Γράφει η Μαρία Πανούτσου
Μια παρουσίαση- πρόταση, με ανασύσταση πηγών,
παρατηρήσεων, και δικής μου επέμβασης
και σκηνοθεσίας, αναφορά σε μια τραγική ιστορία έρωτα.
Ο Ρομαντισμός -νομίζω το έχω ήδη αναφέρει σε πολλά και προηγούμενα κείμενά μου- δεν ανήκει σε μια χώρα, μια περίοδο ιστορική, ένα κίνημα, αλλά είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης που με το κατάλληλο περιβάλλον και συνθήκες εμφανίζεται. Υπήρχε και θα υπάρχει όσο ο άνθρωπος ακόμη θα κάνει υπερβάσεις των ορίων του.
Διάλεξα αυτήν την ιστορία – παραμύθι – μύθος, όπως θέτε να την ονομάσετε, και διάλεξα το υλικό που παραθέτω μπλεγμένο με τις δικέ μου σκέψεις, για να μιλήσω για την υπέρβαση που γεννά τον μύθο. Έτσι ενώ οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι, την αποφεύγουν την υπέρβαση, οι τολμηροί, αυτοί που γράφουν τις επιγραφές της ιστορίας, την εφαρμόζουν πάντα με τίμημα. Δεν είμαι υπέρ ούτε κατά της υπέρβασης αν και ό,τι ενδιαφέρον έχω κάνει στην ζωή μου, έγινε με υπέρβαση και καμία λογική,
Η ιστορία της Ηρώς και του Λέανδρου είναι μέρος της εργασίας μου για τον ρομαντισμό που ολοκληρώνεται αυτήν την περίοδο και απόσπασμα δίνω, στην σημερινή παρουσίαση.
ΕΞΩΤΙΚΌ, ΑΝΑΠΆΝΤΕΧΟ, ΎΨΙΣΤΟ, ΦΟΒΕΡΌ.
Θυσία, ηρωισμός, μυστήριο, ιδανικά, τόλμη, ονειροπόληση.
Η αρχή του Ρομαντισμού βρίσκεται στον 18ο αιώνα. Είναι η προσπάθεια της τέχνης να ξεκόψει από τον κλασικισμό και νεοκλασικισμό, με σκοπό να βρει την έμπνευση για την δημιουργία μιας τέχνης ζωντανής. Από τα πιο σημαντικά κινήματα όχι μόνο για τον 18 και 19 αιώνα, αφού η επιρροή του κινήματος, ξεπερνά τα στενά πλαίσια μια συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Ένα κίνημα που εξαπλώθηκε στην λογοτεχνία, την ζωγραφική, την μουσική στο θέατρο.
Τα βασικά του χαρακτηριστικά γιατί δεν είναι εύκολο και απλό να δώσεις ένα πλήρες ορισμό του ρομαντισμού, είναι η χρήση της φαντασίας, τα έντομα συναισθήματα, η χρήση της αυτοβιογραφίας, ευαισθησία στα κοινωνικά θέματα, διάθεση αλλαγής του κατεστημένου, επαναστατικές διαθέσεις και πράξεις. Επίσης επιστροφή στις ρίζες, στήριξη του έθνους και των ιδιαιτεροτήτων των λαών, επιστροφή στην φύση και στις παραδόσεις, απομάκρυνση της συμβατικής ζωής, έμφαση στον έρωτα και σε συνύπαρξη λογικής και συναισθήματος, υπέρβαση ή μάλλον υπερβάσεις στην καθημερινότητα.
Η έμφαση στο άτομο και στις ανάγκες του για έκφραση και ελευθερία λόγου και πράξεων Ο ηρωισμός εμφανίζεται και κυριαρχεί και ο φόβος του θανάτου απομακρύνεται. Η σκοτεινή πλευρά της ζωής πρωταγωνιστεί. To λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται εκφράζει ακραίες καταστάσεις, κατακλυσμιαίες και ακριβώς τελείως αντίθετες από ένα οργανωμένο κόσμο σε τάξη και δεδομένο τρόπο συμπεριφοράς και επιλογών. Ο όρος “ρομαντισμός” πρωτοεμφανίζονται στην Αγγλία το 17ο αιώνα σε διηγήματα με ιππότες, με αφηγήσεις γύρω από τις αντιξοότητες της ζωής, σε διηγήσεις, ιστοριών που βασίζονται στην ανεκπλήρωτους έρωτες.
