Όταν τα ρολόγια σήμαναν τη δέκατη ώρα της ημέρας, η είδηση που ακούστηκε από το μπαλκόνι, ναι μεν τάραξε όσους την άκουσαν, δεν τους έκανε ωστόσο να πέσουν κι από τα σύννεφα. Και αυτό γιατί, σε αυτή τη γειτονιά, οι αυτοκτονίες της Νάνσυς και δη, οι αποτυχημένες αυτοκτονίες της, ήταν φαινόμενο σύνηθες. Έτσι, η τσιρίδα  της αδερφής της της  Μελανίας όταν την είδε, πιο πολύ την περιέργεια των γειτόνων προκάλεσε, παρά την ανησυχία τους.

Το σπίτι λοιπόν που διεξαγόταν η απόπειρα της αυτοκτονίας, εκτός του ότι μάζεψε τη μισή και παραπάνω γειτονιά στο εσωτερικό του, βρισκόταν σε μια περιοχή της Αθήνας που, κατά τα λεγόμενα της Μελανίας «έβλεπε» Ακρόπολη, ανάμεσα σε άλλα, παρόμοια, προσφυγικά σπίτια.

Με την αφορμή αυτή, γνωρίζουμε τους ήρωες και γείτονες, οι οποίοι έσπευσαν να συντρέξουν. Μια σεμνότυφη φαρμακοποιός, η Βασιλεία, ένας λαϊκός μπακάλης, ο Γιάγκος, η Σταυρούλα η μορφωμένη που έδερνε τον άντρα της, η Φιλαδέλφεια, η κυρία Αρσενία. Τελευταίος έτρεξε στον τόπο του εγκλήματος ο αστυνομικός Ζώης, ο οποίος με τον απρόσμενο αυτόν τρόπο θα γνώριζε τη Νάνσυ και θα γοητευόταν από την ”ιδανική αυτόχειρα”.

Όπως κάθε οικογένεια αποτελείται από διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους, με συνήθειες και ελαττώματα, με καλά και κακά, έτσι ακριβώς και οι γειτονιές, πολλώ δε μάλλον οι μικρές. Κάθε γειτονιά, κρύβει μέσα της πολλά ατομικά παραμύθια, ιστορίες και χούγια του καθενός από τα μέλη της.

Έτσι, εκτός από την έξη της Νάνσυς να αυτοκτονεί για κάθε της αποτυχημένο έρωτα και την αδερφή της τη Μελανία να την κατακρίνει, στη γειτονιά αυτή, υπήρχε μια προξενήτρα, η κυρία Αρσενία.

Η δεύτερη επιχείρηση που στέγαζε η γειτονιά αυτή, ήταν της Μελανίας. Ιδιότητα, καφετζού. Δεξιοτέχνισσα αλλά και εφευρετική, η Μέλυ, είχε βρει τον τρόπο να διεισδύει στα σπίτια των φιλενάδων της αλλά και όχι μόνο αυτών, γνωρίζοντας έτσι όσα αυτές δεν προλάβαιναν ή ντρέπονταν να της αναφέρουν. Μοναδικό της πρόβλημα, όπως φυσικά και σε κάθε αγορά, ο ανταγωνισμός.

Φυσικά, ένας τέτοιος μικρόκοσμος που σέβεται τον εαυτό του, δε νοείται να μην έχει κομμωτήριο, το οποίο ανέκαθεν αποτελούσε σημείο συνάντησης και πόλο συζήτησης και κοινωνικής παρατήρησης. Ιδιοκτήτρια της επιχείρησης λοιπόν αυτής, ήταν η Κεβή, μια πρόσχαρη και γελαστή κοπέλα που ωστόσο, παρά την ευχάριστη διάθεσή της, είχε πολλά βάσανα στο νου και στο κορμί της να της ρουφάνε σα σφουγγάρι τη χαρά.

Όσο οι μικρές ιστορίες αυτές εκτυλίσσονταν, η προξενήτρα της γειτονιάς, η κυρία Αρσενία, είχε δεχθεί μιαν ιδιαίτερα περίεργη επίσκεψη, η οποία έδωσε τη σειρά της σε αρκετές επόμενες. Ένας νεαρός, ο Βασίλης, με ένα μωρό και πολλά δάκρυα να αναβλύζουν από μέσα του, ζήτησε από την κ. Αρσενία να του βρει μια γυναίκα.

