Ο ύπνος που μετά από πολύ καιρό αϋπνίας κοιμήθηκε ήταν αλλόκοτα ήρεμος, χωρίς όνειρα, βαθύς, με κάποιες διακοπές από σκληρές ανάσες που τάραζαν το γύρω περιβάλλον και κυρίως εκείνον, τον συγκάτοικο και σύντροφο του. Ξύπνησε νωρίς το πρωί και ένιωθε γεμάτος ενέργεια να αδράξει τη μέρα, πιστεύοντας βαθιά ότι έχει ξεπεράσει τα τέρατα της κατάθλιψης και ενός υφέρποντος πένθους για τους δικούς του, που λίγες μέρες πριν (2 ή 3 μήνες) είχε μάθει ότι είχαν χαθεί μια για πάντα στην πολεμική αναμπουμπούλα της πατρίδας. Έβαλε να πιει καφέ από αυτόν που είχε ετοιμάσει ο Κ λίγο πριν φύγει για δουλειά, ενώ όπως πάντα βρήκε κολλημένο στο ψυγείο ένα από τα γλυκά του σημειώματα καλημέρας, στα οποία συνήθως τον παρακαλούσε να μην ξεχάσει να κάνει κάποια αγγαρεία και, κυρίως, να χαμογελά.
(δεν είναι κάπως όμορφα τετριμμένη μια τέτοια καθημερινότητα;, αναρωτήθηκε ο Λ και αμέσως γεννήθηκε ένα καινούριο χαμόγελο στο χείλι του ή ένα χαμόγελο που είχε ξεχάσει, κι έπειτα αποφάσισε ότι το τετριμμένο ή το συνηθισμένο δεν έχει αναγκαστικά τίποτα κακό, ακόμα και η ρουτίνα κρύβει μέσα της απέραντη ομορφιά, αν είναι όμορφες οι ρίζες της. Τι άχαρος που είναι ο κόσμος της βολής, συμπλήρωσε και επέκτεινε την απόφαση του στο να προσπαθήσει να απεκδυθεί της ευθύνης να συνεχίζει αενάως έναν διαρκή αγώνα να ξεχωρίσει από τους άλλους ή να επιδεικνύει με κάποιον – ξεχωριστό ιδανικά – τρόπο τη μοναδικότητα του, ανέλπιστα βέβαιος ότι αυτό ήταν το πρώτο βήμα για να συμφιλιωθεί με την τελευταία)
Φύλαξε για το σαλόνι την τελευταία γουλιά καφέ, την οποία ήθελε να την ξοδέψει μετά από την εκπλήρωση της υπόσχεσης που είχε δώσει στον εαυτό του. Κάθισε στον αγαπημένο του πορτοκαλί καναπέ κι άνοιξε τον υπολογιστή του, αφού πρώτα τον τοποθέτησε προσεκτικά (σχολαστικά και μίζερα θα έλεγε κανείς) στα πόδια του (στην αγκαλιά του). Σχεδόν αμέσως μια ηλεκτρονική φωνή τον ενημέρωσε για την ύπαρξη ενός σωρού ηλεκτρονικών μηνυμάτων, πιστή στην τεχνοκρατική της νοημοσύνη. Και τι μου το λες, έκανε μέσα του ο Λ σχεδόν παιχνιδιάρικα, προσπαθώντας να καλύψει τις τύψεις που αισθανόταν για το μεγάλο χρονικό διάστημα που είχε αφήσει αυτά τα μηνύματα αναπάντητα. Μόλις τώρα, ωστόσο, ένιωσε έτοιμος, μόλις τώρα ένιωσε ότι είναι ικανός να παράσχει βοήθεια.
