Του Κωνσταντίνου Καραγιαννόπουλου

 

Έχω αναφέρει αρκετές φορές πως το σημαντικότερο όπλο του συγγραφέα/ ποιητή, ενάντια στην πραγματικότητα, είναι η ειρωνεία. Μέσω αυτού του λεκτικού τρόπου -υπαινικτικά ή και σαρκαστικά- παίρνει θέση, ανατομεί κι εξηγεί τα γεγονότα του καιρού του. Παράλληλα, υπενθυμίζει στην εξουσία πως, η παντοδυναμία έχει και τα όριά της…

Ως terminus technicus, η (λεκτική) ειρωνεία αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο “το νόημα που υπαινίσσεται ένας ομιλητής διαφέρει κατά πολύ από το φαινομενικό νόημα […] και συχνά εκφράζει ρητά μια στάση ή μιαν εκτίμηση, αλλά στην συνολική περίπτωση της ομιλίας υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ομιλητής εννοεί πολύ διαφορετική και συχνά αντίθετη στάση ή εκτίμηση” (Άμπραμς). Πάνω σ’ αυτό το πλαίσιο θα κινηθώ, μιλώντας για το νέο βιβλίο του Ντέμη Κωνσταντινίδη- γι’ αυτό το λόγο -άλλωστε- θα επικεντρωθώ στα καθαρά σκωπτικά ποιήματα της συλλογής.

(Στο συγκεκριμένο κείμενο θα χρησιμοποιήσω τρία παραδείγματα ίσα- ίσα να σκιαγραφήσω, πολύ συνοπτικά, την λειτουργία της ειρωνείας στην ποίηση του Κωνσταντινίδη)

Στόχος του ποιητή είναι -θαρρώ- η παρουσίαση της μετανεωτερικής Ελλάδας και η αποτύπωση των συναισθημάτων, της πίκρας και της απόγνωσης, του σύγχρονου πολίτη. Ο 21ος αιώνας επέφερε την πτώση των συμβόλων και την φθορά των λέξεων που περιγράφουν ιδέες (…και που ίσως παραπέμπουν στις ιδεολογίες του παρελθόντος). Δεν είναι τυχαίο, δε, πως κάθε πρόταγμα του Διαφωτισμού έχει εκπέσει στο επίπεδο του (κακώς εννοούμενου) φολκλόρ.

Ας ξεκινήσουμε από το ομώνυμο ποίημα της συλλογής:

 

Κι εσύ που με καμάρι την υψώνεις

κι εσύ που οργισμένος την πατάς

κι εσύ που με διαβεβαιώνεις

κάποια σημαία ακολουθάς.

 

Κάπου, οπωσδήποτε, πρέπει ν’ αρέσεις

την επιβράβευση κι εσύ επιζητάς.

Σε μάθανε να ζεις με τις προσθέσεις

μα ν’ αποστρέφεσαι το πλην της μοναξιάς.

 

Στο ποίημα αυτό βλέπουμε πως ο ποιητής συνδέει (μετωνυμικά) την ιδεολογία- άποψη- στάση ζωής με την σημαία. Μου θυμίζει μια σημείωση του Leonardo da Vinci, στα ημερολόγιά του, που έλεγε: “Η μεγαλύτερη πλάνη από την οποία υποφέρουν οι άνθρωποι είναι η ίδια τους η άποψη”. Εδώ η ειρωνεία είναι πιο έμμεση και μας θυμίζει περισσότερο την χρήση της ειρωνείας από τον Pope. Σε ποιο -όμως- πλην της μοναξιάς αναφέρεται ο ποιητής στο τέλος του ποιήματος; Μήπως σε μια στάση ζωής όμοια με του Μύρη στο ποίημα του Καβάφη;

 

Όταν στον Ποσειδώνα κάμναμε σπονδές,

τραβήχθηκε απ’ τον κύκλο μας, κ’ έστρεψε αλλού το βλέμμα.

Όταν ενθουσιασμένος ένας μας

είπεν, Η συντροφιά μας νάναι υπό

την εύνοιαν και την προστασίαν του μεγάλου,

του πανωραίου Απόλλωνος – ψιθύρισεν ο Μύρης

(οι άλλοι δεν άκουσαν) «τη εξαιρέσει εμού».

