Το τελευταίο διάστημα οι πίνακες του Edward Hopper «παίζουν» πολύ. Οι πίνακες του με κυρίαρχη την απεικόνιση της απομόνωσης και της μοναξιάς, ταίριαξαν απόλυτα στην καθημερινότητα της καραντίνας. Στο μυαλό μας έχουμε γίνει ήρωες έργων τέχνης και η αλήθεια είναι πως οι πίνακες του Χόπερ μας «καδράρουν» άψογα.

Αυτοπροσωπογραφία, Edward Hopper, 1925-1930

O Edward Hopper (1882-1967) θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του νέο- ρεαλισμού στην Αμερική κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Γεννήθηκε στην επαρχιακή πόλη, Νιαρκ, αλλά το 1900 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Νέα Υόρκη. Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια τον τραβούσε ο κόσμος της ζωγραφικής, που ωστόσο, οι γονείς του περιφρονούσαν και ήθελα το παιδί τους να εξασφαλιστεί επαγγελματικά. Κάπως έτσι ξεκίνησε τις σπουδές του πάνω στην εικονογράφηση που στον πρώτο κιόλας χρόνο παράτησε για να ασχοληθεί με αυτό που αγαπούσε: τη ζωγραφική.

Nighthawks, Edward Hopper, 1942

Στο διάστημα από το 1906- 1909 ταξιδεύει στην Ευρώπη. Τα ταξίδια αυτά σημάδεψαν ανεξίτηλα τον Χόπερ που είδε στην Ευρώπη το αντίθετο της «ωμής» και «σκληρής» Αμερικής. Μια ήπειρο που η επικοινωνία έμενε ζωντανή, οι άνθρωποι αγαπούσαν τη ζωή και οι δρόμοι της πάλλονταν από την κίνηση. Η πατρίδα του είναι άψυχη, στερείται επικοινωνίας και κινείται στο δίπολο φωτός-σκότους. Αυτή την πατρίδα σκιαγραφούν και οι πίνακες του. Η μοναχικότητα, η σιωπή, η βωβή συνύπαρξη σε μια σκιασμένη ατμόσφαιρα που φωτίζεται, κατακλύζουν τους πίνακες του καλλιτέχνη. Με κύρια θεματική την άψυχη μεγαλούπολη που απλά υπάρχει και κινείται στατικά και για καθαρά λειτουργικούς λόγους, ο Χόπερ κατάφερε σύμφωνα με πολλούς να σφραγίσει ζωγραφικά την ταυτότητα της Αμερικής, με τόσο καταφανή τρόπο και με μόνο όπλο τους τοίχους, τους ανθρώπους, το φως και τη σκιά.

Chop Suey, Edward Hopper, 1929

Ωστόσο, στις ψυχρές αποτυπώσεις εσωτερικών χώρων, τοίχων, δρόμων, μοτέλ, βενζινάδικων ξεχωρίζουν οι λουσμένες με φως και επενδυμένες με μυστήριο οι ανθρώπινες μορφές και ιδιαίτερα οι γυναικείες. Μέσα στις μοναχικές ολιγοπρόσωπες συναντήσεις σε καφετέριες, σε «θλιμμένα» δωμάτια και γραφεία, ο πέπλος μυστηρίου που επενδύει τις γυναίκες πρωταγωνίστριες δίνει ζωή στους πίνακες του Έντουαρντ Χόπερ. Οι πρωταγωνιστές ακτινοβολούν τη εσωτερική συναισθηματική τους διέγερση και συγκινούν το θεατή. Μέσα στο στεγνό, βιομηχανικό τρόπο ζωής της Αμερικής του Μεσοπολέμου, αναδύεται ο άνθρωπος που έχει πληγεί, έχει χάσει την επικοινωνιακή του δεξιότητα, έχει βυθιστεί στον πόνο του και μελαγχολεί. Όλοι τον βλέπουμε να καταρρέει, να σπάζει και μέσα στην όλη μελαγχολική του διάθεση, τον χτυπά το φως του κορυφαίου νέο-ρεαλιστή ζωγράφου που σκιαγράφησε το σύγχρονο του κόσμο όπως τον έβλεπε: σκοτεινό, μουντό με φωτισμένες μορφές χαμένες στη μοναξιά τους.

Morning Sun, Edward Hopper, 1952

Το κείμενο αυτό είναι μια επιδερμική προσέγγιση στο έργο του Χόπερ που εστιάζει μάλλον σε στοιχεία με τα οποία βρίσκουμε κάποια ταύτιση σήμερα. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης, και το έργο του έχουν σχολιαστεί και έχουν κατηγοριοποιηθεί από τους τεχνοκριτικούς μέχρι εξαντλήσεως. Στέκομαι απλά στην πτυχή του έργου ενός ανθρώπου που είχε προβλέψει πως η κυριαρχία της μοναξιάς δεν είναι απλά σημείο των καιρών του. Μετέωροι στεκόμαστε κι εμείς σήμερα σε ένα κόσμο βιομηχανοποιημένο που μας πνίγει. Ελπίζω κάποια μέρα να βρούμε άλλους ήρωες να ταυτιστούμε και τους ήρωες του Χόπερ απλά να τους θαυμάζουμε, με όλες τις σημασίες του ρήματος.


 

Γράφει η Ζωή Αμοιρίδου.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤύποι ήλων, Αργύρης Χιόνης
Επόμενο άρθροΜεταμορφώσεις, Χάρης Βλαβιανός
Γεννήθηκε το 1999 στην Κέρκυρα, όπου και μεγάλωσε, ενώ από το 2017 μένει στη Θεσσαλονίκη όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Θέλει να γίνει ιστορικός τέχνης γιατί η τέχνη τη συγκινεί όσο τίποτα. Συμμετέχει εθελοντικά στο φεστιβάλ κινηματογράφου, στην ArtThessaloniki και στο OpenHouse. Τριγυρνά σε μουσεία και γκαλερί. Αγαπά τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο ,τη λογοτεχνία και όποτε της έρθει γράφει και κανένα ποίημα. Της αρέσουν τα ταξίδια, οι βόλτες με φίλους, οι καφέδες σε τζαζ ρυθμούς και τα κρασιά με υπόκρουση Μάλαμα. Θέλει να συζητά, να γνωρίζει ανθρώπους που θαυμάζει, να κερδίζει γνώσεις. Κλαίει, όσο γελά. Πάρα πολύ. Η στήλη της VitArt, είναι η προσπάθεια της να μιλήσει περί Τέχνης, για τα περί της Ζωής. Κάποτε σε πεζό λόγο, κάποτε σε ποιητικό.