Τα παγανιστικά στοιχεία είναι επίσης παρόντα και δίνουν την θέση που του αξίζει, στο ένστικτο και το ορμέμφυτο.
H συναισθηματική έξαρση, το μεγαλειώδες που αντικατοπτρίζεται στο άπειρο, η απεγνωσμένη επιθυμία για κατάκτηση των υψηλότερων ιδανικών και πνευματικών αξιών, η μελαγχολική διάθεση και το πάθος είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά ενός κινήματος που έχει κατανοήσει το ιερό της ζωής και το ανυπέρβατο και αντιστέκεται σε ότι απαξιώνει την ανθρώπινη εμπειρία και την υποβιβάζει σε μια καθημερινότητα χωρίς απρόοπτα, χωρίς όραμα και σκοπό. Όλα αυτά είναι μέρος μόνο από το πάζλ που συνθέτει αυτό το μεγαλειώδες κίνημα.
Η χρονολογία εμφάνισης του ρομαντισμού καθώς και τα χαρακτηριστικά διαφέρει από χώρα σε χώρα, με κοινό χαρακτηριστικό το επαναστατικό αίσθημα. Αγγλία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ελλάδα.
Διαφορετικές προσεγγίσεις. Και όπως λέει ο Arthur Oncken Lovejoy στην ‘Ιστορία των Ιδεών’ δεν υπάρχει μόνο μια σημασία αλλά πολλές σημασίες.
Μαρία Πανούτσου για τον Ρομαντισμό (Απόσπασμα).
ΗΡΏ ΚΑΙ ΛΈΑΝΔΡΟΣ
*Έλα θεά, τραγούδα μου,
να πούμε το ‘να τέλος
του λυχναριού που απόσβησε
και του παιδιού που εχάθη.
Μουσαίος
Μια φορά κι ένα καιρό, σε ένα πύργο δίπλα στη θάλασσα, στην ακτή της Σηστούς, κατοικούσε ολομόναχη η Ηρώ. Ήταν μια πεντάμορφη βασιλοπούλα, παρθένα, ιέρεια της Αφροδίτης. Κάποτε σε μια μεγάλη γιορτή προς τιμήν της θεάς μαζεύτηκε κόσμος πολύς από μακρινά μέρη. Έφθασαν εκεί από την Ήπειρο, την Κύπρο, από τα Κύθηρα, ακόμα κι από το Λίβανο. Αλλά κι από τη γειτονική Φρυγία μα και την Άβυδο που βρισκόταν στην άλλη όχθη του Ελλησπόντου πήγαν προσκυνητές. Γυναίκες και άντρες. Κι οι γυναίκες μπορεί να πήγαν για να τιμήσουν τη θεά, μα οι άντρες “όπου ακουστεί γιορτή, είναι πάντα πρώτοι, όχι τόσο τα πρόσφορα να πάνε στους αγίους, όσο για των ομορφονιών τα μαζωμένα κάλλη”(1).
Σε εκείνη τη γιορτή εμφανίστηκε για πρώτη φορά η Ηρώ στο πλήθος. “Κι άστραψε φως η όψη της η τρισχαριτωμένη, καθώς η λευκοπρόσωπη Σελήνη που προβαίνει και τα χιονάτα μάγουλα ν’ εροδοκοκκινίζαν σα ρόδο, σαν τριαντάφυλλον, ακράνοιχτο και δίχρο”(1). Όλοι θαμπώθηκαν από την ομορφιά της. Μα καθώς ήταν ιέρεια της Αφροδίτης κανένας δεν τόλμησε ούτε καν να σκεφτεί να την πλησιάσει· κανένας εκτός από τον Λέανδρο. “Ο ερωτικός Λέανδρος, όμορφος και νέος -τη θεία τραγωδία του οποίου τραγούδησε ο Μουσαίος- κατοικούσε στην Άβυδο· και από τότε δεν κατοίκησε εκεί κανένας τον οποίον τα χρόνια που ακολούθησαν, να θρήνησαν πιο πολύ.” (2)
Ο Λέανδρος που τον συνεπήρε ο Έρωτας, νίκησε τη συστολή του και την ώρα που ο ήλιος έδυε κι ανέτειλε ο αποσπερίτης, πλησίασε την Ηρώ, της έπιασε το χέρι και κεντρωμένος βαριά από τις σαϊτιές του μικρού θεού, άρχισε να αναστενάζει. Όντας σεμνή εκείνη τον απέκρουσε αμέσως και με το σώμα, που τραβήχτηκε απότομα απ` τ` άγγιγμά του, αλλά και με λόγια αυστηρά. “Μα σαν άκουσ’ ο Λέανδρος τα τόσα πείσματά της, ένιωσε τα καμώματα των κορασιών που θέλουν, γιατί όταν ομορφόπαιδα μαλώνουν οι γυναίκες, φιλιά είναι τα μαλώματα και χάδια είν’ οι φοβέρες” (1)
