«Και τώρα που βρεθήκαμε, τι γίνεται;»
«Τώρα, από τη μια στιγμή στην άλλη, εντελώς ξαφνικά, δεν βαδίζω εντελώς μόνος μέσα σε έναν ωκεανό από μόνους, ξένους ανάμεσα σε ξένους. Σήμερα, αυτή τη στιγμή, κι αυτή, κι αυτή, νιώθω ελεύθερος απ’ όσα τριβέλιζαν στο μυαλό μου, δεν έχω καθημερινότητα, δεν έχω ρουτίνα, είμαι ο άνθρωπος σου, είσαι ο άνθρωπος μου, από τη στιγμή αυτή, όμως δεν στο ομολογώ ακόμα»
«Απίστευτο δεν φαίνεται, πώς γίνεται απλά μόνο λίγες στιγμές από αγάπη, από στοργή, από τον χιλιοδοξασμένο – ας πούμε – έρωτα να αλλάζουν έναν άνθρωπο, να τον μεταμορφώνουν σε κάτι άλλο, με την ελπίδα του καλύτερου, με την ελπίδα της παρουσίας πιο ζωντανή από ποτέ»
«Αφού τέτοια είναι η δύναμη της αγάπης, γιατί ο άνθρωπος να μην θέλει ν’ αγαπά, τι ανόητο στο περιθώριο της να βασανίζεται, να μοχθεί, να μαστιγώνει την ψυχή του, μόνο λίγη προσπάθεια θέλει, μόνο λίγη, κι έπειτα όλες οι δυνατότητες αποδεσμεύονται, να, από τη στιγμή αυτή, όμως δεν στο ομολογώ ακόμα»
«Δεν θα μου πεις για το μετά; Το αύριο; Το πάντα;»
«Τι σημασία έχουν αυτά, καμία δεν έχουν, έχουμε φέρει το μέλλον στην αγκαλιά του παρόντος, το ζούμε, όσο αγκαλιαζόμαστε, το πάντα είναι δικό μας, αιώνιοι γινόμαστε…»
«… σσς λοιπόν, μην μιλάς για αιωνιότητα, τι περίεργο, χαράξαμε γραμμή στο χρόνο, το πριν και το μετά μια γνωριμία, τον τεμαχίσαμε, ξεχειλώσαμε την ατομική του αίσθηση για να χωρέσουμε ο ένας τον άλλον, και τώρα…»
«… από τη στιγμή αυτή, δεν στο ομολογώ ακόμα, δεν θα περάσω μέρα που να μην σε σκέφτομαι, δεν θα υπάρξει στιγμή που να μην φέρω την εικόνα σου στο νου μου, ούτε πρωινό που δεν θα σου χαμογελάσω, κι ας μην είσαι μαζί μου, δεν θα υπάρχω χωρίς εσένα»
«Σσς, αυτά κι αν είναι υπερβολές, όμως οι υπερβολές κάπως σαν να αρμόζουν στην περίσταση, ας υπερβάλλουμε και με κάτι, φτάνει με την ταχύτητα, φθείρομαι από την καθημερινότητα, σ’ ευχαριστώ που με λύτρωσες από αυτήν, που ξέπλυνες την βρώμα της ξαφνικά από πάνω μου, δεύτερο δέρμα που είχε γίνει η θλίψη, η απογοήτευση για ό,τι συνέχει τον κόσμο μας, τώρα μπορώ ξανά την ομορφιά να αντικρίσω»
«Κι εγώ μπορώ, ξεκινώντας από τα μάτια σου»
«Κι άλλο, κι άλλο θέλω να υπερβάλλεις, αν γίνεται, ας θυσιάσουμε τις αναπνοές μας στην υπερβολή, τι νόημα έχει αυτή η ορθολογικότητα που μας επιβάλλεται, τι νόημα έχει να σχεδιάσω το οτιδήποτε, σήμερα δεν σχεδιάζω, σήμερα ζω»
«Κι αύριο και μεθαύριο, δικές είναι όλες οι μέρες»
«Φοβάμαι τις δυσκολίες, το τυχόν περιστατικό, το ενδελεχές γεγονός που μας περικλείει στη σιγή του»
«Κι εγώ φοβάμαι μην χάσω από την αγκαλιά μου του κόσμου τον ομορφότερο άνθρωπο»
«Αν κάποτε βαρεθείς να μου υπερβάλλεις, θέλω να μου το πεις θαρρετά, μην με αφήσεις να σε πιστέψω»
«Αν κάποτε βαρεθείς να υπερβάλλεις, δεν θα έχουμε πια λόγο να δεσμεύουμε το μέλλον»
«Γι’ αυτά ας μην μιλάμε πια»
«Γι’ αυτά δεν θα μιλάμε, από τη στιγμή αυτή, κι ας μην στο ομολογώ ακόμα, όλο μου το είναι παραδίνεται στο μαζί»
Μια σειρήνα σκίζει στα χίλια κομμάτια την ηρεμία της νύχτας. Τα πάντα σβήνουν, εκατοντάδες παράλληλα σύμπαντα διερράγησαν απρόσμενα. Σπαραχτικές κραυγές μιας βίαιης αλλαγής. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι…
Γεννήθηκε το 1992 στην Πτολεμαΐδα. Σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στην Θεσσαλονίκη, όπου και συνεχίζει τις σπουδές του ως υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής στο ερευνητικό πεδίο της Ιατρικής Πληροφορικής. Γράφει ενεργά τα τελευταία 12 χρόνια ως αποτέλεσμα της συνεχούς ενασχόλησης του με τη λογοτεχνία, την ποίηση και την φιλοσοφία. Αγαπάει ό,τι έχει να κάνει με τέχνη και κυρίως με τον γραπτό λόγο. Αντιπαθεί τη μετριότητα και το ίδιο. Αγαπάει τον «Άλλο» κι ό, τι συνεπάγεται η παρουσία του. Αγαπάει τον κόσμο και τη δυναμική του να πλάθει νησίδες ομορφιάς. Ενθουσιάζεται με την παραδοξότητα της ύπαρξης και τη μεταβολική της ροή.
Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι το ποιητικό στοιχείο, σε μια προσπάθεια προσέγγισης της μορφικής πληρότητας του πεζού από τη μία και νοηματικής πληρότητας της ποίησης από την άλλη. Επίσης, τα κείμενα του είναι εμποτισμένα με προβληματισμούς πολιτικής και υπαρξιακής φύσης, ενώ χαρακτηριστική είναι η σχεδόν μόνιμη επιλογή του να απουσιάζουν ονόματα και εξαντλητικές περιγραφές χωροχρονικών πλαισίων (το αντίθετο μάλλον ισχύει). Ο σκοπός της δραστηριότητας του έχει παραμείνει ίδιος με το πέρασμα του χρόνου: να συμβάλλει με κάποιον τρόπο στην τέχνη του λόγου και της ποίησης, αλλά και στην κοινωνική ζύμωση με την αποτύπωση προβληματισμών και ζητημάτων που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο και με τον επιτονισμό της αναγκαιότητας για ανεύρεση νέων κινήτρων ενατένισης του μέλλοντος και επανεπινόησης του δημόσιου χώρου.