Το πλούσιο έργο του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη (Αλεπουδέλη) (1911-1996) είναι γεμάτο στίχους για την Ελλάδα, τη θάλασσα, τον ήλιο, τον κόσμο, τον έρωτα, το ιερό, το κάλλος. Οι ελυτικοί στίχοι είναι ένα αισθητικό πέρασμα από το αισθητό και το αισθητικό στο υπερφυσικό. Πολλοί από τους στίχους των ποιητικών συλλογών του Ελύτη αναφέρονται στο καλοκαίρι και μάλιστα στο ελληνικό καλοκαίρι, το καλοκαίρι που όλοι λίγο-πολύ αναγνωρίζουμε μέσα από τις αισθήσεις και τις αναμνήσεις μας.
Παρακάτω γίνεται μία επιλογή μόνο κάποιων στίχων που ξεχωρίσαμε όσο δύσκολο και αν αυτό μπορεί να είναι για το μέγεθος ενός τέτοιου ποιητή και μιας τέτοιας κληρονομιάς.

elytis_poiisi

Ο έρωτας

 

Το αρχιπέλαγος

Κι η πρώρα των αφρών του

Κι οι γλάροι των ονείρων του

Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει

Ένα τραγούδι

(«Του Αιγαίου», Προσανατολισμοί)

 

Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο

 

Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου

(«Άνεμος της Παναγίας» Προσανατολισμοί)

 

Μαρίνα πράσινό μου αστέρι

 

Μαρίνα φως του Αυγερινού

Μαρίνα μου άγριο περιστέρι

και κρίνο του καλοκαιριού

(«Μαρίνα», Τα ρω του έρωτα)

 

Κοιμήθηκα κοιμήθηκα

 

στων Αρχαγγέλων τη σκιά

Στην ερημιά του φεγγαριού

στο κυματάκι του γυαλού

(«Το τριζόνι», Τα ρω του έρωτα)

 

Το θαλασσινό τριφύλλι

ποιός θα βρει να μου το στείλει

Ποιός θα βρει να μου το στείλει

Το θαλασσινό τριφύλλι

(«Το θαλασσινό τριφύλλι», Τα ρω του έρωτα)

 

Μες στης ερημιάς τ’ αγέρι

 

όλ’ αγιάζουνε μεμιάς

Πιάνεις του Θεού το χέρι

και στα  κύματα ακουμπάς

σαν αγριοπεριστέρι

(«Το ερημονήσι», Τα ρω του έρωτα)

 

Άφησα την καρδιά μου χάμω

σαν το κοχύλι μες στην άμμο

 

(«Το κοχύλι», Τα ρω του έρωτα)

 

Στο κύμα πάει να κοιμηθεί

 

δεν έχει τι να φοβηθεί

Μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει

γλάρος είναι και πηγαίνει

(«Ο Γλάρος», Τα ρω του έρωτα)

 

Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά

 

κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά

(«Ο Αύγουστος», Τα ρω του έρωτα)

 

Σου ’χτισα μια Σαντορίνη

 

με καμάρες και πορτιά

Να γυρνάς σαν το λιθρίνι

μες στη δροσερή φωτιά

(«Τα ρω του έρωτα», Τα ρω του έρωτα)

 

Λένε πως κατιτίς κοιμάται

 

μέσα στης θάλασσας τον πάτο

Κάποια που πια δεν το θυμάται

μ’ έχασε σαν σταυρό εκεί κάτω

(«Τα ρω του έρωτα», Τα ρω του έρωτα)

 

Πρόσεχε να προφέρει καθαρά τη λέξη θ ά λ α σ σ α έτσι που

 

να γυαλίσουν μέσα της όλα τα δελφίνια  Κι η ερημιά πολλή που να χωρά ο Θεός κι η κάθε μια σταγόνα σταθερή στον

ήλιο ν’ ανεβαίνει

(«Θάνατος και Ανάστασις του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», Τα Ετεροθαλή)

 

Το καρπούζι μου πάγωνε τα δόντια κι έμενε

 

(«Όσο διαρκούσε το άστρο», Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά)

 

Και να πάρεις θέση στη γη σαν την Κυπριανή στη Σίφνο ή στην Αμοργό τη Χοζοβιώτισσα δύσκολο πολύ

 

(«Θεοκτίστη» Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά)

 

Μ’ ένα πανέρι πράσινα όστρακα και φύκια

 

Δαγκώνοντας σαν νόμισμα τη θάλασσα την ίδια που

Σου ’δωκε τη λάμψη αυτή το φως αυτό το νόημα που γυρεύεις.

