Κάποιες φορές, σὰ βράδιαζεν ἀργὰ στὴν κάμαρά μας,
τ’ ὠχρὸ κεφάλι γέρνοντας στὴν ἀγκαλιά μου ἀπάνω
καὶ μὲ θλιμμένο ἀνάβλεμμα στυλὰ κοιτάζοντάς με,
«θὰ μὲ ξεχάσεις;» ρώταγες «καλέ μου, σὰν πεθάνω;»
Δὲ σ’ ἀπαντοῦσα. Τὴ φωνὴ τὴν πνίγαν οἱ λυγμοί μου,
κι’ ἕσφιγγα μὲ παροξυσμὸ τ’ ἀδύνατο κορμί σου,
σὰ νά ‘ θελᾳ μὲς στὴ ζωὴ νὰ σὲ κρατήσω ἐνάντια
στὸ Χάρο, γιά, ἂν δὲν μπόραγα, νὰ πήγαινα μαζί σου.
Γιατ᾿ ἤσουν ὅλη μου ἡ ζωή, χαρά της καὶ σκοπός της,
κι’ ὅσο κι’ ἂν ἐστρεφόμουνα πίσω στὰ περασμένα
δὲν ἔβλεπα, δὲν ἔνιωθα κοντά μου ἄλλη ἀπὸ σένα.
Μοῦ φαίνονταν ἀδύνατο δίχως ἐσὲ νὰ ζήσω.
Καὶ τώρα ποὺ μὲ ἄφησες, μὲ φρίκη ἀναλογιέμαι
τὸ θάνατό σου, ἀγάπη μου, πὼς πάω νὰ συνηθίσω.
Η Μελπομένη είναι νομικός. Αγαπάει το φθινόπωρο, τα βιβλιοπωλεία, την τηλεόραση. Πιστεύει πως οι μέρες πληθαίνουν με την αφή, την πίστη και τον άνθρωπο. Το Ολόγραμμα φιλοξενεί τις συλλογές και τις διαθέσεις της. Γεννήθηκε το ‘94, έμαθε να διαβάζει με λεξικό και να γράφει. Σκέψεις της συνοδεύουν τις φωτογραφίες σας.