«Πίσω από το φως που αναβοσβήνει»
Ένα προσωπικό κείμενο για την επιθετική οδήγηση, τη μνήμη και την ανθρώπινη ευθύνη που κρατάμε στα χέρια μας.
Στον δρόμο που διασχίζουμε καθημερινά κρύβονται ιστορίες — αθέατες, αλλά φορτισμένες με μνήμη και συναίσθημα. Η οδήγηση δεν είναι απλώς μια πράξη μετακίνησης· είναι μια μικρή ζωή, γεμάτη ένταση, φόβο, θυμό αλλά και ευθύνη.
Σε αυτό το προσωπικό κείμενο, μια είδηση για ένα τροχαίο, μια παλιά απώλεια και το αίσθημα της επιθετικότητας στο τιμόνι συνυφαίνονται για να μας θυμίσουν πως κάθε επιλογή στον δρόμο είναι και μια επιλογή ζωής — για μας και για τους γύρω μας.
Η οδήγηση δεν είναι απλώς μια καθημερινή πράξη μετακίνησης. Είναι ένας καθρέφτης του εαυτού μας, ένας τόπος όπου η ψυχολογία, οι φόβοι και η επιθετικότητά μας βρίσκουν τρόπο να εκφραστούν — συχνά χωρίς να το συνειδητοποιούμε.
Ένα πρωινό, μια είδηση
Σήμερα το πρωί, στο ραδιόφωνο, άκουσα για ένα τροχαίο με δύο νεκρούς. Έγινε στον δρόμο που διασχίζω κάθε μέρα για να πάω στη δουλειά μου· έναν επαρχιακό δρόμο με όριο ταχύτητας τα 50 χιλιόμετρα, όπου όμως οι περισσότεροι τρέχουν πολύ παραπάνω, κάνουν προσπεράσεις, βιάζονται να προλάβουν — τι άραγε; Ένιωσα ένα σφίξιμο στο στομάχι. Ήταν σαν η είδηση να με σταμάτησε για λίγο εν κινήσει, σαν να μου ψιθύριζε: “Κοίτα γύρω σου. Αυτός ο δρόμος δεν είναι δεδομένος”.
Και τότε, χωρίς να το επιδιώξω, ήρθε στο μυαλό μου εκείνη η παλιά απώλεια.
Το βάρος μιας απώλειας
Θυμάμαι ακόμα τη σιωπή εκείνης της μέρας. Ήμουν παιδί του Δημοτικού όταν ο νονός μου, ο αδελφός της μητέρας μου, χάθηκε σε ένα τροχαίο. Δεν κατάλαβα τότε τι σήμαινε να “απανθρακώνεται” ένας άνθρωπος· μόνο τη μητέρα μου να χτυπάει το κεφάλι της στον τοίχο, τις κραυγές, τις και μια αίσθηση απώλειας που έμεινε να πλανάται στο σπίτι για χρόνια. Θυμάμαι και τις συζητήσεις των ενηλίκων για το πώς θα το πουν στην γιαγιά μου, για να μην πάθει κάτι κι εκείνη. Από τότε, ο δρόμος απέκτησε για μένα μια δική του, σχεδόν υπαρξιακή, φόρτιση.
Χρόνια αργότερα, κάθε φορά που οδηγώ και κάποιος έρχεται πίσω μου με ταχύτητα, μου αναβοσβήνει τα φώτα, κορνάρει, νιώθω κάτι βαθιά οικείο — ένα είδος παραβίασης. Δεν είναι μόνο φόβος· είναι η εμπειρία της επιθετικότητας στην πιο καθαρή της μορφή. Αυτής που δεν χρειάζεται λόγια, ούτε βρισιές· εκφράζεται μέσα από το σίδερο, την ταχύτητα, το φως που τυφλώνει.
Όταν το τιμόνι γίνεται καθρέφτης
Η οδήγηση είναι ένας καθρέφτης του εαυτού μας. Όπως λέγεται συχνά από επαγγελματίες ψυχικής υγείας, ο τρόπος που οδηγείς αντικατοπτρίζει τον τρόπο που ζεις. Η επιθετικότητα που ξεχύνεται στο δρόμο συχνά δεν έχει να κάνει με τον “άλλον”· είναι ο τρόπος που ξεσπάμε την πίεση, το άγχος, την ανάγκη ελέγχου.