 

Η επιρροή του Καρυωτάκη είναι εμφανέστατη στο συνολικό έργο του Ντέμη Κωνσταντινίδη. Όμως, δεν θα ήταν -κατά την άποψή μου- λειτουργικό να εξεταστεί η ειρωνεία κάτω από το φάντασμα του σπουδαίου λυρικού ποιητή. Πάντως η σάτιρα και το σκωπτικό πνεύμα φέρουν πολλά στοιχεία της καρυωτακικής σχολής.

Ας δούμε τώρα ένα άλλο ποίημα:

 

Καλά τα ποιήματα,

αλλά τις ώρες σου

πώς θα τις ξεγελάσεις;

Δεν παίζουνε μ’ αυτά!

 

Έχουν ταμπουρωθεί

ζωσμένες δυναμίτη,

κρατούν ομήρους, αρνούνται

κάθε διαπραγμάτευση.

 

Α, κάτι πικρούλια

σονετάκια σου, άσε,

να μη σου πω…

πού τα ‘χουνε γραμμένα.

 

Το πρώτο ενδιαφέρον θέμα που μπορούμε να παρατηρήσουμε στο ποίημα είναι ο τίτλος του. Απονενοημένο. Δηλαδή, απεγνωσμένο… απελπισμένο… Που αναφέρεται εδώ ο ποιητής; Μα, φυσικά, στην ίδια την θέση του ποιητή σήμερα. Είναι, θα λέγαμε, ένας αυτοσαρκασμός του Ντέμη Κωνσταντινίδη· αλλά, ταυτόχρονα, παρουσιάζει την πικρία και τον πόνο του για το πώς έχει εκπέσει ο ρόλος των ποιητών. Η παλιά τους αίγλη (και η ιερότητα) έχει μετατραπεί πια -στην καλύτερη περίπτωση- σε γελοιογραφία.

Στο ποίημα “Ηρωικό”, τέλος, διαβάζουμε:

 

Εμπρός μικρέ

και πες το ποίημά σου θαρρετά

για την Ελλάδα

που δεν πέθανε ποτέ!

Για τις αλύτρωτες πατρίδες

και το μαρμαρωμένο βασιλιά…

 

Εμπρός μικρέ

ίσια την πλάτη

στόμφο στη φωνή!

Μην παραλείπεις την αναπνοή…

Κάπου μες στο κοινό

σε καμαρώνει ο άνεργος μπαμπάς σου.

 

Η ειρωνεία, η πίκρα κι ίσως ο θυμός, διαπλέκονται φτιάχνοντας ένα από τα πιο σκληρά ποιήματα της συλλογής. Εδώ οι -εκπεσούσες- “μεγάλες ιδέες”, που μαθαίνουν τα παιδιά να τις μηρυκάζουν, αντιπαρατίθενται με εικόνες της καθημερινότητας, που δείχνουν την δυστυχία των ανθρώπων, όπως πχ η ανεργία που μαστίζει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Άλλωστε, ζούμε σε μια περίοδο όπου οι εθνικισμοί αρχίζουν και παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις στην Ευρώπη: κι εδώ φαίνεται το πως η ρευστότητα που δογματικά επιβάλλεται σήμερα -ακόμα και στο θέμα της ταυτότητας- συγκρούεται με τις λαϊκές αφηγήσεις του 18ου και 19ου αιώνα (που ακόμα χρησιμοποιούνται ως προκάλυμμα στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της γηραιάς ηπείρου).

Η ποιητική συλλογή του Ντέμη Κωνσταντινίδη, “Της μοναξιάς καλή συνέχεια”, δεν κινείται σε μια θεματική. Πως θα ήταν δυνατόν -άλλωστε- κάτι τέτοιο· αφού η ίδια η πραγματικότητα είναι πολυσύνθετη και πολυεπίπεδη. Ο λόγος του είναι λιτός (έμπλεος εικόνων), με χιουμοριστικά στοιχεία κι μ’ έντονο το προφορικό ύφος. Θεωρώ πως είναι από τα πιο ώριμα έργα του ποιητή. Γράφει ο Μάνος Τασάκος, σε κριτικό του σημείωμα, για την συλλογή: “Ἡ συλλογή τοῦ Ντέμη Κωνσταντινίδη πιστεύω πράγματι πώς εἶναι ἡ καλύτερη τῆς ἕως σήμερα πορείας του”.

Κλείνοντας, ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδη η νέα του συλλογή και περιμένουμε με αδημονία τους επόμενους ποιητικούς του σταθμούς.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.