Νιώθω σαν κόνσερβα με σαρδέλες, είπε.
Νιώθω σαν έμπλαστρο, είπα.
Νιώθω σαν σάντουιτς με τόνο, είπε.
Νιώθω σαν τομάτα κομμένη σε φέτες, είπα.
Νιώθω σαν νάʼρχεται βροχή, είπε.
Νιώθω σαν να σταμάτησε το ρολόι, είπα.
Νιώθω σαν η πόρτα νάʼναι ξεκλείδωτη, είπε.
Νιώθω σαν ένας ελέφαντας να μπαίνει μέσα, είπα.
Νιώθω σαν να πρέπει να πληρώσουμε το νοίκι, είπε.
Νιώθω σαν να πρέπει να βρούμε καμιά δουλειά, είπα.
Νιώθω σαν να πρέπει να βρεις καμιά δουλειά, είπε.
Νιώθω σαν να μη θέλω να δουλέψω, είπα.
Νιώθω σαν να μη νοιάζεσαι για μένα, είπε.
Νιώθω σαν να πρέπει να κάνουμε έρωτα, είπα.
Νιώθω σαν να παρακάνουμε έρωτα, είπε.
Νιώθω σαν να πρέπει να κάνουμε περισσότερο έρωτα, είπα.
Νιώθω σαν να πρέπει να βρεις καμιά δουλειά, είπε.
Νιώθω σαν να πρέπει να βρεις καμιά δουλειά, είπα.
Νιώθω σαν να θέλω ένα ποτό, είπε.
Νιώθω σαν να θέλω λίγο ουίσκι, είπα.
Νιώθω σαν να καταλήγουμε σε κρασί, είπε.
Νιώθω σαν ναʼχεις δίκιο, είπα.
Νιώθω σαν να παραδίνομαι, είπε.
Νιώθω σαν να χρειάζομαι ένα μπάνιο, είπα.
Νιώθω σαν να χρειάζεσαι ένα μπάνιο, είπε.
Νιώθω σαν να πρέπει να σαπουνίσεις την πλάτη μου, είπα.
Νιώθω σαν να μην μʼαγαπάς, είπε.
Νιώθω σαν να σʼαγαπώ, είπα.
Νιώθω αυτό το πράγμα μέσα μου τώρα, είπε.
Νιώθω αυτό το πράγμα μέσα σου κι εγώ, είπα.
Νιώθω σαν να σʼαγαπώ τώρα, είπε.
Νιώθω σαν να σʼαγαπώ εγώ πιο πολύ απʼό,τι εσύ εμένα, είπα.
Νιώθω υπέροχα, είπε. Νιώθω σαν να θέλω να ουρλιάξω.
Νιώθω σαν να θέλω να συνεχίσω για πάντα, είπα.
Νιώθω σαν να μπορείς, είπε.
Νιώθω, είπα.
Νιώθω, είπε.
Γεννήθηκε και ζει στη Δράμα. Στην Κομοτηνή, σπούδασε Νομική. Ανάμεσα στις πολλές ώρες στα πολλά βιβλία και σημειώσεις για τη σχολή, έβρισκε χρόνο για να διαβάζει και τα άλλα, τα λογοτεχνικά. Αν ρωτήσει κανείς έναν φίλο της, θα την χαρακτηρίσει με δυο λέξεις: βιβλία και καφές.
Στο «Ολόγραμμα» παρουσιάζει – προτείνει βιβλία –όλων των ειδών- που αγαπά και θεωρεί άξια προσοχής.