K.Malevich, Μαύρο Τετράγωνο, 1913-1915, Μόσχα, Tetrayakov

Το Μαύρο Τετράγωνο του Μαλέβιτς, παρουσιάζεται το Δεκέμβριο του 1915 στην Αγία Πετρούπολη στη φουτουριστική έκθεση «0,15» και προκαλεί ιδιαίτερη αίσθηση. Ένα λευκό τετράγωνο που μέσα του προβάλλει ένα μαύρο τετράγωνο.

Το κατεξοχήν σουπρεματιστικό έργο, που αποτελεί πυλώνα της μοντέρνας τέχνης, ήρθε να αισθητοποιήσει με τον πλέον απόλυτο τρόπο την αξία της τέχνης per se. Δύο φόρμες, δύο τόνοι που υπηρετούν μονάχα την αυθυπαρξία της τέχνης. Ούτε σύμβολα, ούτε κάποια προσπάθεια νατουραλιστικής προσέγγισης αλλά και καμία ανάγκη για έκφραση συναισθήματος. Απλή γεωμετρία μια απόλυτη κενότητα. Το μαύρο, η απόλυτη απουσία χρώματος και το λευκό, που συγκεντρώνει όλα τα χρώματα, οδηγούν σε μια μηδενιστική εξίσωση που αισθητοποιεί τον χώρο και ανατρέπει κάθε αίσθηση αντικειμενικότητας. Ο Μαλέβιτς ορίζει το σημείο μηδέν της τέχνης και προκαλεί τον επαναπροσδιορισμό της: μια τέχνη που σε όλα υπερέχει το καθαρό αίσθημα.

Δε θα σταθώ περαιτέρω στην ανάλυση του έργου. Σε αυτό το κείμενο θέλω απλώς να αποπειραθώ να δείξω πως ακόμα και αυτή η έκφανση της γεωμετρικής αφαίρεσης είναι ικανή να προκαλέσει συναίσθημα.

Κατά κοινή ομολογία η αφαίρεση έχει θεωρηθεί πολλές φορές δυσνόητη και απροσέγγιστη από το κοινό. Τρομάζει μάλλον η παντελής αποξένωση από τον φυσικό κόσμο. Γίνεται κάπως απόμακρη και ψυχρή στα μάτια του θεατή. Η ελιτίστικη άποψη πως η αφηρημένη τέχνη είναι για τους λίγους και εκλεκτούς, με βρίσκει καθέτως αντίθετη. Και αυτό γιατί θέτοντας κριτήρια αναφορικά με το ποιος μπορεί να κατανοήσει και να συγκινηθεί (με την έννοια του ενθουσιασμού και όχι τη συναισθηματική) με τα αφηρημένα έργα, διαρρηγνύεται η ουσία της γέννησης της αφαίρεσης: η δυνατότητα καλλιτεχνών να δημιουργούν αφηρημένα και η δυνατότητα του κάθε θεατή να συνθέτει προσωπικά το έργο που βλέπει.

Έργα του Κ.Malevich στην έκθεση «0,15», 1915, Αγία Πετρούπολη

Προσωπικά σκέφτομαι πως ίσως λόγω της αρχετυπικής σχέσης του ανθρώπου με τη γεωμετρία αλλά και της συναισθηματικής σύνδεσης με το χρώμα, ο θεατής ενός αφηρημένου έργου τέχνης μπορεί εύκολα να βιώσει μια συναισθηματική έξαρση. Και αυτό γιατί το Μαύρο Τετράγωνο για παράδειγμα, που αντικρύζει αποτελεί μια ένα σύνολο φορμών και τόνων που κάπου τον παραπέμπουν. Μπορεί το τετράγωνο για κάποιον να αισθητοποιεί το αδύνατο, το ανέφικτο. Για κάποιον άλλο να είναι η οθόνη της τηλεόρασης που συντροφεύει τη μοναξιά του. Ίσως η σύνθεση αυτή να θυμίζει σε κάποιον άλλο την εικόνα που είχε στο προσκεφάλι της η μάνα του. Θα μπορούσε να είναι το βάρος μιας ζωής που φαντάζει μαύρο και ογκυρό. Πολλές πιθανές υποσυνείδητες συνδέσεις ανάμεσα σε ένα έργο απόλυτης αφαίρεσης που καμία πρόθεση δεν είχε να εκλύσει συναίσθημα, και στο βλέμμα ενός ανθρώπου είναι πιθανό να προκαλούν συναισθηματική διέγερση στο θεατή.

Καθίσταται σαφές νομίζω, πως δεν είναι επιβεβλημένο πως κάθε άνθρωπος και κάθε αφηρημένο έργο οδηγούν σε μια συναισθηματική αλληλεπίδραση ανάμεσα τους. Ωστόσο, συχνά και παρά τις προθέσεις των κινημάτων της αφαίρεσης η τέχνη ξεπερνά τα όρια της αυτοαναφορικότητας της και γίνεται πομπός ερμηνευτικών μηνυμάτων. Εξάλλου η τέχνη κινείται ανεξάρτητα από τις προθέσεις της. Το ρου της καθορίζει ο δέκτης της που υπόκειται στο εκάστοτε πολιτικοοικονομικό συγκείμενο αλλά και στον υποκειμενισμό του.

Το Μαύρο Τετράγωνο είναι τα πάντα αλλά είναι και το τίποτα. Είναι μια αναλαμπή της τέχνης του 20ου αιώνα, ένα φορτίο προβληματισμών μια πηγή έμπνευσης, μια γεωμετρία που συναρπάζει. Ας την αφήσουμε να μας ταξιδέψει στο υποσυνείδητο μας, αν το θέλουμε. Γιατί η  αφηρημένη τέχνη δεν είναι επιβολή συναισθήματος αλλά μηνύματος που ο καθένας ερμηνεύει διαφορετικά.


Γράφει η Ζωή Αμοιρίδου.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΕις εαυτόν, Κώστας Ταχτσής
Επόμενο άρθροΌταν η μνήμη παίρνει φως, Διονύσης Καψάλης
Γεννήθηκε το 1999 στην Κέρκυρα, όπου και μεγάλωσε, ενώ από το 2017 μένει στη Θεσσαλονίκη όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Θέλει να γίνει ιστορικός τέχνης γιατί η τέχνη τη συγκινεί όσο τίποτα. Συμμετέχει εθελοντικά στο φεστιβάλ κινηματογράφου, στην ArtThessaloniki και στο OpenHouse. Τριγυρνά σε μουσεία και γκαλερί. Αγαπά τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο ,τη λογοτεχνία και όποτε της έρθει γράφει και κανένα ποίημα. Της αρέσουν τα ταξίδια, οι βόλτες με φίλους, οι καφέδες σε τζαζ ρυθμούς και τα κρασιά με υπόκρουση Μάλαμα. Θέλει να συζητά, να γνωρίζει ανθρώπους που θαυμάζει, να κερδίζει γνώσεις. Κλαίει, όσο γελά. Πάρα πολύ. Η στήλη της VitArt, είναι η προσπάθεια της να μιλήσει περί Τέχνης, για τα περί της Ζωής. Κάποτε σε πεζό λόγο, κάποτε σε ποιητικό.