Η θεωρία της απογοήτευσης-επιθετικότητας μιλά γι’ αυτό: όταν κάτι μάς εμποδίζει να πετύχουμε έναν στόχο, νιώθουμε θυμό· κι αν δεν έχουμε μάθει να τον διαχειριζόμαστε, τον στρέφουμε έξω. Ο οδηγός που “σπρώχνει” τον άλλον στο δρόμο δεν πολεμά εκείνον· πολεμά τη δική του αδυναμία να αντέξει την καθυστέρηση, την αναμονή, την αίσθηση ότι δεν ελέγχει.
Το αυτοκίνητο λειτουργεί συχνά σαν πανοπλία — μας απομονώνει και ταυτόχρονα μας κάνει να νιώθουμε δυνατοί. Η θεωρία της αποπροσωποποίησης του Zimbardo το εξηγεί: όταν νιώθουμε “κρυμμένοι”, λιγότερο εκτεθειμένοι, επιτρέπουμε στον πιο σκοτεινό εαυτό μας να βγει στην επιφάνεια. Πίσω από το τιμόνι, πολλοί εκφράζουν ό,τι δεν τολμούν αλλού — θυμό, ανταγωνισμό, ανάγκη για κυριαρχία.
Η οδήγηση ως πράξη συνύπαρξης
Αλλά ο δρόμος δεν είναι αρένα. Δεν είναι πεδίο μάχης. Είναι ένας κοινός τόπος, όπου εκατοντάδες ζωές διασταυρώνονται για λίγα δευτερόλεπτα. Εκεί δοκιμάζεται ο σεβασμός, η ενσυναίσθηση, η ψυχραιμία μας. Ο τρόπος που αντιδρούμε στον εκνευρισμό ενός άλλου οδηγού είναι, στην πραγματικότητα, ο τρόπος που αντιδρούμε στη ζωή.
Ίσως, τελικά, η οδική παιδεία να μην αφορά μόνο τους κανόνες, αλλά και μια βαθύτερη ψυχολογική ωριμότητα — την ικανότητα να συγκρατούμε το εγώ μας, να θυμόμαστε ότι δεν είμαστε μόνοι στον δρόμο. Ότι πίσω από κάθε άλλο τιμόνι υπάρχει ένας άνθρωπος με τη δική του ιστορία, τις δικές του πληγές.
Κάθε φορά που νιώθω το φως πίσω μου να με “σπρώχνει”, προσπαθώ να μην απαντήσω με τον ίδιο τρόπο. Να μην αφήσω τον φόβο ή τον θυμό να πάρει το τιμόνι. Είναι δύσκολο — αλλά ίσως αυτό είναι και το ουσιαστικότερο μάθημα: να μην αφήνουμε την επιθετικότητα των άλλων να καθορίζει τη δική μας πορεία.
Γιατί πίσω από κάθε τιμόνι δεν βρίσκεται απλώς ένας οδηγός· βρίσκεται ένας άνθρωπος που, για μια στιγμή, κρατά τη ζωή του άλλου στα χέρια του. Και αυτή η σκέψη, αν την κρατήσουμε ζωντανή, μπορεί να κάνει τους δρόμους μας λίγο πιο ανθρώπινους — και τις ψυχές μας λίγο πιο ήρεμες.
*Γράφει ο Νίκος Τσιλιβαράκος
*Γράφει ο Νίκος Τσιλιβαράκος
Κοινωνικός Λειτουργός, Ειδικευόμενος Δραματοθεραπευτής – Ψυχοθεραπευτής, Σύμβουλος Επικοινωνίας και Επαγγελματικού Προσανατολισμού, Συγγραφέας, Μέλος του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας, Μέλος της Πανελλήνιας Επαγγελματικής Ένωσης Δραματοθεραπευτών – Παιγνιοθεραπευτών.
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.












