Σχεδόν πάντα παίρνω το τραίνο αντί του μετρό. Αγαπώ την βραδύτητα των εικόνων και τον ήρεμο ήχο των συρμών του τραίνου, αντί της βουής του μετρό. Διάβαζα, όταν ένιωσα κάποιον να με κοιτάζει, καθισμένο απέναντι μου. Είχε μάτια υγρά σαν χυμένο βελούδο με μπλε του κοβαλτίου, μακριές πυκνές βλεφαρίδες τα σκίαζαν και οι άκρες του στόματος του ανέβαιναν ελαφρά φτιάχνοντας ένα υποψιασμένο χαμόγελο.

Αμήχανη κοίταξα τα δάχτυλα του, μακριά και λεπτά σαν των αγίων στα εικονίσματα, φορούσε ένα βραχιόλι από κόκκινη κλωστή στο δεξί του χέρι, κρατούσε την Ασκητική του Καζαντζάκη. Αναρωτήθηκα τι να βρίσκεται κάτω από το δέρμα του, ποια όντα είχε συναντήσει στο διάβα του κι αν τον μαστίγωσαν άγρια ή τον είχαν θωπεύσει με αγάπη. Έγερνα προς το δεύτερο.

Ο διπλανός μου σηκώθηκε για να κατέβει στην επόμενη στάση, κοίταξα έξω από το παράθυρο την πόλη που είχε τυλιχτεί σε μια γκρίζα εσάρπα αφήνοντας το φως να υπονοηθεί. Μου αρέσει αυτή η ατμόσφαιρα, μου θυμίζει πάντα μια εξέγερση που θα συμβεί αλλά τελικά αναβάλλεται. Ένοιωσα πως κάποιος άλλος κάθισε δίπλα μου και ταυτόχρονα μύρισα έντονα την οσμή πεύκου. Μια δροσιά ήρθε και με τύλιξε κάνοντας με να νιώσω ευγνωμοσύνη αυθόρμητα. Είναι αυτός, με κοιτάζει και τείνει το χέρι στο δικό μου.

-Καλημέρα, καλό μήνα. Είπε έτσι απλά, και διερωτήθηκα αν είχε ένα τόσο ελεύθερο και άνετο πνεύμα ή έπασχε όπως οι περισσότεροι από κάποια ψυχική διαταραχή, εξάλλου είχε αποδειχτεί περίτρανα πως διαθέτω έναν τέτοιο μαγνήτη.

-Καλημέρα, επίσης. Είπα και σπρωγμένη από το ένστικτο της επιβίωσης τον απέφυγα και κοίταξα ξανά, έξω από το παράθυρο.

-Δεν θα φύγω τόσο εύκολα μόνο και μόνο επειδή φοβάσαι το άγνωστο, είπε και μου ακούστηκε σαν φράση που είχε θράσος αλλά το ύφος κι ο τόνος του δεν μου το επιβεβαίωναν αυτό.

-Συνηθίζεις έτσι εύκολα να πιάνεις κουβέντα μέσα στα τραίνα; Ρώτησα με κάποιο ράγισμα στην φωνή μου άθελα μου. Ήθελα να με πείσει πως όχι, δεν το συνήθιζε, έτσι ξαφνικά. Κάτι ράγιζε μέσα μου αυτός ο άγνωστος, διαισθανόμουν πως αν αφηνόμουν ελεύθερη, θα με άνοιγε, είναι χρόνια τώρα που κρύβομαι μέσα σε ένα καλά διατηρημένο καύκαλο προστασίας.

-Ασφαλώς και όχι. Απλά, ένα παιδί μέσα μου με σπρώχνει να κάνω βήματα που δεν συνηθίζονται. Δεν μου χρειάζεται εξάλλου να κάνω πράξεις και κινήσεις προκαθορισμένες. Στο άγνωστο και στο ρίσκο, παίρνει κανείς ζωή. Τον κοίταξα ταραγμένη, μιλούσε για εμένα ή γι αυτόν; Τα μάτια του ήταν σταθερά στραμμένα στα δικά μου. Έβλεπα αυτό το μπλε που κανένας ποιητής δεν είχε περιγράψει με ακρίβεια παρά μόνο ο Πάμπλο Πικάσο κι η μητέρα φύση στις διαφορετικές μεταξύ τους λουρίδες της θάλασσας.

-Δηλώνω γοητευμένος και ζητώ να πάμε να πιούμε ένα φλιτζάνι γνήσια σοκολάτα σε ένα μικρό καφέ ακούγοντας Μάιλς Ντέιβις κι ίσως ολόκληρο το άλμπουμ του Kind of Blue. Μάλλον μαγνητίστηκα όπως γίνεται στα φίδια που χορεύουν ακούγοντας φλάουτο. Δεν άφησα περιθώρια άρνησης στον εαυτό μου.

-Ναι, θα το ήθελα, ευχαριστώ, είπα και χαμογέλασα.

-Επιτέλους χαμογέλασες, άλλαξε το πρόσωπο σου, να συστηθώ, Μάρτιος. Είπε και το άρωμα του πεύκου τύλιξε το χέρι μου καθώς ήδη έπιασε το δικό μου και το έσφιξε δυνατά. Έξω, η γκρίζα εσάρπα της πόλης αποσύρθηκε και φάνηκε υπέρλαμπρος ο ήλιος.

 


Γράφει η Πόπη Συνοδινού.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.