(«Μύρισε το άριστον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

Τα παμπάλαια πράσινα και τα χρυσά κείνα που μέσα μας

 

Έχουν παντοτινές δεκαεφτά Ιουλίου

Ν’ ακουστεί και πάλι της Αγίας Μαρίνας το νερό στις πέτρες

(«Μύρισε το άριστον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

«ΕΧΘΕΣ ΕΧΩΣΑ ΚΑΤΩ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΜΜΟ το χέρι μου κι έπιασα το δικό της.

(«Μύρισε το άριστον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

Ο ήλιος σκάει μέσα μας κι εμείς κρατάμε την παλάμη στο στόμα έντρομοι.

(«Μύρισε το άριστον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

Ένα δειλινό στο Αιγαίο περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη

 σε τόσο ίσες δόσεις που δεν μένει στο τέλος παρά η αλήθεια.

(«Μύρισε το άριστον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

Σήματα στον αέρα: ζήτα-ήτα- ωμέγα

(Ψηλά την ώρα που σε μέγα βάθος

Αφρίζοντας περνά μία Σίκινος)

(«Και με φως και με θάνατον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

Κι από μένα που σου φύσηξα μες στο μπουγάζι άνεμο πρίμο

Σου ετοίμασα μες στις αποσκευές ασβέστη και υδροχρώματα

Το εικόνισμα μικρό με τους χρυσούς Ιούλιο και Αύγουστο

(«Και με φως και με θάνατον», Ο μικρός ναυτίλος)

 

ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ να ’ταν μια σταγόνα καθαρού νερού

Στην παιδική του ηλικία ο ήλιος. Από κει ο τρόπος που λάμπει

Στα ματοτσίνορα· και το δρόσο που κρατά στους τοίχους με

Τις αγιογραφίες, Ιούλιο μήνα, το καταμεσήμερο.

(«Μύρισε το άριστον», Ο μικρός ναυτίλος)


 

Γράφει η Βασιλική Ρούσκα.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους της αναρτήσεως είτε ολόκληρης, με οποιαδήποτε μεταβολή του ανωτέρω κειμένου και χωρίς την παράθεση του απευθείας συνδέσμου στην ανάρτηση αυτή που είναι: www.ologramma.art

Οι απόψεις των συντακτών είναι προσωπικές και το ologramma.art δεν φέρει καμία ευθύνη.

Το ologramma.art επιφυλάσσεται για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του.
Προηγούμενο άρθροΤετράδια Ονείρων, Ζυράννα Ζατέλη
Επόμενο άρθρο“Τοπάζ” του Μαρσέλ Πανιόλ από τις εκδόσεις Σοκόλη
Γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Θεολογία στο Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ακολούθησαν μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο τμήμα με ειδίκευση στην Οικουμενική Θεολογία και σήμερα συνεχίζει με διδακτορικές σπουδές στη Δογματική και πιο ειδικά στην Αισθητική Θεολογία. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της έγραφε πολλά και διάφορα και έλεγε πως θα γίνει συγγραφέας. Ποιήματά της έχουν διακριθεί και δημοσιευθεί σε συλλογικούς ποιητικούς τόμους. Γράφει στα ηλεκτρονικά περιοδικά «Πεμπτουσία» και «City Culture» και οι δημοσιεύσεις της έχουν ξεπεράσει τις εκατό σε αριθμό. Έχει παρακολουθήσει πολλά επιμορφωτικά σεμινάρια τέχνης αφού τα κείμενα και οι σπουδές της ασχολούνται κυρίως με την τέχνη και τον πολιτισμό. Έχει δουλέψει με ΑμεΑ και σε εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά. Αγαπημένος της προορισμός η Μήλος!