Άρχισε λοιπόν να της μιλά επιστρατεύοντας όλη τη ευγλωττία του παράφορα ερωτοχτυπημένου και σιγά σιγά “τα λόγια αγάπη γέννησαν και πήρε την καρδιά της” (1). Έτσι η Ηρώ αν και θεραπαινίδα της Κύπριδας που έπρεπε να μείνει παρθένα, ενέδωσε: δέχτηκε να τον παντρευτεί. Όμως τού είπε ότι ο γάμος τους έπρεπε να μείνει κρυφός. Τότε εκείνος την καθησύχασε λέγοντας: “Κόρη, για την αγάπη σου περνώ και τ’ άγριο κύμα κι ούτε φουρτούνα ούτε βοήν της θάλασσας τρομάζω.”(1)
Νόμισμα της Αβύδου της εποχής του Σεπτίμιου Σεβήρου. Στην μια πλευρά εικονίζεται ο αυτοκράτορας και στην άλλη ο Λέανδρος που διασχίζει τον Ελλήσποντο ενώ η Ηρώ τον περιμένει πάνω σε ένα πύργο. εικόνα
Της υποσχέθηκε λοιπόν ότι κάθε βράδυ από τις ακτές της Αβύδου θα έπεφτε -ερωτοκάραβον σωστό- στη θάλασσα και θα διέσχιζε τον Ελλήσποντο και θα έφτανε μέχρι απέναντι στη Σηστό για να βρεθεί στην αγκαλιά της. Μόνος οδηγός του σε αυτή τη ρότα της αγάπης, δεν θα ήταν ούτε η Πούλια, ούτε τα άλλα άστρα του ουρανού, μα ο λύχνος που θα κρατούσε εκείνη για να τού δείχνει το δρόμο μέχρι τον όρμο όπου υψώνονταν ο πύργος της εύπλοιας(4) Αφροδίτης. Αλλά θα έπρεπε να έχει το νου της στους δυνατούς ανέμους “μήν τόνε σβήσουν και με μιας χάσω κι εγώ τη νιότη, το λύχνο σου, της δόλιας μου ζωής το φωτοδότη”(1)
Αφού συμφωνήσανε να κρυφοπαντρευτούνε,“και στην κρυφή τους τη χαρά και στο κρυφό του γάμου το λύχνο βάλαν μαρτυριά ως βάζει ο κόσμος άστρο”(1)με δυσκολία αποχωρίστηκαν ο ένας απ` τον άλλον. Ο Λέανδρος επέστρεψε στην Άβυδο με τους άλλους προσκυνητές και την επόμενη νύχτα, την πρώτη που θα περνούσαν μαζί, περίμενε μεσ` το σκοτάδι μπροστά στη θάλασσα να διακρίνει τον λύχνο απέναντι. Κι όταν είδε να τον καλεί, αψηφώντας τη λύσσα του αέρα και την παραφορά των κυμάτων γδύθηκε και ξεκίνησε·αυτός κουπί, αυτός πανί, αυτός ταχύ καράβι. (1)
Κι απέναντι η Ηρώ, καρτερούσε με το λύχνο στα χέρια και κάθε φορά που ο αέρας πήγαινε να τον σβήσει, έστηνε απάγκιο την ποδιά της πλάι στη φλόγα του. Με χίλια βάσανα κατάφερε να βγει ο Λέανδρος στην άλλη όχθη. Και σαν ακόμ’ αφρόσταζε και σαν αγκομαχούσε, τον πήγε μες στο νυφικό παρθενοθάλαμό της και το κορμί του το `λουσε και μοσχομύρισέ τον με λάδι, με ροδόλαδο και του `σβησε την άρμη.(1)
Εκείνη τη νύχτα έσμιξαν για πρώτη φoρά. Ενάντια στο νόμο της Κύπριδας, χωρίς τις πρέπουσες γαμήλιες τιμές στην Ήρα, κρυφά κι από τους γονείς τους. Χωρίς ευχές, χωρίς χορούς, χωρίς τραγούδια. Κρυφά, στα σκοτεινά· ανεύλογη χαρά. Μόνο το φως του λύχνου -παραστάτης και μάρτυρας, φάρος της αγάπης τους. Και την αυγή πάλι κατά την Άβυδον εξανακολυμπούσε και μύριζε ο αχόρταγος νυχταγκαλιές ακόμα. (1) Για να επιστρέψει την επόμενη. Κι όλες τις νύχτες στη σειρά.
