Διαβάσαμε το νέο βιβλίο της Αλκυόνης Παπαδάκη «Το χαμόγελο του δράκου» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Διόπτρα. Μετά από τόσα βιβλία που έχει γράψει η συγγραφέας, μετά από τόσες επιτυχίες και θετικές κριτικές από το αναγνωστικό κοινό περιμένει ίσως κανείς πως κάθε νέο βιβλίο μπορεί να μην ανταποκριθεί στις προσδοκίες του. Στην περίπτωση αυτή όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Κάθε βιβλίο της Αλκυόνης Παπαδάκη είναι μια νέα έκπληξη. Πάντα έχει κάτι νέο να πει, μια ιστορία με νέα πρόσωπα, πρόσωπα της διπλανής πόρτας που λίγο-πολύ οι περισσότεροι αναγνωρίζουμε ως μοντέλα ανθρώπινα του χθες και του σήμερα. Σε αυτό το βιβλίο για μια ακόμη φορά οι άνθρωποι είναι άκρως αληθινοί, βγαλμένοι από την πραγματικότητα, σκιαγραφημένοι από τα λάθη, τις πράξεις, τις στεναχώριες, τις καταπιέσεις, τις επιλογές, τις προσδοκίες, τα όνειρά τους.

Τόπος όπου εκτυλίσσεται η νέα ιστορία είναι «Ένα μικρό χωριό κάπου στη νότια Κρήτη, χτισμένο κοντά στη θάλασσα. Το λένε Κρινοχώρι, γιατί στην αμμουδιά αυτής της θάλασσας φυτρώνουν την άνοιξη χιλιάδες μικρά πανέμορφα κρίνα. Η άμμος δεν αγαπά τα λουλούδια. Όμως σε κείνο το μέρος η φύση κάνει την υπέρβασή της. Ή, καλύτερα, το κέφι της. Σκορπάει ένα χαμόγελο του Θεού. Και τ’ αφήνει αδέσποτο, να πλανιέται δίπλα στα καταγάλανα νερά». Η πρώτη οπτικοακουστική εικόνα του παραθαλάσσιου μικρού χωριού είναι η απαραίτητη τοποθέτηση του αναγνώστη στο χώρο, μια εικόνα που μας μεταφέρει σε ένα σκηνικό ειδυλλιακό ενώ παράλληλα μας προϊδεάζει για τις δυσκολίες του αμμώδους εδάφους να βλαστήσει με μοναδική εξαίρεση τα κρίνα. Τα κρίνα συμβολίζουν την αγνότητα και την ανάσταση, την αναγέννηση, το νέο ξεκίνημα, την καρποφορία. Αυτή και η κεντρική ιδέα που πλανάται σε όλο το μυθιστόρημα: το νέο ξεκίνημα και το κατά πόσο είναι ο άνθρωπος έτοιμος να κάνει τις απαραίτητες επιλογές ώστε να το δοκιμάσει. Όσο κι αν το έδαφος είναι αμμώδες και συνεπώς μη κατάλληλο για τις ανθρώπινες αλλαγές, ο άνθρωπος μπορεί να καταφέρει να ανθίσει, να ανοίξει τα φτερά που «είναι κρυμμένα μέσα στην ψυχή» του και να πετάξει «στην ομορφιά».

Στο «Χαμόγελο του δράκου» τα κεντρικά πρόσωπα δεν μένουν σταθερά είτε επειδή κάποια από αυτά φεύγουν από τη ζωή είτε επειδή κάθε πρόσωπο επηρεάζει το επόμενο μέχρι να βγάλει ο αναγνώστης τα δικά του συμπεράσματα για τον καθένα. Τις σχέσεις εξάρτησης που από τη Δονατέλλα μετατίθεται στις κόρες της Κρινιώ και Κασσιανή ή Κάσσω όπως τη φώναζαν οι περισσότεροι και ιδιαίτερα στην Κάσσω. Από την Κάσσω η ίδια σχέση εξάρτησης μετατίθεται στη δική της κόρη τη Λενιώ. Κρίκοι που δένουν τα γυναικεία αυτά πρόσωπα και κυρίως της Δονατέλλας, της Κάσσως και της Λενιώς. Η επιβίωση είναι αυτή που έχει προτεραιότητα αρχικά και για τα τρία αυτά πρόσωπα ενώ στην πορεία βλέπουμε τη ζυγαριά της ζωής τους να βαραίνει περισσότερο στα θέλω και τις ανθρώπινες επιθυμίες τους σε τέτοιο βαθμό ώστε τα όρια, οι ηθικοί φραγμοί και οι οικογενειακοί δεσμοί να καταπατώνται.

