Ισιδώρα Ντάνκαν: Σαν ξυπόλυτη Θεά στο σύμπαν του χορού με ένα φουλάρι στο λαιμό

Χόρεψε με πόδι γυμνό τα βήματα που έβγαιναν από τα βάθη της ψυχής της υπό τους ήχους του Σοπέν και του Μπετόβεν. Ένα κομμάτι μάρμαρο που πάλλεται από αιωνιότητα, σύμφωνα με τον θαυμαστή της Μπουρντέλ, πρωτοστάτησε, δημιούργησε ένα νέο είδος χορού, λάτρεψε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και έζησε μια ζωή βγαλμένη από αρχαία τραγωδία.

Η Άντζελα Ισιδώρα Ντάνκαν γεννήθηκε στις 27 Μαΐου του 1877 στο Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνιας. Παιδί χωρισμένων γονιών, μεγάλωσε με τη μητέρα της και τα δύο της αδέλφια στο Λονδίνο. Έμαθε από νωρίς την σκληρή πλευρά της ζωής. Έπρεπε να δουλέψει από μικρή, δεν είχε ενίοτε παπούτσια να φορέσει, όμως μορφώθηκε και μπόρεσε να ακολουθήσει τον δρόμο της τέχνης χωρίς φόβο, μόνο με πάθος, συστατικό που έβαζε σε κάθε έκφανση της ζωής της.

Το ταλέντο της στο χορό έμφυτο, φάνηκε από τα πρώτα χρόνια της ζωής της, εκεί που μάζευε τα γειτονόπουλα για να τα διδάξει τις position του μπαλέτου. Κι όμως η αυστηρή τεχνική του δεν της ταίριαξε ποτέ. Πέταξε τα παπουτσάκια του χορού, έβγαλε τις παρωπίδες του συντηρητισμού από πάνω της, έφυγε από όλα τα στεγανά και την αυστηρή τεχνική και χόρεψε ελεύθερα, φέρνοντας στο προσκήνιο τον μοντέρνο χορό.

Αγάπησε και επηρεάστηκε βαθιά από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την ορχηστρική τέχνη. Σπούδασε αρχαία ελληνική μυθολογία και αρχιτεκτονική, ντύθηκε σαν Ελληνίδα θεά και υιοθέτησε κινήσεις αρχαιοελληνικού χορού. Χόρεψε στη σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου, μετέπειτα Εθνικού, στην Ελλάδα και φωτογραφήθηκε στην Ακρόπολη σαν μια σύγχρονη Καρυάτιδα από τον φωτογραφικό φακό του Έντουαρτ Γιαν Στέιχεν.

Μάλιστα λέγεται ότι ο Στέιχεν ήθελε να κινηματογραφήσει την χορεύτρια αλλά εκείνη τελικά αρνήθηκε με αποτέλεσμα να μην έχουμε ντοκουμέντο της εν ώρα δράσης στην Ακρόπολη, παρά μόνο εμπνευσμένες φωτογραφίες. Επίσης χόρεψε στις Δελφικές Εορτές του ζεύγους Σικελιανού – Πάλμερ και ίδρυσε το Σπίτι του χορού στον Βύρωνα.

Δήλωνε φεμινίστρια και υπέρμαχος του ελεύθερου έρωτα. Απέκτησε δύο παιδία, μια κόρη με τον θεατρολόγο Έντουαρτ Γκόρντον Κραιγκ και έναν γιό, καρπό του έρωτά της με τον Πάρις Σίνγκερ. Αγάπησε και αγαπήθηκε πολύ, όμως οι μοίρες είχανε πλέξει μαύρο υφαντό για εκείνη και σύντομα η ζωή θα της έδειχνε το πιο σκληρό της πρόσωπο.

Το 1913 τα δυο παιδιά της συνοδευόμενα από την γκουβερνάντα τους επέβαιναν στο οικογενειακό τους αμάξι. Ο προσωπικός οδηγός της οικογένειας προκειμένου να αποφύγει ένα τρακάρισμα σταμάτησε απότομα και καθώς πήγε να βάλει μπρος τη μανιβέλα, ξέχασε να βάλει χειρόφρενο με αποτέλεσμα το αμάξι να πέσει στον ποταμό Σηκουάνα με τους επιβάτες να βρίσκουν τραγικό θάνατο.