Έτσι η Ηρώ κοράσι ήταν ολημερίς κι ολυνυχτίς γυναίκα(1). Κι οι δυο τους παρακαλούσαν κάθε μέρα να βασιλέψει ο ήλιος, να πέσει το σκοτάδι, να ανάψει ο λύχνος, να ριχτεί στη θάλασσα ο Λέανδρος για να πάει να ανταμώσει τη γυναίκα του που τον καλούσε: Εμπρός, τον ίδρο σου άφησε μες στους δικούς μου κόρφους. Και πριν το ξημέρωμα να πάρει πάλι το θαλασσινό δρόμο της επιστροφής.
Έφτασε όμως η βαρυχειμωνιά που ξεσέρνει τα καράβια στις αμμουδιές για να γλυτώσουν κι αυτά κι οι ναύτες τους απ` τ’ αγριόκαιρα και τες ανεμοζάλες(1). Κι αντί να μείνουν χωριστά μέχρι να καλοσυνέψει πάλι ο καιρός, έσπρωξε η μοίρα κι η αγάπη – γιατίδεν εξαρτάται από τη δύναμή μας να αγαπούμε ή να μισούμε(2) – το χέρι της κι άναψε το λύχνο. Τον είδε ο Λέανδρος κι ο φόβος της ανταριασμένης θάλασσας δεν τον κράτησε στην Άβυδο, γιατί της είχε τάξει “ούτε φουρτούνα ούτε βοήν της θάλασσας τρομάζω”,μόνο ρίχτηκε και πάλι στα νερά του Ελλησπόντου.
Τότε πηδούσε το νερό, κύμα στο κύμα εκύλα κι ο ουρανός κι η θάλασσα τότε γινήκαν ένα κι από παντού σηκώθη αχός που μάχονται οι ανέμοι(1). Παρασυρμένος ο Λέανδρος από το ρεύμα, παρακαλούσε την ποντιάδα(4) Αφροδίτη, τον Ποσειδώνα που ορίζει τα πελάγη και τον Αίολο να τον συνδράμουν. Κανείς τους δεν τον άκουσε, μα ούτε ο Έρωτας έτρεξε να τον σώσει. Κι έφτασε στην απελπισία του, βλέποντας πως σίγουρα αφανίζεται, να εκλιπαρεί τα κύματα: “Αφήστε με να φτάσω εκεί και στο γυρισμό η οργή σας, ας πάρει τη ζωή μου.”(3)
Μα ούτε τα κύματα έστρεξαν. Τον έδερναν, τον έπαιρναν κι η δύναμή τους θεριεμένη έσβηνε τη δική του. Άξαφνα εχύθη και νερό καμπόσο στο λαιμό του, κι ήπιε ποτόν ανώφελο, ποτόν άρμη γεμάτο, κι άνεμος έσβησε πικρός τον άπιστο το λύχνο και την ψυχή κι αγάπη του του θλιβερού Λεάνδρου.(1)
Η Ηρώ άγρυπνη, γεμάτη αγωνία τον περίμενε όλη τη νύχτα και κοίταζε τον πόντο με την ελπίδα να της φέρει τον αγαπημένο της. Την αυγή πια, μόλις τον αντίκρισε άψυχο να χτυπιέται στα βράχια, έσχισε το χιτώνα της και ρίχτηκε από τον πύργο. Κι απάνω απέθαν’ η Ηρώ στον άψυχό της άντρα, κι απόμειναν αγκαλιαστά τα δυό τα λείψανά τους.(1)
Η τραγική ιστορία του Λέανδρου και της Ηρώς εντάσσεται στις Αλεξανδρινές παραδόσεις που περιέχουν θέματα που δεν τα συναντούμε στο μυθολογικό υλικό παλιότερης εποχής. Τα θέματα των αλεξανδρινών παραδόσεων είναι συχνά νεοπλασίες πάνω σε γνωστά μυθικά θέματα ή διασκευές τους και φορτίζονται με συμπιλήματα από λαϊκά παραμυθικά στοιχεία. Κατά το χαρακτηριστικό τους γνώρισμα, αποτελούν λογοτεχνικές κατασκευές, που οι δημιουργοί τους εκμεταλλεύονται ποιητικά ένα μυθικό στοιχείο και το αναπτύσσουν περίπου μυθιστορηματικά, συνθέτοντας μια ερωτική ιστορία. Η ιστορική σημασία των Αλεξανδρινών παραδόσεων βρίσκεται στο γεγονός ότι χρησίμευσαν σαν αφετηρία ενός λογοτεχνικού είδους, της μυθιστορίας, που η ανάπτυξή της έφτασε ως τους νεότερους χρόνους.(4, σελ331)
Ο συγκεκριμένος μύθος φαίνεται ότι είναι επίνοια της ρομαντικής διάθεσης του ελληνιστικού κόσμου που αρεσκόταν να πλάθει διηγήσεις για ιδανικά ζευγάρια που ριχνόταν σε τρομερές περιπέτειες ώσπου να ευοδωθεί το πάθος τους. Όπως δείχνουν πολυάριθμες παραστάσεις σε ανάγλυφα, σε ζωγραφιές, και σε νομίσματα, ο μύθος πρέπει να ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στην αρχαιότητα. Στα νεότερα χρόνια ενέπνευσε αρκετούς ποιητές, δραματουργούς και ζωγράφους. (4, σελ346).
