Φώτα, κλακέτα, πάμε! Αυτή θα μπορούσε να είναι η αρχή για να μιλήσει κανείς για το φαινόμενο Ρόμπιν Ουίλλιαμς, μιας και η παρουσία του στη μεγάλη οθόνη έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη και στην καρδιά των χιλιάδων θαυμαστών του. Μπορεί η λάμψη των φώτων, το κλικ της κάμερας, αλλά και η βουτιά σε ρόλους με διαφορετικές ιστορίες, βάθος και χιούμορ να ξεγελά για λίγο τους ηθοποιούς, να ξεχνιούνται μέσα από το πέρασμα σε άλλες ζωές, διαφορετικές από τη δική τους, να βιώνουν έστω και για λίγο μια νέα πραγματικότητα, ένα άλλο παρόν, όμως για τον Ρόμπιν Ουίλλιαμς αυτό δεν ήταν αλήθεια, μιας και το σκοτάδι που κουβαλούσε μέσα του δεν τον άφησε να εστιάσει στο φως του.
Η λάμψη του διάχυτη, το ταλέντο του πηγαίο, το βλέμμα του ξεκαρδιστικό, παρόλα αυτά η ψυχή του ήταν βαθιά τραυματισμένη. Αναζητούσε έντονα μια χείρα βοηθείας, έναν από-μηχανής θεό, να τον βγάλει από τον λαβύρινθο που είχε μπει και έκοβε βόλτες ανάμεσα στα αχανή μονοπάτια του, όμως η Αριάδνη με την μαγική κλωστή της δεν βρέθηκε ποτέ και ο Κένταυρος της μοναξιάς παραφύλαγε για να τον πάρει μακριά από κάθε τι του φαινόταν οδυνηρό.
Ο Ρόμπιν Μακ Λόριν Ουίλιαμς γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1951 στο Σικάγο. Προεχόμενος από μια ομολογουμένως εύπορη οικογένεια, ο πατέρας του ήταν στέλεχος της εταιρίας Ford Motor Company και η μητέρα του μοντέλο, ο μικρός Ρόμπιν, παρά τις οικονομικές ανέσεις, ένιωθε μόνος στο πολυτελές σπίτι του, ανήμπορος να νιώσει την παραμικρή χαρά. Κι όμως την έψαχνε παντού, γι’ αυτό ως παιδί προσπαθούσε μέσα από αστεία ανέκδοτα να αποσπά την προσοχή της μητέρας του.
Τα σχολικά του χρόνια ήταν μάλλον δύσκολα, καθώς είχε πέσει θύμα σχολικού εκφοβισμού, λόγω του βάρους του, κάτι το οποίο τον έκανε αρκετά μοναχικό και εσωστρεφή. Ο ίδιος σε συνέντευξή του είχε δηλώσει, ότι πέρναγε πολλές ώρες μόνος του στο σπίτι, περιγράφοντας τον μικρό εαυτό του ως ντροπαλό, όπου κατάφερε να ξεπεράσει τη συστολή του μέσα από την επαφή με το θέατρο, όταν έλαβε μέρος στη θεατρική ομάδα του σχολείου.
Αμέσως μετά την αποφοίτησή του, γνωρίζοντας ότι η ενασχόληση με το θέατρο ήταν μονόδρομος για εκείνον, ο Ουίλλιαμς έγινε δεκτός σε μία από τις σημαντικότερες δραματικές σχολές του κόσμου, τη Julliard, κάτι που του έδωσε ώθηση για να κυνηγήσει το όνειρο του θεάτρου και του κινηματογράφου. Το γέλιο, το χιούμορ, η αστεία ατάκα αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της υποκριτικής του και έτσι οι πρώτες του δουλειές ως ηθοποιός ήταν σε Stand Up στο Σαν Φρανσίσκο και στο Λος Άντζελες. Ωστόσο η μαζική του αναγνώριση ήρθε μέσα από τη σειρά Mork And Mindy (1978-1982), όπου υποδυόταν τον εξωγήινο Mork, μια συμμετοχή που του χάρισε την πρώτη του Χρυσή Σφαίρα.
