Αν κάποιες μέρες θα θυμάμαι ως τις πιο ωραίες του ’19, αυτές θα είναι οι μέρες της ανασκαφής στην Βεργίνα. Οι τρεις εβδομάδες που θα νοσταλγώ κάθε καλοκαίρι, θα μου μείνουν αξέχαστες γιατί ήταν απέλπιδα όμορφες, απέλπιδα ελπιδοφόρες.

Για να το βγάλω από την μέση: είμαι στη σχολή με μόνο όνειρο την ενασχόληση με την ιστορία της τέχνης. Η αρχαιολογία αποτελεί για μένα μια παράπλευρη «ταλαιπωρία» σε αυτή την προσπάθεια. Η σκέψη της συμμετοχής σε μια ανασκαφή υποκινήθηκε από καθαρά ωφελιμιστικά αίτια: έναν εύκολο βαθμό στο μάθημα του σχεδίου (θα μου επιτρέψετε να γελάσω με την ευκολία του βαθμού), που απαιτεί ανασκαφική εμπειρία. Για να μην τα πολυλογώ, ούτε βαθμό σχεδίου δεν αναγνώριζε η Βεργίνα, ούτε ιδανικό μέρος φάνταζε το σκάμμα για να περάσεις είκοσι μέρες το κατακαλόκαιρο. Μόνη παρηγοριά είχα την σκέψη πως θα πήγαινα με την παρέα και έτσι όλο και κάπως θα περνούσε ο καιρός, σκεφτόμουν, αναγκάζοντάς τους να με ακούν να γκρινιάζω. Συν τοις άλλοις, τον Ιούνιο είχα περάσει άλλη μία από αυτές τις πολύ μουντές και δύσκολες ψυχολογικά φάσεις μου. Μέσα λοιπόν, σε ένα κλίμα ψυχικής αποσύνθεσης και συναισθηματικής κατάρρευσης έπρεπε να συμμετάσχω και σε κάτι που ήμουν πεπεισμένη πως δεν θα μου αρέσει. Και όλα αυτά για την εμπειρία.

Στις 15 Ιουλίου πήραμε τον δρόμο για την Βεργίνα. Μπουκωμένοι κριτσίνια και πισία της γιαγιάς σταλμένα από Κέρκυρα και με τα πρώτα γέλια να έχουν ήδη ξεκινήσει, σκεφτόμασταν πως ίσως να μην είναι τόσο κακή η ανασκαφή. Η άφιξη συνοδεύτηκε από ένα τετράωρο καθάρισμα του καταλύματος, ενώ είχε προηγηθεί το πρώτο «κέρασμα» από τοπικό μαγαζί που γνωστοποιήθηκε ως τέτοιο σε φορολογικό έλεγχο από αγαπημένο μας φίλο (ευτυχώς δεν επιβλήθηκε πρόστιμο καθώς οι άνθρωποι προνόησαν και έφεραν αποδείξεις). Το απόγευμα είχαμε και την πρώτη επαφή με τους υπεύθυνους της ανασκαφής καθώς και με τους φοιτητές από το πανεπιστήμιο της Ιένας και της Αθήνας που θα συμμετείχαν επίσης στην ανασκαφή. Ξεπερνώντας ένα ακόμα εμπόδιο, την χρήση της αγγλικής ως γλώσσα επικοινωνίας, φάνηκε πως τελικά θα είχε κάποιο ενδιαφέρον αυτή η περίοδος. Όλα ήταν άψογα οργανωμένα, οι υπεύθυνοι φάνηκαν προσιτοί από την πρώτη κιόλας μέρα, και παρά την πιο «παγωμένη» επαφή με τους συμφοιτητές, μάλλον θα γινόμασταν μια όμορφη ομάδα.