Για να συνέλθει από την οδυνηρή απώλεια, κατέφυγε στην Κέρκυρα μακριά από όλους και απ’ όλα και ξεκίνησε μια σειρά περιοδειών ανά τον κόσμο, οι οποίες δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία.

Επτά χρόνια μετά την απώλεια των παιδιών της, το 1920, παντρεύεται τον κατά δεκαεπτά χρόνια νεότερό της, Ρώσο λυρικό ποιητή, Σεργκέι Γεσένιν, παρά τις ενστάσεις της για τον θεσμό του γάμου. Λόγω της επανάστασης των Μπολσεβίκων αλλά και της περιοδείας της στις ΗΠΑ ξεσηκώνονται αντιδράσεις εναντίον τους, χαρακτηρίζοντας τους ως και πράκτορες των Μπολσεβίκων. Μάλιστα σε μία παράστασή της θέλησε να παρουσιάσει τον σύζυγό της και καταξιωμένο ποιητή Γεσένιν αλλά το κοινό την αποδοκίμασε. Απογοητευμένη εγκαταλείπει ξανά την πατρίδα της. Εντωμεταξύ η πνευματική κατάσταση του Γεσένιν διαταράσσεται, γίνεται επιθετικός απέναντι στη Ντάνκαν, την εγκαταλείπει το 1923 και δύο χρόνια αργότερα βάζει τέλος στη ζωή του.

Μετά από μια σειρά τραγικών γεγονότων και έχοντας κλονιστεί συναισθηματικά, η καταξιωμένη χορεύτρια θα δώσει την τελευταία της παράσταση στο Παρίσι το 1927 και στη συνέχεια θα απομονωθεί στη Νίκαια της Γαλλίας. Μόνη επαγγελματική της πρόθεση να διδάξει χορό, ωστόσο το νήμα της ζωής της έμελλε να κοπεί τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, όταν το φουλάρι που φορούσε μπλέχτηκε στη ρόδα του αυτοκινήτου της, βρίσκοντας τραγικό θάνατο, σαν αυτούς στις αρχαίες τραγωδίες.

Η Ισιδώρα Ντάνκαν χόρεψε το μονοπάτι της ζωής της με τόλμη, πάθος και διορατικότητα. Μέσα από τις υπέρογκες δυσκολίες, που πολλές φορές φάνταζαν σαν άγρια θηρία έτοιμα να σε κατασπαράξουν στο πέρασμά τους, εκείνη δεν έπαψε ποτέ να κινείτε στο μονοπάτι που διάλεξε, στο μονοπάτι του σύγχρονου χορού, είδος που επινόησε και υπηρέτησε μέχρι το τέλος.

 

 

Η χειρότερη εποχή μιας θλίψης δεν είναι η αρχή, όταν το τράνταγμα του πόνου σου δίνει μια διέγερση, αλλά αργότερα όταν οι άνθρωποι λένε: «Ω, το ξεπέρασε» και βρεθείς σ’ ένα λεγόμενο ευχάριστο πάρτι, νιώθεις τον πόνο τότε σαν ένα παγωμένο χέρι που σου σφίγγει την καρδιά ή σε πιάνει απ’ το λαιμό με τις καυτερές δαγκάνες.

*Από το βιβλίο της Ιζαντόρα Ντάνκαν, Η ζωή μου.


 

*Γράφει η Δανάη Καλογερή.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθρο|Julio Cortazar
Γεννήθηκε ένα ανοιξιάτικο πρωινό του 2001 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στα Βόρεια Προάστεια απέναντι από ένα αθλητικό κέντρο μαζί με τους γονείς της , τη γιαγιά της και το σκύλο της, Φοίβο. Αποφοίτησε από Καλλιτεχνικό σχολείο και τον προηγούμενο Σεπτέμβριο ξεκίνησε να φοιτά στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών στην Αθήνα. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν φυσική εξέλιξη καθώς από τότε που θυμάται τον εαυτό της υποδυόταν ρόλους που έβλεπε σε ταινίες και σειρές και καθόταν άπειρες ώρες μπροστά από έναν καθρέφτη τραγουδώντας και χορεύοντας.