Το ντεμπούτο του στην κινηματογραφική οθόνη έγινε μέσα από την ταινία Popeye, η οποία δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία. Ακολούθησαν οι ταινίες Τhe World According to Garp και Good Morning Vietnam, όπου του χάρισαν μία υποψηφιότητα για Όσκαρ και μία ακόμη Χρυσή Σφαίρα. Θα ακολουθούσαν ένα Όσκαρ, δύο βραβεία Έμμυ, τέσσερα βραβεία Γκράμυ και δύο βραβεία του Σωματείου Ηθοποιών.
Η καριέρα του εκτοξευόταν στα ύψη, αλλά οι δαίμονές του μάλλον μεσουρανούσαν ακόμα πιο ψηλά. Καταχρήσεις στα ναρκωτικά και στο αλκοόλ και μια ασταθείς ερωτική ζωή ήταν αυτά που περιέκλειαν την προσωπική του ζωή. Με το θάνατο του καλού του φίλου και κωμικού John Belushi από υπερβολική δόση ναρκωτικών ουσιών, ο Ουίλλιαμς αποφάσισε να απομακρυνθεί από αυτά, όχι όμως οριστικά.
Η πορεία της καριέρας του τα επόμενα χρόνια αποδείχτηκε θριαμβευτική, καθώς υποδύθηκε ρόλους που άφησαν ιστορία. «Ο Κύκλος των Χαμέων Ποιητών» (1989), «Fisher King» (1991), «Good Will Hunting» (1997), ταινία που κέρδισε το Όσκαρ Β΄ ανδρικού ρόλου, είναι μόνο μια μικρή αλλά καλή γεύση του πηγαίου ταλέντου του. Η έβδομη τέχνη του πήγαινε πολύ παρόλο που στις πολυάριθμες κινηματογραφικές του ερμηνείες συγκαταλέγονται και αρκετές αμφιβόλου ποιότητας και επιτυχίας, ωστόσο όπως είχε δηλώσει και ο ίδιος, «αυτές πληρώνουν τους λογαριασμούς».
Πράγματι το ταλέντο του ξεχείλιζε, το φως του σε θάμπωνε, η αύρα του, ακόμα κι αν δεν τον είχες δει ποτέ από κοντά, σε μαγνήτιζε, όμως ο Ουίλλιαμς δεν το ένιωσε ποτέ, δεν κατάλαβε ποτέ πόσο μοναδικός ήταν. Οι δαίμονές του ήταν υψηλότεροι από τους θεούς του, το σκοτάδι πολύ πιο βαθύ από το φως και έτσι αποφάσισε να δώσει τέλος στο μαρτύριο που τον τυραννούσε.
Στις 11 Αυγούστου του 2014 ένα κωμικό ταλέντο, μια θεατρική αύρα έσβησε για πάντα και ένας αθεράπευτα μοναχικός Οδυσσέας μη μπορώντας να βρει την Ιθάκη του στις θάλασσες της ζωής, έστρεψε το βλέμμα στο θάνατο. Κι ακόμα κι αν δεν κατάλαβε ποτέ του ότι το φως υπάρχει πρωτίστως μέσα μας παρά οπουδήποτε αλλού, μας άφησε μια χαραμάδα φωτός από το ταλέντο του για να μας συντροφεύει ανά πάσα στιγμή θέλουμε να θυμηθούμε ότι πρέπει να αδράξουμε τη μέρα.
«Αλλά μόνο στα όνειρά τους μπορούν να είναι οι άνθρωποι πραγματικά ελεύθεροι»
Ρόμπιν Ουίλλιαμς, Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών
*Γράφει η Δανάη Καλογερή.

Γεννήθηκε ένα ανοιξιάτικο πρωινό του 2001 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στα Βόρεια Προάστεια απέναντι από ένα αθλητικό κέντρο μαζί με τους γονείς της , τη γιαγιά της και το σκύλο της, Φοίβο. Αποφοίτησε από Καλλιτεχνικό σχολείο και τον προηγούμενο Σεπτέμβριο ξεκίνησε να φοιτά στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών στην Αθήνα. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν φυσική εξέλιξη καθώς από τότε που θυμάται τον εαυτό της υποδυόταν ρόλους που έβλεπε σε ταινίες και σειρές και καθόταν άπειρες ώρες μπροστά από έναν καθρέφτη τραγουδώντας και χορεύοντας.