Άρχισα να γράφω μην ξέροντας για τί θέλω να μιλήσω. Αποφάσισα να αφήσω τα δάκτυλα να χτυπούν στο πληκτρολόγιο, μόνα τους, ελεύθερα. Χωρίς τη δική μου επιρροή, χωρίς τη δική μου δύναμη πάνω στις λέξεις. Ίσως έτσι να είναι πιο καθαρά τα λόγια της ψυχής μου.

Παρατηρώ, ακούω, νιώθω, θυμάμαι και αποδέχομαι. Παρατηρώ, δεν ακούω, δεν νιώθω, δεν θυμάμαι, δεν θέλω να αποδεχτώ. Το μίσος, την κακία, τον θάνατο και τη φωνή του. Τα ερείπια που γύρω του αφήνει και το μέσα βάσανο, που ποτέ κανείς δεν θα το δει. Ποτέ κανείς δεν θα το ονομάσει με το πραγματικό του όνομα.

Περπατάω στον δρόμο ψάχνοντας ένα μέρος για να ξαποστάσω. Έχω ξεχάσει πόσες ώρες περπατάω και από πού ξεκίνησα. Κοιτάζω το ψηφιακό ρολόι που δένει στον καρπό μου, αυτό που μετράει τα βήματα. 37.824 έχουν εγγράψει στα αρχεία του σήμερα. Πού πήγα; Τι είδα και τι άφησα; Ποιες συναντήσεις κατέγραψε η ψυχή μου και ποιες το μυαλό μου κατήργησε;

Τι θα θυμάμαι από όλα αυτά και τι έχω ήδη ξεχάσει; Τα γεγονότα των ανθρώπων σκάνε επάνω στην καρδιά μου. Βόμβες κανονικές, πυρηνικές κεφαλές, σφαίρες άγνωστων μιλιμετρ και κάννης. Ποιος οπλίζει και ποιος λαβώνεται; Ποιος δικαιώνει τέτοιο αίμα και πίνοντάς το ζητάει εξιλέωση;

Οι γνωστές άγνωστες γλώσσες των ανθρώπων. Μια συνεχής βιβλική Βαβέλ να τους χωρίζει και να μεγαλώνει το τραύμα επ’ άπειρον. Κι αυτή η μία λέξη, η κοινή, που είναι γραμμένη πάντα στην κόρη των ματιών, σαν ανάξια να στέκει, και να φωνάζει και να οδύρεται, και να ματώνει πιότερο από κάθε ουλή στο σώμα.

Αγάπη τη λένε. Κι αδελφοσύνη. Και άνθρωπο. Όλα σε μία ενώνονται από καταβολής του κόσμου. Μα θα μου πεις, ποιος νοιάζεται; Ποιος είναι αυτός που την ακούει και ποιος κλείνει το στόμα της και τη γεμίζει δάκρυα και πόνο;

Αναζητώ μια λύση όπως κι εσύ που τώρα με διαβάζεις. Γυρεύω να βρω μια πόρτα που θα αλλάζει διάσταση και θα οδηγεί σε έναν καλύτερο κόσμο. Να δώσω το σύνθημα και να σε πάρω μαζί μου. Κι εσύ να πάρεις έναν άλλον άνθρωπο, και όλοι να γίνουμε αλυσίδα και την πόρτα να περάσουμε. Αντί για κιβωτό ζητώ μια πόρτα. Που θα χωρέσει όλης της γης την καλοσύνη και το δίκαιο, και θα ενώσει αντί να κόψει.

Στον ουρανό το βλέμμα θέλησε να πάει και το άφησα. Κι είδα μια σκάλα κι ένα φως. Καθώς έκανα να φύγω σκόνταψα σε κάτι μεταλλικό και στιβαρό. Στα παπούτσια μου είχαν κολλήσει κάτι κλειδιά. Τα πήρα στα χέρια μου, χαμογέλασα και κατηφόρισα τον δρόμο.

Δεν ξέρω που θα φτάσω. Ούτε και πόσα βήματα θα γράψει το ρολόι μου. Θα σε συναντήσω όμως στη διαδρομή και θα στα δείξω. Έρχεσαι;


 

Μαρία Ι. Χρονιάρη Sandhu

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθρο“Mαθήματα Ζωής”: Νέος σεμιναριακός κύκλος στο Θέατρο Μορφές Έκφρασης
Επόμενο άρθροΤο τραγούδι του φεγγαριού
Η Μαρία Χρονιάρη γεννήθηκε στην Αθήνα και κατάγεται από τα Ανώγεια της Κρήτης. Σπούδασε τηλεόραση, έκανε σεμινάρια σκηνοθεσίας και εργάστηκε ως οπερατέρ. Έχει συγγράψει τρεις προσωπικές ποιητικές συλλογές, μια συλλογή πεζών κειμένων και έχει συμμετάσχει στην συγγραφή μιας συλλογικής ποιητικής έκδοσης. Στο θέατρο έχει σκηνοθετήσει την παράσταση της ομάδας IlluminArti Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου, από το ομώνυμο βιβλίο του Σταύρου Σταυρόπουλου. Τον Μάιο του 2019 παρουσιάστηκε στο θέατρο ΜΠΙΠ η παράσταση «Αγέννητη Γη» σε σκηνοθεσία της ίδιας. Ένας θεατρικός μονόλογος βασισμένος στην ομότιτλη ποιητική συλλογή της, που κυκλοφορεί από τις Εκδ. Σοκόλη. Η «Αγέννητη γη» βραβεύτηκε ως «Βιβλίο της χρονιάς» από τον Ε.Π.Ο.Κ (Ελληνικό Πολιτιστικό Όμιλο Κυπρίων) σε Παγκόσμιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό. Για την παράσταση «Αγέννητη Γη» βραβεύτηκε από τον Πρόεδρο του Ομίλου UNESCO Πειραιώς και Νήσων για την προσφορά της στον πολιτισμό. Το Μετά από αυτό που προηγήθηκε είναι το έκτο βιβλίο της.