Μια πεταλούδα στο δέντρο απέναντι χτυπάει το κουκούλι της να βγει, να μεταμορφωθεί.
Η Κατίνα επεξεργαζόταν το κουτί με τους μεταξοσκώληκες, παρακαταθήκη της γιαγιάς της, όπως και το όνομα της.
Βάλθηκε να ζουλάει με τα δάχτυλα της τα κουκούλια και να τα τσακίζει από νευρικότητα.
Δεν την ένοιαζε καθόλου. Ποια κληρονομιά δεν σπάει άλλωστε, ζουλιγμένη από αγάπη πατροπαράδοτη;
Τίναξε τα χέρια της, πήρε το φλιτζάνι του ελληνικού, το ραγισμένο -κι αυτό της γιαγιάς της- ρούφηξε λίγο από το κατακάθι κι άνοιξε το παράθυρο.
Είδε τον αγώνα της πεταλούδας. Την αγωνία της να βγει. Τη χαρά της πρώτης της πνοής. Το κλάμα της συνειδητοποίησης πως είναι πρόσκαιρη.
Κι ας μην είδε τα δάκρυα της πεταλούδας, η Κατίνα είχε πλαντάξει στα κλάματα.
Πέταξε στον τοίχο το φλιτζάνι. Να αφήσει λεκέ που δεν φεύγει στο φθαρτό πατρικό της.
Πέταξε τα θρυμματισμένα κουκούλια προς το μέρος της πεταλούδας.
Δεν την πέτυχε και φοβόταν πως πλέον η πεταλούδα ήταν καταδικασμένη να τα ζήσει όλα, έρμη και μοναχή.
Της έστειλε την ευχή της και την κατάρα της.
Να μη δει τον κύκλο να κλείνει.
Γράφει η Ζωή Αμοιρίδου.
Γεννήθηκε το 1999 στην Κέρκυρα, όπου και μεγάλωσε, ενώ από το 2017 μένει στη Θεσσαλονίκη όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Θέλει να γίνει ιστορικός τέχνης γιατί η τέχνη τη συγκινεί όσο τίποτα. Συμμετέχει εθελοντικά στο φεστιβάλ κινηματογράφου, στην ArtThessaloniki και στο OpenHouse. Τριγυρνά σε μουσεία και γκαλερί. Αγαπά τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο ,τη λογοτεχνία και όποτε της έρθει γράφει και κανένα ποίημα. Της αρέσουν τα ταξίδια, οι βόλτες με φίλους, οι καφέδες σε τζαζ ρυθμούς και τα κρασιά με υπόκρουση Μάλαμα. Θέλει να συζητά, να γνωρίζει ανθρώπους που θαυμάζει, να κερδίζει γνώσεις. Κλαίει, όσο γελά. Πάρα πολύ.
Η στήλη της VitArt, είναι η προσπάθεια της να μιλήσει περί Τέχνης, για τα περί της Ζωής. Κάποτε σε πεζό λόγο, κάποτε σε ποιητικό.