Τα κοινωνικά στερεότυπα δεν λείπουν από το μυθιστόρημα. Οι τύποι υπογραμμίζονται με τον μοναδικό συγγραφικό λόγο της συγγραφέα. Η έννοια της αξιοπρέπειας σχηματίζεται με το πρόσωπο του Βάγιου. Ο Βάγιος «ήταν γύρω στα εξήντα, κτηματίας και κάτοχος ελαιουργείου. Άνθρωπος έντιμος, σοβαρός, θρησκευόμενος, είχε κερδίσει την εκτίμηση και τον σεβασμό όλης της περιοχής. Κυκλοφορούσε καθαρός, καλοντυμένος, με το γκρίζο μαλλάκι του, το γκρίζο μουστακάκι του κι εκείνο το ελαφρύ μειδίαμα καλοσύνης και ευγένειας που συνόδευε σχεδόν πάντα, την έκφραση του προσώπου του». Αυτή την αξιοπρέπεια εκμεταλλεύτηκαν η Δονατέλλα και η κόρη της Κάσσω με τον χειρότερο τρόπο. Είναι ίσως μια τραγική φιγούρα που μοιάζει να εθελοτυφλεί, μοιάζει να μην έχει τρόπο να αφουγκραστεί την σκληρή πραγματικότητα κρατώντας μόνο ό,τι θεωρεί συνετό και κοινωνικά αποδεκτό.

Άλλο επίσης κεντρικό πρόσωπο είναι η Λενιώ, η κόρη του Βάγιου και της Κάσσως. Η Λενιώ εν αγνοία της θα πέσει στην παγίδα που θα έχει σχεδιάσει η μητέρα της και ο φιλόδοξος εραστής της Πανάγος. Η Λενιώ είναι επίσης τραγικό πρόσωπο αφού αγνοεί ό,τι έχουν σχεδιάσει για εκείνην. Η Λενιώ μοιάζει με τους ονειροπόλους της ζωής, εκείνους που θέλουν να ζήσουν μα φοβούνται ή δεν τολμούν. Η Λενιώ θα μάθει πως «το “σ’ αγαπώ” δεν είναι λέξη. Δεν έχει γράμματα. Είναι η ανάσα του Θεού που γλυκαίνει τις ψυχές μας και τους δίνει δύναμη». Η αγάπη είναι ένα πουλί στο ζωγραφικό έργο-δώρο της κυρίας Έλενας- που η Λενιώ θα τοποθετήσει πάνω από το προσκεφάλι του κρεβατιού της αντικαθιστώντας την εικόνα της Παναγίας και προκαλώντας την οργή της Κάσσως. Η Λενιώ πάντα ασχολούνταν με τη ζωγραφική και η σχέση της με την κυρία Έλενα θα της μάθει τη γλώσσα του συμβολισμού στην τέχνη.

Στο τέλος του βιβλίου κάθε πρόσωπο έρχεται αντιμέτωπο με τις συνέπειες των επιλογών του, είτε αυτές ήταν εκούσιες είτε ακούσιες. Η Λενιώ μένει μόνη χωρίς να γνωρίζει την αλήθεια και έχοντας σχηματίσει κάποιες υποψίες μόνο. Η μόνη της σταθερά, η μόνη της παρηγοριά και δύναμη είναι η τέχνη της ζωγραφικής. Η ζωγραφική είναι αυτή που θα την ελευθερώσει από το δράκο που ένιωθε για πολλά χρόνια να παραμονεύει μέχρι να τον εξημερώσει και να ζωγραφίσει «το χαμόγελο του δράκου». Έτσι η τέχνη θα εξαγνίσει την ψυχή της για το μεγάλο πέρασμά της, τη μεταμόρφωσή της από Λενιώ σε… Έλενα, τον άνθρωπο που πάντα αγαπούσε και θαύμαζε, τον άνθρωπο που μοιράστηκε μαζί του «το τελευταίο αστέρι της Μεγάλης Άρκτου» ώστε «τα σύννεφα, από τον ουρανό κι από τη ζωή μας, να είναι πάντα περαστικά».

 

Info

Αλκυόνη Παπαδάκη

«Το χαμόγελο του δράκου»

Εκδόσεις διόπτρα

Α΄ έκδοση: Οκτώβριος 2018


Γράφει η Βασιλική Ρούσκα.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤο Μονόγραμμα, Οδυσσέας Ελύτης
Επόμενο άρθροΆγραφη γραφή, Νάνος Βαλαωρίτης
Γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Θεολογία στο Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ακολούθησαν μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο τμήμα με ειδίκευση στην Οικουμενική Θεολογία και σήμερα συνεχίζει με διδακτορικές σπουδές στη Δογματική και πιο ειδικά στην Αισθητική Θεολογία. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της έγραφε πολλά και διάφορα και έλεγε πως θα γίνει συγγραφέας. Ποιήματά της έχουν διακριθεί και δημοσιευθεί σε συλλογικούς ποιητικούς τόμους. Γράφει στα ηλεκτρονικά περιοδικά «Πεμπτουσία» και «City Culture» και οι δημοσιεύσεις της έχουν ξεπεράσει τις εκατό σε αριθμό. Έχει παρακολουθήσει πολλά επιμορφωτικά σεμινάρια τέχνης αφού τα κείμενα και οι σπουδές της ασχολούνται κυρίως με την τέχνη και τον πολιτισμό. Έχει δουλέψει με ΑμεΑ και σε εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά. Αγαπημένος της προορισμός η Μήλος!