Ι

Με πέντε λέξεις
θα κόψω τον ασβεστωμένο τοίχο,

ομφαλός
πορφύρες
σεντεφένια
αγριοπούλια
ίριδα

ό,τι πέτρωσε να βγει
στον αέρα τον ζεστό
και να ρουφήξει τη νύχτα
σαν να ‘ναι βυσσινάδα.
Λεπτολόγο το φεγγάρι
κεντά μ’ ασημόχρωμα
τις χορδές του βιολιού
της φαντασίας.

 

 

 

 

ΙΙ

Τα μάτια μου ξεχύθηκαν
κάτω από ολάνοιχτες εικόνες.
Συνεστραμμένος χρόνος
που αφαιρούσε το αχνόθωρο
με την υφή της πορσελάνης,
τα σπλάχνα της γης φτερώνανε
σε κάθε πάτημά μου
και βγαίναν αναμαλλιάρικα
τα κόκκινα λουλούδια,
μια μπουκαμβίλια ζωηρή
και γιασεμί αφύλακτο, παιχνίδιζε
η ανάσα του με φόντο το γαλάζιο.
Κορφολογούσα τις λιαχτίδες
και γέμιζε το βλέμμα στα τριαντάφυλλα,
στα χόρτα και στις σταφυλιές.
Τρεις γλάροι έγραφαν πρόγευση του Βορρά,
ένα αστέρι όλο αλμύρα
με φώτιζε να λατρέψω τις ατέλειες
κι οι λεμονιές μου ξύσανε,
μέσα από βάτα χρυσαφιά,
την άκρη από τα χείλη.
Στο βάθος της βροχής τ’ αρώματα
φορούσαν τρυφερότητα.
Μύριες οι λεπτομέρειες που μύρωναν
τον κόσμο.
Και μια θάλασσα έπαιρνε το σχήμα μας.
Αν ο ουρανός ήταν καθρέφτης,
στην κάθε απλότητα, αχτιδοβόλα,
το χρώμα της αρμονίας έπινα.
Μα ό,τι αντίκρυσα ησύχασε βουβά,
σαν άσκηση των σκιών αρχιπέλαγα,
σε αργυρές του φεγγαριού πνοές.

 

 

III

Έχω κάτι ρόδα μικρά,
ανοίγουν σχεδόν νερένια
με τα κόκκινα χείλη τους,
πηδούν τις γέφυρες
και φτάνουν στο φεγγάρι,
άλικα μάτια, σπάζουν τις πέτρες,
ακολουθεί ακαταμάχητος φεγγαροπόλεμος,
σκίζονται οι χλωμές δαντέλες
κι απ’ το σώμα της κερασιάς
πέφτουν επίμονα υφασμένα ρυάκια,
συνοφρυώνονται τα σύννεφα,
βαρέθηκαν τις μαργαρίτες
κι αρχίζουν κι ανασαίνουν τα μαύρα άστρα,
μην πατάς την ουρά μου,
κρύβω εκεί μέσα μικρά κοχύλια,
έλα να ονειρευτούμε ένα νησί
όπου δεν θα χρειαζόμαστε κουπιά,
θα γράφουμε τα νεύρα μας στην άμμο
και θα γίνονται ιβίσκοι και φύλλα δυόσμου,
τα δέντρα θ΄ αγαπάνε τα χέρια μας κλαδιά
και στο λαιμό μας θα πυρώνουν
αντίλαλοι από νερό καθάριο,
ζουμερά φρούτα θα χαρακώνονται
στις γεύσεις μας
κι όπου γλιστρά ο ήλιος
θα γλυκοχαράζει στις φλέβες μας
ζάχαρη και λεμόνι.
Πάτα να δεις.
Είναι μαλακό νησί, σαν αφράτο
παιδικό ζαχαρωτό.
Τα κοράλλια κάνουν τον ουρανό
ν΄ αλλάζει.
Κι ακούγονται μέσα του φορτωμένα
του χρόνου τα μετάξια.
Σαν χάδια διαβαίνουνε τη νύχτα,
οι φωτεινοί πυκνοί μας τόποι.


 

Μίνα Πατρινού γεννήθηκε στην Αθήνα. Πέρασε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια στο Βόλο και αρκετά καλοκαίρια της στη Σάμο.

Έχει πτυχίο Βιβλιοθηκονομίας & Συστημάτων Πληροφόρησης και μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης από το διατμηματικό πρόγραμμα «Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Τουρισμού και Πολιτισμού» των τμημάτων Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Εργάζεται στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στο Βόλο.
Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή: “άηχει ηχεί” (2023)
Κείμενά της κυκλοφορούν σε συλλογικές εκδόσεις, σε σελίδες του διαδικτύου και λογοτεχνικά περιοδικά. Διατηρεί το ιστολόγιο: www.lexoforemata.com

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροAγαπώ Άρα Κινδυνεύω, Μάρκος Μέσκος
Επόμενο άρθροΤο Σώμα
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017. Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ. Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό. Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια... Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων. Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία… Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή… Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.