Εσύ γνώριζες την Ερέντιρα; Το κορίτσι με τα τριμμένα γυαλιά στα κόκαλα;
Μέσα σε μια σκηνή εκστρατείας , έπλενε και ξανάπλενε το δέρμα της με νερό φασκομηλιάς μήπως και ζωντανέψει μιας και η γιαγιά της το κοστολογούσε ανάλογα με τον πελάτη.
Η Ερέντιρα δεν γνώριζε τον Οδυσσέα. Της φανερώθηκε ένα χάραμα, μυρίζοντας ολόκληρος πορτοκάλι.
Μια πελώρια γιαγιά, μια πομπή αποτελούμενη από Ινδιάνους, ένας φωτογράφος και η έρημος. Αυτοί ήταν η συντροφιά του θλιμμένου κοριτσιού.
Ώσπου μια μέρα, το παιδί που από τον έρωτα δεν μπορούσε να φάει το χωμί, έσπασε τα δεσμά του κοριτσιού.
Λάμες μαχαιριών, διαμάντια, γυαλιά που αλλάζουν χρώμα στο άγγιγμα και άνεμοι.
Αυτό ήταν το σύμπαν της Ερέντιρα.
Ώσπου κάποια στιγμή, ξέφυγε κι από αυτό.
Κι άρχισε να τρέχει, να τρέχει μακριά. Σαν να πετούσε, σαν να μην πέρασε ποτέ πάνω από αυτή τη γη.-
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (ισπ. Gabriel José García Márquez, (6 Μαρτίου 1927 – 17 Απριλίου 2014) ήταν σπουδαίος Κολομβιανός συγγραφέας, βραβευμένος με Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του λογοτεχνικού ρεύματος του μαγικού ρεαλισμού και ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς όχι μόνο της ισπανόφωνης αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Έγινε διάσημος με το μυθιστόρημά του Εκατό Χρόνια Μοναξιά (1967), ενώ επίσης σημαντικά θεωρούνται τα έργα του Το Φθινόπωρο του Πατριάρχη (1975), Χρονικό ενός Προαναγγελθέντος Θανάτου (1981) και Ο Έρωτας στα Χρόνια της Χολέρας (1985).
*(Eκδ. γράμματα, 1982)
Γράφει η Βάσω Κωνσταντινίδου.
Γεννήθηκε και ζει στη Δράμα. Στην Κομοτηνή, σπούδασε Νομική. Ανάμεσα στις πολλές ώρες στα πολλά βιβλία και σημειώσεις για τη σχολή, έβρισκε χρόνο για να διαβάζει και τα άλλα, τα λογοτεχνικά. Αν ρωτήσει κανείς έναν φίλο της, θα την χαρακτηρίσει με δυο λέξεις: βιβλία και καφές.
Στο «Ολόγραμμα» παρουσιάζει – προτείνει βιβλία –όλων των ειδών- που αγαπά και θεωρεί άξια προσοχής.