Τα αμάραντα είναι από αυτά τα λουλούδια που τα είχα στιγματίσει ανεπανόρθωτα. Ήταν για μένα τα λουλούδια του νεκροταφείου και πιο συγκεκριμένα του Άη Γιαννόπουλου στην Κέρκυρα. Έχασα τον παππού μου και τη συνονόματη γιαγιά μου σε πολύ μικρή ηλικία για να τους πονέσω, ενώ τον πάππου μου σε ηλικία ικανή να διαχειριστεί την απώλεια ενός ανθρώπου πλήρη ημερών που γλίτωσε από τα χειρότερα. Έτσι, με εξαίρεση την επίπονη μέρα της κηδείας, όλες οι άλλες επισκέψεις στο νεκροταφείο έχουν συνδεθεί κυρίως με την «μνημόσυνη ευθυμία», με τον ελληνικό καφέ, τα κεκάκια και τις σοκολατένιες ελιές. Ξεκινώντας από το σπίτι γίνεται πάντα η απαραίτητη στάση για το κατάλληλο λουλουδικό: ταπεινό, ανθεκτικό και λεπτεπίλεπτο. Ασυνείδητα τα αμάραντα έχουν εντυπωθεί στον αμφιβληστροειδή μου μέσα στο λευκό βάζο του οικογενειακού τάφου των Στρατηγών. Πάντα στρυμωγμένα σε αλουμινόχαρτο και μετά στο λευκό ψυχρό περιβάλλον του τάφου. Τολμώ να πω πως τόσα χρόνια τα αμάραντα για μένα είναι απλά τα λουλούδια του μνημοσύνου. Τίποτα παραπάνω. Ούτε θετικό πρόσημο, ούτε αρνητικό. Όπως η γλυκόπικρη αίσθηση του Άη Γιαννόπουλου.
Όταν μου είπε η Άλκηστις πως θέλει να πάρει αμάραντα να βάλει στο γουστόζικο βάζο του σαλονιού της, γέλασα. Ωραίο το νεκροταφείο σου, Πέγκυ μου χαριτολόγησα. Μια επίσκεψη και μια ματιά στα πολύχρωμα παστέλ άνθη αργότερα, είχα βρει την επόμενη αγορά μου. Κάπως με σόκαρε η ομορφιά των πένθιμων αμάραντων. Εύθραυστα στην όψη, μα τόσο ανθεκτικά. Λεπτεπίλεπτα και πολύχρωμα ομόρφαιναν το σαλόνι και έκαναν την ατμόσφαιρα πιο οικεία. Μοναδικά πολύχρωμη: το γλυκό μωβ, το ζωηρό κίτρινο και το γαλήνιο λευκό ήταν απροσδόκητα ταιριαστά με ένα φοιτητικό σαλόνι. Κι όμως για κάποιο λόγο τα αμάραντα είχαν στιγματιστεί. Όπως τόσα και τόσα πράγματα στη ζωή μας έχουν σφραγιστεί στο μυαλό μας σε συγκεκριμένες διαστάσεις και συναισθήματα, έτσι και τα αμάραντα είχαν για μένα μια εσάνς απώλειας, χρώμα σοκολάτας μαύρης και σχήμα ατομικού κέικ. Πάντα όμως και η ζωή θα μας εκπλήσσει και θα αλλάζει χρώματα και σχήματα σε κατοχυρωμένα δεδομένα του μυαλού μας.
Μέσα σε μια μέρα τ’ αμάραντα είχαν καταφέρει να ξεπεράσουν τις συστολές τους και να αποκτήσουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Μακριά από τον Άη Γιαννόπουλο και μέσα στην φιλική ατμόσφαιρα χαζολογήματος του σπιτιού της Άλκηστης, τα αμάραντα ήταν τα πιο όμορφα λουλούδια που έχω δει.
*Ευχαριστώ πολύ την Άλκηστη Λύκα για την όμορφη λήψη της φωτογραφίας εξωφύλλου.
*Γράφει η Ζωή Αμοιρίδου.
Γεννήθηκε το 1999 στην Κέρκυρα, όπου και μεγάλωσε, ενώ από το 2017 μένει στη Θεσσαλονίκη όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Θέλει να γίνει ιστορικός τέχνης γιατί η τέχνη τη συγκινεί όσο τίποτα. Συμμετέχει εθελοντικά στο φεστιβάλ κινηματογράφου, στην ArtThessaloniki και στο OpenHouse. Τριγυρνά σε μουσεία και γκαλερί. Αγαπά τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο ,τη λογοτεχνία και όποτε της έρθει γράφει και κανένα ποίημα. Της αρέσουν τα ταξίδια, οι βόλτες με φίλους, οι καφέδες σε τζαζ ρυθμούς και τα κρασιά με υπόκρουση Μάλαμα. Θέλει να συζητά, να γνωρίζει ανθρώπους που θαυμάζει, να κερδίζει γνώσεις. Κλαίει, όσο γελά. Πάρα πολύ.
Η στήλη της VitArt, είναι η προσπάθεια της να μιλήσει περί Τέχνης, για τα περί της Ζωής. Κάποτε σε πεζό λόγο, κάποτε σε ποιητικό.