Τα μηνύματα ήταν από την πατρίδα. Όλα από το ίδιο πρόσωπο. Όλα με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα έρθει απόκριση, ακόμα κι αν δεν είναι η επιθυμητή. Όταν βρίσκεσαι σε απελπισία, ακόμα κι ένα ίχνος επικοινωνίας αρκεί για να αγαλλιάσει η καρδιά. Ο Λ αισθάνθηκε διπλά άσχημα αναλογιζόμενος την τελευταία σκέψη κι έφερε στο νου του πολύ πιο απλές καταστάσεις στις οποίες εφαρμόζεται, όπως έναν ματαιωμένο έρωτα που πιάνεται από αόρατες κλωστές ανίκανες να σηκώσουν το βάρος της απώλειας. Έτσι, έβαλε όλη του την μαστοριά (που δεν ήταν άπλετη δυστυχώς) στη σύνταξη μιας ικανοποιητικής απάντησης, τόσο για το ένα μέρος όσο και για το άλλο. Στο κάτω κάτω…
«… απολογούμαι για την καθυστερημένη απάντηση, όμως (στο όμως πάντα υπάρχει μια δικαιολογία, καλή ή κακή, δίχως πάντα να είναι απαραίτητη η παράθεση της ή η απόδειξη του άλλοθι) προσπαθούσα να σκεφτώ τρόπους για να βοηθήσω (ήθελε να πει: προσπαθούσα να διαφύγω από τους προσωπικούς μου δαίμονες, που ακόμα με σκύβουν πάνω από τους ώμους μου και εισβάλλουν στην καθημερινότητα μου) και, αλήθεια, δεν μπορούσα να βρω, όμως τώρα, αν δεν έχω αργήσει πολύ, θα ήθελα να με φέρεις σε επαφή με τον Χ, ξέρω ότι είναι κάπου στη χώρα, μπορώ να τον φέρω κοντά μου, να τον φιλοξενήσω, να του δώσω νέα ζωή. Θα ήθελα να εξιλεωθώ στα μάτια σας, σε παρακαλώ, αγαπημένη μου θεία, πες μου πώς αλλιώς μπορώ να βοηθήσω. Είμαι κοντά σας όσο ποτέ πριν. Με αγάπη. Λ.»
Γεννήθηκε το 1992 στην Πτολεμαΐδα. Σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στην Θεσσαλονίκη, όπου και συνεχίζει τις σπουδές του ως υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής στο ερευνητικό πεδίο της Ιατρικής Πληροφορικής. Γράφει ενεργά τα τελευταία 12 χρόνια ως αποτέλεσμα της συνεχούς ενασχόλησης του με τη λογοτεχνία, την ποίηση και την φιλοσοφία. Αγαπάει ό,τι έχει να κάνει με τέχνη και κυρίως με τον γραπτό λόγο. Αντιπαθεί τη μετριότητα και το ίδιο. Αγαπάει τον «Άλλο» κι ό, τι συνεπάγεται η παρουσία του. Αγαπάει τον κόσμο και τη δυναμική του να πλάθει νησίδες ομορφιάς. Ενθουσιάζεται με την παραδοξότητα της ύπαρξης και τη μεταβολική της ροή.
Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι το ποιητικό στοιχείο, σε μια προσπάθεια προσέγγισης της μορφικής πληρότητας του πεζού από τη μία και νοηματικής πληρότητας της ποίησης από την άλλη. Επίσης, τα κείμενα του είναι εμποτισμένα με προβληματισμούς πολιτικής και υπαρξιακής φύσης, ενώ χαρακτηριστική είναι η σχεδόν μόνιμη επιλογή του να απουσιάζουν ονόματα και εξαντλητικές περιγραφές χωροχρονικών πλαισίων (το αντίθετο μάλλον ισχύει). Ο σκοπός της δραστηριότητας του έχει παραμείνει ίδιος με το πέρασμα του χρόνου: να συμβάλλει με κάποιον τρόπο στην τέχνη του λόγου και της ποίησης, αλλά και στην κοινωνική ζύμωση με την αποτύπωση προβληματισμών και ζητημάτων που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο και με τον επιτονισμό της αναγκαιότητας για ανεύρεση νέων κινήτρων ενατένισης του μέλλοντος και επανεπινόησης του δημόσιου χώρου.