Ἀπερήμωση.
Κανεὶς δὲν εἶν᾿ ἐδῶ, οὔτε δῶ, οὔτε κεῖ κάτω;
Κανείς;
κι αὐτὲς οἱ πολυώροφες ἀνθρώπινες σχέσεις
ποιὸς θὰ τὶς κατοικήσει;
Φύγατε ὅλοι, ὅλα; Ἢ ποτὲ δὲ σᾶς εἶχα;
ἀνεπιβεβαίωτα μένουν τὰ δυὸ κυπαρίσσια
στὴν εἴσοδο τῆς καλησπέρας ποὺ ἔλεγες.
Ἔλεγες ἢ ζωγράφιζα φθόγγους καὶ στόματα
στῶν βραδινῶν ὡρῶν τὶς ξώπορτες;
Ποιὲς βραδινὲς ὧρες; Ἔρχονταν; Διθέσιες;
Ἀκαιρία.
Ἠρεμοῦν ἐρημώνοντας ὅλα.
Δὲν κράτησε ἡ διάρκεια τὸ λόγο της,
πέφτουν τῶν παρατάσεων τὰ φύλλα
ἀπὸ τεράστιους κορμοὺς καιρῶν κομμένων
-ὑλοτόμε.
Ἀκαιρία.
Οἱ θάλασσες κουλουριαστήκανε στὰ κάδρα.
Κίτρινο ἀφροδίσιο,
πυώδεις κάμποι ξένου.
Ξένο φθινόπωρο βιάζει
ἐκτάσεις ἱερόδουλες.
Πέφτει μία ξένη βροχὴ
ἀπὸ μία ξένη τάση
καὶ ἡ τάση γιὰ ζωὴ πέφτει.
Ξένα αὐτὰ ἢ τά ῾χω ξαναφοβηθεῖ;
Ἀστράφτει σ᾿ ἕνα ἀπόμακρο φυλάκιο τοῦ οὐρανοῦ,
καίγονται οἱ ἀσφάλειες τοῦ Θεοῦ,
βραχυκυκλώνεται τὸ σῶσον.
τρομάζει μία μικρὴ λιποψυχία στὸ παράθυρο
ἀφήνει ἀργὰ τὸ κουρτινάκι της νὰ πέσει.
Ἀπερήμωση.
Κι αὐτὲς τὶς πολυώροφες ἀνθρώπινες σχέσεις
ποιὸς τὶς γκρέμισε;
κι ἐγὼ πῶς μένω ἐδῶ,
ποῦ μὲ ὁδηγοῦν κλεισμένη
αὐτὲς οἱ ξένες ἀνεξήγητες συνέχειες;
Ξένες ἀνεξήγητες συνέχειες
ἀκίνητες, ἀπὸ παντοῦ κλειστές,
νὰ μὴν μπορεῖς νὰ βγεῖς
κι ἀλλιῶς νὰ συνεχίσεις,
καὶ δὲν μπορῶ νὰ βγῶ
κι ἀκόμα μέσα εἶμαι
μέσα σε αὐτὸ τὸ ξένο μέσα συνεχίζομαι
ἀκόμα καὶ τώρα ποὺ γράφω
αὐτὸ τὸ δικό μου
τὸ μόνο δικό μου
δικό μου ποίημα
κατάδικό μου.
Κατάδικο ποίημα.
*Κικὴ Δημουλᾶ – Τὸ Τελευταῖο Σῶμα μου /Ποιητικὴ Συλλογή, ἐκδόσεις Κείμενα 1981, Β´ ἔκδ. Στιγμή, 1989
Γεννήθηκε το Φθινόπωρο του 1990. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας αλλά και από το Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ασχολείται ερασιτεχνικά με την φωτογραφία. Η πρώτη της φωτογραφική έκθεση είχε θέμα το νησί της Φολεγάνδρου και παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη το 2017. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και έργα της εκτίθενται στην «Ολυμπιακή Δημοτική Πινακοθήκη Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι στα πλαίσια της εκδήλωσης «2ο Φεστιβάλ Εικόνας Τέχνης και Πολιτισμού» για το 2017.
Αγαπά… τα παιδιά, τα βιβλία, το θέατρο, την ιταλική μουσική, την ησυχία, τη χειμωνιάτικη λιακάδα, την καλοκαιρινή βροχή, τα ταξίδια που ανανεώνουν τις ανάσες της, τη γεύση του καφέ.
Συγκινείται με… τους γενναιόδωρους ανθρώπους, την ευγένεια, τις ευχές, τα γράμματα σε σχήμα καλλιγραφικό με κόκκινο στυλό.
Επιμένει… να κοιτάζει τον ουρανό γιατί ξέρει -πια- πως δεν έχει μόνο σύννεφα αλλά έχει και ήλιο και φεγγάρι και αστέρια…
Πιστεύει… στο Αόρατο, στο Καλό, στις Συναντήσεις των ανθρώπων.
Αισθάνεται… Ευγνωμοσύνη, Εμπιστοσύνη, Ελευθερία…
Ξεκινά… και ολοκληρώνει την ημέρα της με την ίδια πάντα ευχή…
Από μικρή ονειρευόταν να σκαρώσει το δικό της περιοδικό.