Επίλογος
Καημένε Λέανδρε
ξεπέρασες την μοίρα σου
και εκείνη την δική της
και η φύση μέγας τιμωρός
Απόσπασμα από το ποίημα
Ηρώ και Λέανδρος της Μαρίας Πανούτσου
Αξίζει τον κόπο να ανατρέξετε στις πηγές – εξ άλλου η παρουσίαση μου αυτόν τον σκοπό έχει – να βρείτε το γραπτό, εικαστικό και ακουστικό υλικό που υπάρχει και να διατρέξετε το διαδίκτυο, από όπου και εγώ πληροφορήθηκα. Έχω βέβαια το αρχικό κείμενο στην κατοχή μου, όμως αρχικά το σενάριο της ιστορίας αυτής με τράβηξε και αργότερα η γλώσσα του κείμενου όταν το διάβασα. Ετοιμάζω μια προσέγγιση του μύθου και μια ερμηνεία του και η σημερινή παρουσίαση είναι μόνο μια εισαγωγή.
Σημ.
-
Μουσαίος , “Τα καθ’ Ηρώ και Λέανδρον” μετάφραση Σίμος Μενάρδος
2. Christopher Marlowe, Hero and Leander
3. Garcilaso de la Vega Soneto XXIX
4. Ελληνική Μυθολογία, Οι ήρωες, τόμος 3ος Εκδοτική Αθηνών
Επίσης.
https://www.mixanitouxronou.gr/pios-ine-o-sigkinitikos-mithos-pou-apotelese-ena-apo-ta-prota-ellinika-erga-pou-tipothikan-se-vivlio-apathanatistike-se-tichografies-tis-pompiias-ke-se-romaika-nomismata/
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%97%CF%81%CF%8E_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%9B%CE%AD%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%82
Η Μαρία Πανούτσου γεννήθηκε στην Αθήνα και υπηρετεί το θέατρο και την ποίηση από το 1979. Σπούδασε μουσική, χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία, Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές και για συμμετοχή σε Διεθνή Φεστιβάλ θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε στην παιδική της ηλικία στο Ιράκ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε πολύ μικρή το χορό και το θέατρο και με την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά βραβεύτηκε με πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού.
Τώρα ζει, εργάζεται και μοιράζεται την ζωή της μεταξύ Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Έχει σπουδάσει στο GROTOWSKI LABORATORIUM στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών.
Σπούδασε στο Open University of London Humanities – Ανθρωπιστικές σπουδές, και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας, στο Open University of London.
Παράλληλα με το θέατρο και την τέχνη η Μαρία Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, «ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ», «SALUADER» και «ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ ή ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY» που έχουν εξαντληθεί και ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής με τίτλο «Η ΠΟΛΗ».
Μελέτησε Ζωγραφική και Αγιογραφία με τον ζωγράφο Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη Ν. Σκλαβενίτη. Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London.
Επίσης στο θέατρο παρουσιάζει θεατρικές παραγωγές όταν έχει να πει κάτι που την απασχολεί πολύ. Μελετά το ανέβασμα έργου του Σταμάτη Πολενάκη και του κύπριου ποιητή, Ανδρέα Τιμοθέου… Τελευταία θεατρική δουλειά της, 2015 με την παράσταση «Άσπρο Φως Ιστορίες έρωτα και αναρχίας» στο θέατρο Ειλισσός.