Τις καθημερινές, ξυπνούσαμε στις 6 (όχι όλοι), για να είμαστε στις 7 και κάτι στο σκάμμα ή στην αποθήκη. Το σκάμμα ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία: με ομαδική δουλειά σκάβαμε σε τομές, κοσκινίζαμε το χώμα, συντάσσαμε ημερολόγιο και οργανώναμε τα ευρήματα μας. Παρότι τα ευρήματα δεν ήταν πολλά και κάποια κινδύνευσαν να καταστραφούν, με την καθοδήγηση παρά τον ήλιο και με την πολύτιμη βοήθεια των εργατών που κάνανε τις πιο απαιτητικές δουλειές, ο χρόνος περνούσε γρήγορα, όμορφα και με γέλιο. Και η αποθήκη είχε το ενδιαφέρον της βέβαια, και ιδιαίτερα η διαδικασία της συντήρησης την οποία είχαμε τη τύχη να δούμε και να εξασκήσουμε. Τα απογεύματα είχαμε την δυνατότητα να παρακολουθήσουμε διαλέξεις εξαίρετων επιστημόνων πάνω σε πολλά και ενδιαφέροντα θέματα και μια εξονυχιστική και διαφωτιστική, τριμερή ξενάγηση στο Μουσείο των Βασιλικών Τάφων από την κυρία Νάνσυ. Παρόλη την κούραση, οι μέρες ήταν τόσο γεμάτες και ενδιαφέρουσες που μας κινητοποιούσαν καθημερινά. Τα βράδια μας ήταν παρεΐστικα, στην αυλή της αποθήκης με πολλή μπύρα- πάντα Βεργίνα- και φαγητό.

Περνούσαμε υπέροχα νομίζω. Είχαμε γίνει όλοι μια μεγάλη παρέα που γυρνούσε τα βράδια στον Σάκη για πίτες και στον Χαρατσή για τσίπουρα, η ατραξιόν του χωριού με τους ξέφρενους χορούς ορισμένων και μέρος μιας μοναδικής εμπειρίας. Είχα την ευκαιρία να δεθώ ανεπανόρθωτα με τους τέσσερις υπέροχους φίλους μου που γίναμε συγκάτοικοι στην τρέλα, να γνωρίσω φανταστικούς ανθρώπους (φίλους πλέον), μια μοναδική καλλιτεχνική ψυχή και να αποκτήσω ουσιαστική γνώση πάνω σε αντικείμενα που μου περνούσαν αδιάφορα. Τις μοναδικές στιγμές και τα γέλια αυτών των ημερών, τα αξέχαστα μεθύσια και τα κλάματα αυτής της περιόδου, δεν θα τα ξεχάσω ποτέ. Οι εξορμήσεις μας στα Πλατανάκια και τον Αλιάκμονα, που έζησα μια από τις πιο όμορφες μέρες στη ζωή μου, μου θυμίζουν πάντα πως η φύση και οι φίλοι είναι αυτοί που συνθέτουν τις πιο όμορφες στιγμές της ζωής μας.

Κάπως συγκινημένη και χαζεύοντας τις περσινές φωτογραφίες της Βεργίνας, γράφω αυτό το κείμενο από τον καναπέ του γραφείου μου την Κέρκυρα και αναπολώ τους ανθρώπους και τις ομορφιές της ανασκαφής μου. Αυτοί είναι για μένα η ανασκαφή και έτσι θα την περιγράφω. Γιατί τέτοια είμαι.


*Ευχαριστώ τον Κωνσταντίνο Μαστορογιάννη για την παραχώρηση της φωτογραφίας.
*Γράφει η Ζωή Αμοιρίδου.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤη νύχτα η πορτοκαλιά σου κόμη εφώτιζε, Ιβάν Γκολ
Επόμενο άρθροΣχήματα και Πλήθη, Αποστόλης Ηλιόπουλος
Γεννήθηκε το 1999 στην Κέρκυρα, όπου και μεγάλωσε, ενώ από το 2017 μένει στη Θεσσαλονίκη όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Θέλει να γίνει ιστορικός τέχνης γιατί η τέχνη τη συγκινεί όσο τίποτα. Συμμετέχει εθελοντικά στο φεστιβάλ κινηματογράφου, στην ArtThessaloniki και στο OpenHouse. Τριγυρνά σε μουσεία και γκαλερί. Αγαπά τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο ,τη λογοτεχνία και όποτε της έρθει γράφει και κανένα ποίημα. Της αρέσουν τα ταξίδια, οι βόλτες με φίλους, οι καφέδες σε τζαζ ρυθμούς και τα κρασιά με υπόκρουση Μάλαμα. Θέλει να συζητά, να γνωρίζει ανθρώπους που θαυμάζει, να κερδίζει γνώσεις. Κλαίει, όσο γελά. Πάρα πολύ. Η στήλη της VitArt, είναι η προσπάθεια της να μιλήσει περί Τέχνης, για τα περί της Ζωής. Κάποτε σε πεζό λόγο, κάποτε σε ποιητικό.