«Είμαι καλή, αλλά δεν είμαι άγγελος. Αμαρταίνω, αλλά δεν είμαι ο διάβολος. Είμαι απλά ένα μικρό κορίτσι σ’ έναν μεγάλο κόσμο, που ψάχνει να βρει κάποιον ν’ αγαπήσει».
Ίσως με τα παραπάνω λόγια να έκλεινε κάθε συζήτηση για την Μονρόε, καθώς αποκρυπτογραφούν τέλεια την ουσία της ύπαρξής της αλλά και της δυστυχίας της. Την αγάπη έψαχνε, σαν παιδί που ψάχνει την χαμένη κούκλα του. Μόνο που η εκείνη έψαχνε τα «παιχνίδια της» στα πιο λάθος σημεία, με αποτέλεσμα να μην τα βρει ποτέ.
Παρόλο που κατέκτησε το Χόλυγουντ, έγινε η μεγαλύτερη αστέρας όλων των εποχών και ακόμη και σήμερα την αναγνωρίζει κανείς ακούγοντας μόνο το μικρό της όνομα, εκείνη την αγάπη αναζητούσε, με το πρώτο χτύπημα της κλακέτας.
Η Νόρμα Τζιν Μόρτενσον γεννήθηκε την 1η Ιουνίου του 1926 στο Γενικό Νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Ήρθε στον κόσμο μόνη, απροστάτευτη, σαν σπουργίτι που αναζητά την αγκαλιά της μητέρας του. Από τη μία μεριά η πατρική φιγούρα, απούσα, από το πρώτο κιόλας δάκρυ. Ο πατέρας της, εγκατέλειψε την μητέρα της, λίγο πριν τη γέννησή της. Από την άλλη, η μητέρα της εργαζόταν ως μοντέρ στα RKO studios αλλά λόγω σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων έχασε την δουλειά της και μπήκε σε ψυχιατρική κλινική. Η Νόρμα Τζιν, στα εννιά της χρόνια, βρέθηκε σε ορφανοτροφείο και λίγο αργότερα σε μια ανάδοχη οικογένεια.
«Μα γιατί είμαι σε ορφανοτροφείο, δεν είμαι ορφανή», ίσως αυτά τα λόγια να ήταν το μεγαλύτερο παράπονό της και η πιο σκληρή αλήθεια της.
Ο γάμος, σαν παράθυρο με θέα την ελευθερία ανοίχτηκε μπροστά της πολύ νωρίς, μόλις στα δεκαέξι της χρόνια. Παντρεύεται τον τεχνίτη αεροσκαφών Τζέιμς Ντόχερτι και ο γάμος τους κρατάει πέντε χρόνια, χρόνια κομβικά για την καριέρα της. Eίχε ήδη ξεκινήσει να εργάζεται ως μοντέλο, είχε βάψει τα μαλλιά της ξανθά, που αποτέλεσαν σήμα κατατεθέν της αργότερα, και βάδιζε ολοταχώς για να γίνει από Νόρμα Τζιν, Μέριλιν Μονρόε.
Μέσα από τις φωτογραφίσεις και ούσα ακόμη μοντέλο, τραβάει τα βλέμματα και ο πρόεδρος της RKO studios της προτείνει ένα δοκιμαστικό, αλλά εκείνη καταφέρνει να υπογράψει «χρυσό» συμβόλαιο με την 20th Century Fox.
Χάρη σε αυτή την συμφωνία κάνει τις πρώτες της εμφανίσεις στη μεγάλη οθόνη, μέσα από μικρούς ρόλους, κλέβοντας τις εντυπώσεις. «The Shocking Miss Pilgrim», «Scudda Hoo! Scudda Hay!» και «Dangerous Years», είναι οι πρώτες ταινίες που εμφανίζεται. Ωστόσο μετά την τελευταία, η Fox αρνείται να της ανανεώσει το συμβόλαιο και η Μέριλιν επιστρέφει στο μόντελινγκ. Μόλις μερικούς μήνες αργότερα η Columbia Pictures την επιλέγει για τον ρόλο της Peggy Martin στην ταινία «Ladies of the Chorus» (1948). Ακολούθησε η ταινία «Love Happy» και ένα εξώφυλλο στο Playboy που εκτόξευσε την καριέρα της.
Χωρίς σταματημό, σαν άλογο κούρσας, συνεχίζει την κινηματογραφική της πορεία με τις ταινίες, «The Asphalt Jungle» και «All About Eve», όμως ένα τραγούδια για διαμάντια στην ταινία «Gentlemen’s Prefer Blondes», την κατατάσσει ανάμεσα στα άστρα και γίνεται σημάδι ανεξίτηλο στην ιστορία του κινηματογράφου.
Κάνει το κοινό να παραμιλά, να υποκλίνεται μπροστά της. Μαγνητίζει τα βλέμματα σε κάθε πέρασμά της, είναι η Μονρόε ηθοποιός και σύμβολο.
Κάπου εκεί ανάμεσα στη δόξα και τη θλίψη γνωρίζει και τον δεύτερο σύζυγό της, Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο έμεινε παντρεμένη εννέα μήνες. Τα σκηνικά ζήλιας αλλά και οι προσωπικότητές τους, σαν δύο παράλληλες γραμμές που δεν ήρθαν ποτέ σε επαφή, τους κάνει να τραβήξουν χωριστούς δρόμους νωρίς.
