Αν κατοικούσαμε την εποχή
Όταν οι τυφλωμένοι από τις Μούσες
Έγραφαν γράμματα γεμάτα πάθος
Ή πνεύμα που συνέπαιρνε στα ουράνια τους αγαπημένους
Θα σου υπαγόρευα πάλι
Να ζήσουμε μαζί το μέλλον
Ν’ ανοίγεις την καρδιά
Στα πράγματα τής κάθε μέρας
Και ας μη λέει πια στο κουδούνι τ’ όνομά σου
Και ας έρχεται κάθε λίγο και λιγάκι εκείνος
Ο σκυφτός ταχυδρόμος με το δερμάτινο δισάκι του
Αφήνοντας ανοιχτή την αλληλογραφία τού άλλου κόσμου•
Γιατί
Φτάνει πια με τις παρείσακτες αλήθειες
Που μας ξυπνούν φρικτές τα ξημερώματα
Φτάνει η φτηνή πραγματικότητα
Που μας ρουφά το μόχθο ως το μεδούλι
Και τα τόσα σκοτάδια που κρύβουν
Οι άνθρωποι γύρω μας•
Αλλά εμείς ζούμε στο σήμερα
Κι ενώ θαυμάζω τη δύση
Ψιθυρίζοντας στίχους
Μέσα στα χρώματα τού δειλινού
Εσύ κοιτάς λοξά
Κουνώντας την ουρά σου
Στον πρώτο τυχόντα που σού γυάλισε.