Οι μέρες κυλούσαν με επισκέψεις, καντάδες και πιέσεις  του Βασίλη, με τον γείτονα της Αρσενίας που κάθε τέσσερις και τέταρτο είχε ραντεβού με τα δάκρυά του, την κυρα-Μαρίνα την παλιά πόρνη να παροτρύνει την προξενήτρα να αφήσει τις αναστολές και να ζήσει, με κουτσομπολιό στο κομμωτήριο, με το σκουριασμένο λεωφορείο που έχασκε σαν φάντασμα στη γειτονιά και τώρα είχε εγκλωβίζει την κότα της παλιάς θεατρίνας, που θρηνούσε και την έκλαιγε σα να ήταν δικό της παιδί. Και η κότα μπορεί να απεγκλωβίστηκε από τα σπλάχνα του σιδερένιου οχήματος, τα μυστικά ωστόσο που κρύβονταν μέσα του, δύσκολα θα ξεχνιούνταν. Ίσως ποτέ.

Συνήθως όμως στις ιστορίες όπως η δική μας, αλλά και στη ζωή την ίδια, όταν πέφτει μια φωτιά από θανάτου στόμα, γεννιέται μια ακόμη, του έρωτα γέννημα. Αυτή λοιπόν η φωτιά, γεννήθηκε στο σπίτι της προξενήτρας Αρσενίας -χωρίς ωστόσο να κά(μ)ψει όλες τις αναστολές της-. Ο έρωτας όμως, ήταν πια υπαρκτός και ατίθασος, όσο κι αν φοβόταν κάτι τέτοιο η μεσήλιξ Αρσενία.

Από την άλλη, κάποιες  κοπέλες που έκαναν το πέρασμά τους από τη γειτονιά προκειμένου να προμηθευτούν φάρμακα, προκάλεσαν εκτός από τον οίκτο της παλιάς θεατρίνας, αποκαλύψεις και ανασκαφές που τρόμαξαν τις κυρίες της γειτονιάς. Αναδύθηκαν από τα έγκατα της γης που αναλογούσε στη θεατρίνα, αγαλματένια μέλη και μαζί με αυτά ο φόβος. Φόβος για το άγνωστο που ορθωνόταν μπροστά τους.

Τα γεγονότα στη γειτονιά, οι ιστορίες, παλιές και καινούριες, στοιχειά και μνήμες, έδιναν κι έπαιρναν. Κάποτε, όλα αυτά ήταν έντονα, άλλοτε ήπια, άλλοτε αναμενόμενα κι άλλοτε απρόσμενα. Κι όταν  η κυρά Αρσενία συνάντησε στο διάβα της το αναπάντεχο,  έπρεπε να πάρει κάποιες αποφάσεις. Οι αποφάσεις της άλλωστε αυτές ήταν που μας φανέρωσαν εικόνες παράταιρες και μυστηριώδεις. Εικόνες που ποτέ δεν θα μάθουμε ακριβώς τι σημαίνουν και  τι ζητούν. Μα, μήπως οι εικόνες αυτές ήταν η λύση;

Ήταν εκείνος ο μυστηριώδης άντρας που από μακριά την παρατηρούσε; Μήπως η παλιά θεατρίνα που τώρα περιδιάβαινε στα κύματα και κρατούσε τη λαχτάρα της στο χέρι; Μήπως ο άντρας που ακολουθούσε τη θεατρίνα και το σκυλάκι της;

Ποιοι ήταν όλοι αυτοί; Και τι δουλειά είχαν μαζί της; Πόσο αθώοι είναι εν τέλει οι ήρωες των ιστοριών; Πόσο αυτόνομοι νομίζουν πως είναι και κατά πόσο πιστεύουν πως ορίζουν οι ίδιοι την Τύχη τους; Κι αν το πιστεύουν πράγματι, ποιος θα τους πει πως κάνουν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής τους;

Ίσως την αλήθεια αυτή, την μία και θεμελιώδη, να μην τη μαθαίνουν ποτέ. Ίσως να μη χρειάζεται.  Ίσως μοναδικός σκοπός τους να είναι απλά να υπάρχουν, να συνεχίζουν στο άπειρο τις ζωές τους, να εξελίσσουν τις ιστορίες τους, να αναρωτιούνται, να τρώνε, να κοιμούνται, να κλαίνε σε συγκεκριμένες ώρες, να πίνουν καφέ και να καπνίζουν τσιγάρα, χωρίς να έχουν το δικαίωμα να επενεργήσουν ουσιαστικά πάνω σε αυτές.

Αυτό, είναι αρμοδιότητα κάποιου άλλου. Εκείνου που κρύβεται πίσω από την ομίχλη και κινά τα νήματα. Γι’ αυτό  κι οι ήρωες αυτού του βιβλίου, με πόδια κουρασμένα, μάτια πρησμένα και χωρίς καφέ και τσιγάρο, γυρνούν πάντα σπίτι. Σε αυτό που γνωρίζουν, σε αυτά που τους πληγώνουν αλλά και πολλές φορές τους αναγεννούν.


 

*To βιβλίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη, το 1998.

*Γράφει η Βάσω Κωνσταντινίδου.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.