Που είσαι αγαπημένη;

Μήπως σ’ εκείνο το μικρό παράδεισο,

να ποτίζεις τα λουλούδια που σε κοιτάνε

όπως τα βρέφη το στήθος της μάνας;

Ή μήπως στο δωμάτιό σου,

όπου ο βωμός της αρετής στήθηκε προς τιμή σου

και που σ’ αυτόν προσφέρεις θυσία

την ψυχή και την καρδιά μου;

Ή ανάμεσα στα βιβλία,

γυρεύοντας ανθρώπινη γνώση

ενώ είσαι γεμάτη ουράνια σοφία;

Ω συντρόφισσα της ψυχής μου, που είσαι;

Προσεύχεσαι στο ναό; Ή καλείς τη Φύση στο λιβάδι,

λιμάνι των ονείρων σου;

Είσαι στις καλύβες των φτωχών,

παρηγορώντας τους πονεμένους με τη γλύκα της ψυχής σου

και γεμίζοντας τα χέρια τους με τη γενναιοδωρία σου;

Είσαι το πνεύμα του Θεού παντού. Είσαι δυνατότερη απ’ τους αιώνες.

Θυμάσαι τη μέρα που συναντηθήκαμε,

όταν μας τύλιγε το φωτοστέφανο του πνεύματός σου;

Και πλανούνταν γύρω μας οι άγγελοι του Έρωτα δοξολογώντας τις πράξεις της ψυχής;

Θυμάσαι τα μονοπάτια και τα δάση που περπατούσαμε μ’ ενωμένα τα χέρια,

σφιχταγκαλιασμένοι σα να κρυβόμαστε μέσα στους ίδιους μας τους εαυτούς;

Θυμάσαι την ώρα που σ’ αποχαιρέτησα και το αγνό φιλί σου πάνω στα χείλη μου;

Εκείνο το φιλί που με δίδαξε ότι η ένωση χειλιών ερωτευμένων

φανερώνει ουράνια μυστικά ανέκφραστα απ’ τη γλώσσα.

Ήταν η εισαγωγή σ’ ένα μακρόσυρτο στεναγμό

σαν την ανάσα του Παντοδύναμου που έκανε άνθρωπο το χώμα.

Εκείνος ο στεναγμός μ’ οδήγησε στον πνευματικό κόσμο

δείχνοντάς μου τη δόξα της ψυχής μου.

Κι αιώνια εκεί θα μείνει μέχρι πάλι να ενωθούμε.

Θυμάμαι όταν με φίλαγες και με φίλαγες

και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά σου

κι έλεγες: «Συχνά πρέπει να χωρίζονται τα γήινα σώματα

για γήινους σκοπούς και χώρια να ζουν ο κόσμος τ’ αναγκάζει.

Μα ο Έρωτας κρατάει στα χέρια του το πνεύμα ενωμένο

μέχρι να φτάσει ο θάνατος, να πάρει ενωμένες ψυχές.

Πήγαινε, αγαπημένε. Η Ζωή σε διάλεξε εκπρόσωπό της.

Υπάκουσέ την,

γιατί είναι η Ομορφιά που προσφέρει

στον πιστό της την κούπα της γλύκας της ζωής.

Όσο για τη δική μου αδειανή αγκαλιά,

η αγάπη σου θα ’ναι η παρηγοριά μου.

Κι η θύμησή σου Αιώνιος Γάμος.»

Που είσαι τώρα, άλλε μου εαυτέ;

Είσαι ξύπνια μέσα στη σιωπή της νύχτας;

Ας σου φέρνει ο καθάριος άνεμος

τους χτύπους της καρδιάς μου κι όλη μου την αγάπη.

Χαϊδεύεις άραγε το πρόσωπό μου με τη θύμησή σου;

Η εικόνα δεν είναι πια σωστή,

γιατί η θλίψη έριξε τη σκιά της

στην άλλοτε χαρούμενη έκφρασή μου.

Τα δάκρυα μάραναν τα μάτια μου

που καθρέφτιζαν την ομορφιά σου

και ξέραναν τα χείλια που γλύκαινες με τα φιλιά σου.

Που είσαι αγαπημένη;

Ακούς το κλάμα μου πέρα απ’ τον ωκεανό;

Καταλαβαίνεις την ανάγκη μου;

Γνωρίζεις πόσο μεγάλη είναι η υπομονή μου;

Υπάρχει στον άνεμο κάποιο πνεύμα

για να σου φέρει την ανάσα της ετοιμοθάνατης νιότης μου;

Υπάρχει μυστική επικοινωνία ανάμεσα στους αγγέλους

για να σου φέρει το παράπονό μου;

Που είσαι, όμορφο αστέρι μου;

Το σκοτάδι της ζωής μ’ έριξε στην αγκαλιά του.

Η θλίψη με νίκησε.

Πάρε το χαμόγελό σου στον ουρανό.

Θα ’ρθει και θα με ζωντανέψει!

Ανάσανε την ευωδιά σου στον άνεμο!

Θα με στηρίξει!

Που είσαι, αγαπημένη;

Ω, πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη!

Και πόσο μικρός εγώ!


Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθρο“Δελτίο θυέλλης” της Αλεξίας Καλογεροπούλου
Επόμενο άρθροΞένος, Ιωάννης Τρανίδις
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017. Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ. Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό. Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια... Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων. Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία… Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή… Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.