(Π) – ΟΥΡΛΙΑΧΤΟ
Η ποίηση δεν είναι μια μέρα. Ούτε ένας μήνας. Αγνοεί τις καταχωρήσεις, τις τοποθετήσεις και την επισημότητα του χρόνου. Δεν είναι οίηση. Έχει ένα Π μπροστά. Κεφαλαίο ή πεζό, αναλόγως της ταπεινότητας. Για να μην την πιάνει το μάτι.
Δεν συμμετέχει σε πανηγύρια, ρωμαϊκές φιέστες, λαϊκές αγορές, συνέδρια. Δεν γιορτάζει τα ρούχα της σε εκδηλώσεις και φεστιβάλ. Είναι γυμνή. Άοπλη. Δεν αγοράζεται και δεν πουλιέται, ” στα σκλαβοπάζαρα της γης”.
Δεν κρύβεται σε γωνίες, ανταλάσσοντας τυφλά σκονάκια αναγνώρισης, παλαιών καλών καιρών. Δεν έχει οίστρο, κέρδος, φιλοδοξίες, ανάγκες. Έχει ρωγμές, τραύματα, γάζες. Δεν την ενδιαφέρουν τα είδη, οι κατηγοριοποιήσεις, οι κατατάξεις, οι ετυμηγορίες των ενόρκων. Δεν κρατά σημειώσεις, παρεμβαίνοντας, για το κοινό καλό. Δεν πασχίζει να επωφεληθεί, δεν αποσκοπεί να κερδίσει. Είναι ήδη χαμένη από πριν και το ξέρει. Δεν πανηγυρίζει τις ήττες της με ουίσκι, στα κέντρα Πολιτισμού, καπνίζοντας την πίπα της ειρήνης. Δεν έχει ειρήνη. Πλένει τα δόντια της με συρματόσχοινο. Δεν διαπραγματεύεται ρόλους, όρους, προυποθέσεις ασφαλείας. Είναι τυφλός πυροβολισμός στον αέρα. Προειδοποίηση. Σημάδι κινδύνου, συναγερμός. Δεν λέει ευχαριστώ. Δεν είναι ποτέ σίγουρη. Έχει αμφιβολίες. Δεν προσπαθεί να επιβάλει τις απόψεις της, να ανταποκριθεί σε καθήκοντα, δεν ξέρει. Νομίζει ότι κάνει λάθος. Δεν έχει δίκιο. Δεν χαμογελά αντικειμενικά στον φακό της φρίκης. Δεν έχει κείμενα, υποκείμενα, αντικείμενα, με αριθμό προιόντος. Δεν αναπτύσσει θεωρίες που δεν μπορεί να υποστηρίξει. Δεν μιλά εκ του ασφαλούς: είναι η ίδια ανασφαλής και αβέβαιη. Δεν παρατάσσεται. Τρέμει. Κάθεται εκεί, σιωπηλή, με κατεβασμένα από την σκόνη μάτια, στα πεζοδρόμια του κόσμου. Και ζητιανεύει το φως. Καμιά φορά κλαίει. Για κείνο το σκουπιδάκι στα μάτια που δεν φεύγει ποτέ.
Και αν τύχει και θυμώσει πολύ ουρλιάζει, με την οργή και την μανία όλων των Θεών.
Για την άδοξη βασιλεία της.
Τότε να την φοβάστε.
Να την φοβάστε, πραγματικά.
Σ.Σ.
ΥΓ. Όπου και να σας βρίσκει το κακό, μνημονεύετε Αρθούρο Ρεμπώ και μνημονεύετε Κατερίνα Γώγου.
Η ΜΟΝΑΞΙΑ
Η μοναξιά
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών καλών καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοιδίσο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι – Αγ. Βαρβάρα – Κοκκινιά
Τούμπα – Σταυρούπολη – Καλαμαριά
Κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ΄ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γής – εδώ κοντά είναι η Κοτζιά-
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για την δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει, γυρίζει, γυρίζει
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ
Ιδιώνυμο
Καστανιώτης, 1980
*Φωτό: Μέδουσα στο Λουτράκι

Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.