Όσον αφορά όμως την καριέρα της, είχε ανέβει σε πύραυλο και όδευε προς στους ουρανούς. Ώσπου η Fox διέκοψε τη συνεργασία μαζί της, λόγω της συνεχούς αργοπορίας της, κάτι το οποίο θα συνέβαινε και τα τελευταία χρόνια της ζωής της.
Ωστόσο επιστρέφει δυναμικά και αναπάντεχα, με έναν δραματικό ρόλο, στην ταινία «Bus Stop» και ένα χρόνο μετά παντρεύεται για τρίτη φορά, τον θεατρικό συγγραφέα, Άρθουρ Μίλερ.
«Το πιο ταιριαστό-αταίριαστο ζευγάρι του Χόλιγουντ». Ταξίδεψαν μαζί στην Αγγλία και η Μέριλιν γύρισε ταινίες, όπως το «Some like it hot» και το «Lets Make Love», ώσπου το 1961 έρχεται το διαζύγιο και αρχίζει, χωρίς να το καταλαβαίνει, να περπατάει σε κινούμενη άμμο.
Η ψυχική της υγεία κλονίζεται σταδιακά. Την ίδια χρονιά, του διαζυγίου από τον Μίλλερ, παίρνει εξιτήριο από την ψυχιατρική κλινική Πέν Γουίτνι, μετά από τέσσερις μέρες νοσηλείας, λόγω υπερβολικής δόσης υπνωτικών. Πλήθος δημοσιογράφων συρρέουν για να εξασφαλίσουν μια δήλωσή της. Φοράει το καλογυαλισμένο προσωπείο της και δηλώνει στην κάμερα ότι, νιώθει θαυμάσια. Στην πραγματικότητα την βασάνιζαν σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει.
Το 1962, η Fox την επιλέγει πρωταγωνίστρια στην ταινία «Something’s Got To Give». Η συνεχής αργοπορία της, αναγκάζει την εταιρεία να διακόψει την συνεργασία μαζί της. Όλα έδειχναν να καταρρέουν και δεν ήταν οφθαλμαπάτη αλλά σκληρή πραγματικότητα.
Μόνη, ανυπεράσπιστη και βαθιά θλιμμένη, συνάπτει σχέσεις με τους Κέννεντυ, παρακολουθείται στενά από ντεντέκτιβ, γίνεται πρώτη είδηση για τη σχέση της με τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, του τραγουδάει το πιο ερωτικό Happy Birthday και λίγους μήνες αργότερα βρίσκεται να κείτεται νεκρή στο δωμάτιο του σπιτιού της, γυμνή, πάνω στο κρεβάτι, χωρίς ίχνος λάμψης και σεξ απίλ.
Ο μύθος της έσβησε, το φως έκλεισε και μια αθεράπευτα δυστυχισμένη ψυχή πέρασε στην αιωνιότητα. Όχι ήσυχα και αθόρυβα, άλλωστε μια Μονρόε ποτέ δεν θα έφευγε έτσι. Τα σενάρια γύρω από το θάνατό της ακόμα και σήμερα απασχολούν πολλούς και συνεχώς πλάθονται νέα. Ήταν έγκλημα ή αυτοκτονία; Θελημένος ή μη θάνατος;
Ωστόσο αυτό που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι η Μέριλιν είχε πεθάνει πολύ πριν το τέλος της. Ίσως πριν γίνει αστέρι και παίξει στο Χόλιγουντ, πριν από τις φωτογραφίσεις και τον πρώτο της γάμο, Πριν γίνει η Μέριλιν, σαν Νόρμα Τζιν, σε εκείνη την άδεια αγκαλιά του νοσοκομείου, μαζί με το πρώτο κλάμα πέθανε και κάθε ίχνος ζωής από εκείνη, κάθε ιστός ευτυχίας.
Η Νόρμα Τζιν έγινε Μέριλιν, η Μότερσον, Μονρόε και η φήμη της υψώθηκε στους ουρανούς. Ακόμα και σήμερα αποτελεί στοιχείο της ποπ κουλτούρας, το πρόσωπό της διαφένεται σε πληθώρα ενδυμάτων, αξεσουάρ και αφισών. Οι ταινίες και τα βιβλία γύρω από τη ζωή της και το μυστήριο του θανάτου της βρίθουν, κι όμως κάποια πράγματα τείνουν να μένουν ανεξιχνίαστα και θολά. Ίσως γιατί όταν μιλάμε για την Μονρόε το ερωτηματικό να είναι δεδομένο και το προσωπείο έτοιμο να φορεθεί, στο πρώτο χτύπημα της κλακέτας.
*Γράφει η Δανάη Καλογερή.
Γεννήθηκε ένα ανοιξιάτικο πρωινό του 2001 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στα Βόρεια Προάστεια απέναντι από ένα αθλητικό κέντρο μαζί με τους γονείς της , τη γιαγιά της και το σκύλο της, Φοίβο. Αποφοίτησε από Καλλιτεχνικό σχολείο και τον προηγούμενο Σεπτέμβριο ξεκίνησε να φοιτά στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών στην Αθήνα. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν φυσική εξέλιξη καθώς από τότε που θυμάται τον εαυτό της υποδυόταν ρόλους που έβλεπε σε ταινίες και σειρές και καθόταν άπειρες ώρες μπροστά από έναν καθρέφτη τραγουδώντας και χορεύοντας.