ΔΕ ΣΕ ΘΕΛΩ παρά γιατί σε θέλω,
μα απ’ το θέλω στο δε σε θέλω πέφτω
κι απ’ το καρτέρα, όταν δε σε προσμένω,
περνώ απ’ το παγερό στο πυρωμένο.
Σε θέλω μόνο γιατί εσένα θέλω,
σε μισώ μα γι’ αγάπη σου προσπέφτω,
κι είν’ της αθώας αγάπης μου το μέτρο
σαν τυφλός που αγαπά να μη σε βλέπω.
Το σκληρόψυχο του Γενάρη φέγγος
την καρδιά μου θα σιγολιώσει εφέτος,
ανοίγοντάς μου στα κρυφά το στέρνο.
Μόνος στην ιστορία αυτή πεθαίνω
και πεθαίνω απ’ αγάπη αφού σε θέλω,
σε θέλω αγάπη, ως το αίμα κι ως το τέλος.
Σ’ αγαπώ καθώς κάποιο φυτό που δεν ανθίζει,
μα που μέσα του κρύβει το λουλουδόφως όλο,
και ζει απ’ τον έρωτα σου σκοτεινό στο κορμί μου
τ’ άρωμα που σφιγμένο μ’ ανέβηκε απ’ το χώμα.
Σ’ αγαπώ μη γνωρίζοντας πως, από που και πότε,
σ’ αγαπώ στα ίσια δίχως πρόβλημα ή περηφάνια :
σ’ αγαπώ έτσι γιατί δεν ξέρω μ’ άλλον τρόπο,
παρά μ’ ετούτον όπου δεν είμαι μήτε είσαι,
που το χέρι σου πάνω μου το νιώθω σα δικό μου,
που όταν κοιμάμαι κλείνουν και τα δικά σου μάτια.
*Aπό τα «Εκατό ερωτικά σονέτα» (1959)