Τα μάτια μου τι να τα κάμω,
Τα μάτια μου τα σκοτεινά,
Όπως τα μάτια των σκοτωμένων.
Όταν σε βλέπω, γίνεσαι άφαντη,
Αθέατη πίσω απ’ την πυκνότητα.
Ως να μην είσαι, να λείπεις,
Να ’χεις μαζέψει την ψυχή.
Κι έμεινε μόνο η θλίψη σου και με γεμίζει.
Όταν δε με βλέπεις, φτωχαίνω,
Όσο πάω, φεύγει το αίμα.
Πεινώ και κρυώνω, αδειάζω.
Γίνομαι σαν τον αδικημένο, το γυμνό.
Όταν ανοίγεις τα βλέφαρα,
Το βλέμμα σου κρέμεται πάνω μου
Σαν τον ζυγό μιας μοίρας που ζυγιάζεται,
Σαν αρχαγγελικό σπαθί που τρέμει
Μετέωρο: να πέσει − να μην πέσει.
Όταν μ’ αφήνεις,
Είμαι η άδεια θέση,
Τ’ άδειο κορμί, το κούφιο στήθος,
Γεμάτο αντίλαλο, κομμένη ανάσα.
Όπου κι αν πάω, σ’ όποια
Πτυχή της μοναξιάς κρυφτώ
Με τις αισθήσεις μου όλες κλειστές,
Σαν κατοικία αισθάνομαι εγκαταλειμμένη,
Ήχους γεμάτη, βήματα, σιωπή.
Η απουσία σου αδειάζει το σώμα, ερημώνει το πρόσωπο.
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.