς και ανθολογίες σλαβόφωνων ποιητών. Στην πολύτομη «Ανθολογία του Αίμου» από της εκδόσεις «Φίλων του περιοδικού ΑΝΤΙ» η Βικτωρία Θεοδώρου έχει μεταφράσει σημαντικούς ποιητές της Βόρειας Μακεδονίας, μεταξύ των οποίων, τον μάρτυρα της αντίστασης και εθνικό ποιητή της, Κόστα Ράτσιν.
Η Βικτωρία Θεοδώρου, μπόρεσε να ενώσει της ιδιαίτερες ευαισθησίες της γυναίκας, τα ιδεώδη της αγωνίστριας και της καθημερινές αγωνίες του σκεπτόμενου ανθρώπου επάνω στις πανανθρώπινες αξίες, σε έναν λόγο λιτό και άμεσο. Η γραφή της αποτυπώνει σκηνές μιας εποχής που επιβιώνουν ως και σήμερα, τοποθετώντας έτσι τη Βικτωρία Θεοδώρου, την εκπρόσωπο της Β’ Μεταπολεμικής Γενιάς, στην τρέχουσα ζωή αλλά και στο αβίωτο που θα ‘ρθει.
Μία μη προβεβλημένη πτυχή στην ποίηση της Βικτωρίας Θεοδώρου, αναδυόμενη μέσα από το αγωνιστικό και αντιστασιακό της φρόνημα, είναι η φιλοσοφία που αναδύεται για την ύπαρξή της και το τέλος της. Δίχως αγωνία ή μεμψιμοιρία, στο ποίημα «Δός μου όνομα», (ποιητική συλλογή «Το λαγούτο», Αθήνα 1971), η ποιήτρια λέει: «Ποια είμαι; Ποια είμαι; / μα την αλήθεια, δε θυμάμαι / Μάργωσε η μνήμη μου, έρχεται χιόνι / τ’ ακούω, απ’ τα βουνά που κατεβαίνει / ριγούν οι ευκάλυπτοι. Ποιο τ’ όνομά μου; // Δός μου εσύ όνομα / που’ σαι άγγιχτος και νέος». Και στο ποίημα «Και χωρίς εμάς» (ποιητική συλλογή «Μειλίγματα»,εκδ. Διάττων 1990), υμνώντας την ηρεμία της αποδοχής του αναπόφευκτου, καθησυχάζει: «Ας έχουμε επίγνωση της ανεπάρκειάς μας / Ας μην ταυτίζουμε το γήρας μας μ’ αυτό / του Κόσμου / Μην όλα τα μετράμε με τα μέτρα μας // Γεγονός πως φεύγουμε αδικαίωτοι / Όμως οι δρόμοι καθόλου δεν τελειώνουν / Τα οράματα θα συνεχίσουν την τροχιά τους / κι οι εξεγέρσεις αλλεπάλληλες / σαν τις εκρήξεις του άστρου της ημέρας / αέναα θα ξεσπούν // Όλα θα οικοδομούνται και χωρίς εμάς / Όλα θα βαίνουν στην αρχή τους / και στο τέλος τους / Χωρίς εμάς».
Ενώ στο ποίημα «Σ’ αυτούς που δόθηκε “το χάρισμα κι η μοίρα”», το οποίο φανερώνει ίσως και μία ταύτιση με την «Ιθάκη» του Καβάφη, η Βικτωρία Θεοδώρου αποφαίνεται: «Σαν βρεις στο δρόμο σου το γόρδιο δεσμό, / δε γίνεται να στρίψεις πια / δεξιά, αριστερά ή και πίσω ακόμα, / προσποιούμενος άλλο ταξίδι. / Δεν σου μένει άλλη επιλογή από τη λύση / των μπερδεμάτων του πανάρχαιου κόμπου. / Οσαδήποτε μάγια ή ξεραμένα δάκρυα / κι αν κρύβει της κύκλους του. / Οσηδήποτε ζωή ή θάνατο / κι αν χρειαστείς στο σταθμό του.»
Η ποιήτρια έφυγε από τη ζωή στις 16 Φεβρουαρίου 2019. Μετά από μια γεμάτη ζωή με χαμηλωμένους ήχους και με ουρλιαχτά αγάπης και θυσίας για την ελευθερία, την πατρίδα, τη γυναίκα. Η Βικτωρία Θεοδώρου άφησε πίσω της έναν χάρτη με ποιήματα που ο προορισμός και όχι το τέλος της πορείας, αποτελούν τον κρυμμένο θησαυρό του.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ποίηση
«Ποιήματα» Αθήνα 1957, «Κατώφλι και παράθυρο» Αθήνα 1962, «Βορεινό Προάστειο» εκδ. Κέδρος 1966, «Το λαγούτο» εκδ. Διογένης 1971, «Η εκδρομή» Αθήνα 1973, «Εγκώμιο» Αθήνα 1973, «Ουρανία» εκδ. Κέδρος 1978, «Άρειος Ύπνος» Αθήνα 1983, «Η νυχτωδία των συνόρων» εκδ. Κέδρος 1986, «Μειλίγματα» εκδ. Διάττων 1990, «Χρονικό» εκδ. Διάττων 1994, «Ευνοημένοι» εκδ. Καστανιώτη 1998, «Καταλόγι για τον μάστορα» 2008.
Πεζογραφία:
«Στρατόπεδα γυναικών» Αθήνα 1976, «Ο Τράϊκο» εκδ. Κέδρος 1982, «Γαμήλιο δώρο» εκδ. Γνώση 1995, «Οι δεσποινίδες της οδού Λαμψάκου» εκδ. Γαβριηλίδης 2005, «Πελαγινή» εκδ. Κεδρισός 2010, «Δραπέτις» εκδ. Κεδρισός 2011.
*Γράφει ο Κωνσταντίνος Σύρμος.
Γεννήθηκε το 1979 και πιστεύει πως στην ζωή τα πάντα είναι σχετικά. Ζει μόνιμα στην Κρήτη γράφοντας στίχους, μυθιστορήματα, διηγήματα κ.α. Από τις εκδόσεις Λυκόφως, έχει εκδοθεί το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο “Το μπλε τετράδιο”. Λόγια του έχουν τραγουδήσει ο Νίκος Ζούδιαρης, η Φωτεινή Δάρρα και ο Απόστολος Ρίζος. Λατρεύει τον τομέα της ψυχολογίας, την λογοτεχνία, και το σκάκι. Μισεί την αδικία και την αχαριστία.